14.4 C
Athens
Σάββατο, 20 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΑΠΟΨΕΙΣΚοινά και αιολικά...

Κοινά και αιολικά…

 

ΚΟΙΝΑ ΚΑΙ ΑΙΟΛΙΚΑ

 

 

Αν ερχόταν ένας περαστικός στην αυλή του σπιτιού μας και μας ζητούσε να καθίσει για λίγο να πάρει μια ανάσα, υπήρχε περίπτωση να του αρνηθούμε; Ποιος αρνείται σε έναν κουρασμένο οδοιπόρο μια ανάσα, ο αέρας είναι για όλους «κοινός». Κι αν ερχόταν και την επόμενη και την μεθεπόμενη – θα ήταν άβολα – αλλά και πάλι κάπως δύσκολο να πούμε όχι. Κι αν μαθαίναμε τελικά ότι ο ξένος πουλούσε τον αέρα που ανέπνεε σε άλλους ανθρώπους; Πως θα μας φαινόταν τότε που τον είχαμε φιλοξενήσει;

 

Σε ένα κόσμο που δεν μοιάζει καθόλου με παραμύθι, είμαστε συχνά ανυποψίαστοι για το τι μας ανήκει και τι μοιραζόμαστε. Τι είναι «κοινό» και πως ζούμε όλοι μαζί με αυτό, χωρίς να το καταστρέφουμε ή να το εκμεταλλευόμαστε ο καθένας για λογαριασμό του. 

 

Μας ανήκει ο αέρας που αναπνέουμε, μας ανήκει όμως και ό,τι μπορεί να προέρχεται από αυτόν; Αν στην αυλή μας μπει μια ανεμογεννήτρια που παράγει ηλεκτρικό ρεύμα, θα πρέπει να πληρώνουμε για να βάζουμε τις συσκευές μας στη πρίζα; Κι αν το ρεύμα αυτό προορίζεται για τη Γερμανία, ποιος θα μας βεβαιώσει ότι είμαστε όλοι μαζί σε αυτήν την προσπάθεια για το «κοινό» καλό;

 

Κοινά

Αρχικά, να ορίσουμε ότι κοινός θεωρείται οποιοσδήποτε πόρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί από πολλούς, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών πόρων. Ένα λιβάδι, μια λίμνη, ένα πάρκο.  Πέρα από τα φυσικά κοινά, στα κοινά συγκαταλέγονται επίσης και έννοιες περισσότερο αφηρημένες όπως τα ψηφιακά κοινά, τα κοινά της καλλιτεχνικής δημιουργίας, οι αστικοί χώροι και γενικά οποιοδήποτε πολιτισμικό αγαθό. Και όσο περισσότερο απομακρύνεται κανείς από τη στενό πλαίσιο του κοινού που έχει μετατραπεί σε προϊόν τόσο περισσότερο γίνεται φανερή η ανάγκη να διευρυνθεί ή και να καταργηθεί η έννοια της ιδιοκτησίας με την παλιά της μορφή.

 

Παραδοσιακά, υπάρχουν τρείς τρόποι διαχείρισης των κοινών. Να τα αποκτήσει κάποιος ως περιουσία, για παράδειγμα να του αποδοθεί ένα χωράφι, που θα το ελέγχει και θα κερδίζει το εισόδημα του μέσα από αυτό. Και αυτή η κατανομή να οδηγήσει σταδιακά τους φυσικούς πόρους στα χέρια λίγων που θα συγκεντρώνουν όλο και περισσότερα αγαθά σε αντιδιαστολή με τους πολλούς οι οποίοι θα αναπτύξουν σχέση εξάρτησης με αυτήν την ιδιοκτησία. Εναλλακτικά, να μείνει το χωράφι ελεύθερο, χωρίς να οριστούν κανόνες και ο καθένας να χρησιμοποιεί ό,τι και όπως θέλει για την εξυπηρέτηση του – με αποτέλεσμα  αργά ή γρήγορα το χωράφι, ο κοινός πόρος, να καταστραφεί και ολόκληρη η κοινωνία να υποστεί τις συνέπειες αυτής της καταστροφής. Το φαινόμενο της ανεξέλεγκτης διάθεσης περιγράφει ο Garett Hardin στο βιβλίο του «Η τραγωδία των Κοινών», με το συμπέρασμα ότι η ιδιωτικοποίηση ή η κρατικοποίηση είναι μονόδρομος στη διαχείριση τους. Και μια τρίτη περισσότερο σύνθετη επιλογή, όπου δημιουργούνται κοινότητες που επικοινωνούν και συμμερίζονται την ανάγκη για βιώσιμη εκμετάλλευση. Για τη δύναμη αυτών των κοινοτήτων και την ικανότητα τους να αυτοοργανώνονται μίλησε η νομπελίστρια Elinor Ostrom με χαρακτηριστικό παράδειγμα το ψηφιακό χώρο όπου η έννοια της πνευματικής ιδιοκτησίας έχει αντικατασταθεί από το σύστημα των creative commons. 

 

Η περισσότερο γνωστή και παλιά περίπτωση διαχείρισης κοινών πόρων είναι αυτή της χρήσης γης που ξεκίνησε όταν οι άνθρωποι από νομάδες έγιναν καλλιεργητές και συνδέσαν σταδιακά την εξέλιξη τους με την απόκτηση ιδιοκτησίας. Η μετάβαση αυτή σηματοδοτεί μια σειρά από θεμελιώδης αλλαγές για την ανθρωπότητα, όπως η οικογένεια και η ανάπτυξη του πολιτισμού όπως τα ξέρουμε σήμερα. Παράλληλα, η ανθρώπινη ιστορία σημαδεύτηκε από πολέμους που δεν είναι κάτι άλλο από τη διεκδίκηση της γης και τα δικαιώματα εκμετάλλευσης της. Παρότι όμως αυτό αποτέλεσε εφαλτήριο πρόοδού, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η διαχείριση των κοινών που συνεχίζουν να υφίστανται θα πρέπει να εδραιωθεί πάνω σε περισσότερο ειρηνικά και δίκαια θεμέλια από ό,τι συνέβαινε μέχρι τώρα. Μας μένει μακρύς κατάλογος κοινών πόρων ακόμη εντελώς ανεκμετάλλευτων όπως είναι οι άλλοι πλανήτες και οι δεκάδες τρόποι που αναπτύσσονται συνεχώς για την αξιοποίηση της Γης με τις νέες τεχνολογίες. 

 

Αιολική ενέργεια

Ο αέρας για παράδειγμα, δεν είναι πλέον μόνο χρήσιμος για την κίνηση των πλοίων στο ανοικτό πέλαγος αλλά και μια νέα σχετικά πηγή για την παραγωγή ηλεκτρισμού. Και αν για τον αέρα υπάρχει γενικώς η λανθασμένη αίσθηση ότι βρίσκεται σε αφθονία και άρα δεν χρειάζεται να ορισθούν αυστηρότερα πλαίσια, δεν συμβαίνει το ίδιο με τη διαχείριση της αιολικής ενέργειας και με μια ακόμη σχετικά νέα έννοια στον παγκόσμιο διάλογο, τη διανομή της. Την ανάπτυξη δηλαδή των δικτύων και την παροχή της ενέργειας στους τελικούς χρήστες ή όπως διαφορετικά, καταναλωτές.

Πόσο μπορεί να κρατηθεί τοπική αυτή η διαχείριση και η διανομή και ποιοι θα είναι οι ιδιοκτησιακοί κανόνες, ειδικά όταν η αιολική ενέργεια έχει το χαρακτηριστικό να απαιτεί πολύ χώρο για να παραχθεί συγκριτικά με την περιοχή που εξυπηρετεί. 

Ο διάλογος αυτός που έχει περισσότερο πολιτικά από περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά συμβαίνει σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο, έχοντας κληρονομήσει τα συμπεράσματα που προέκυψαν από την εκμετάλλευση των πετρελαιοπηγών στην πρόσφατη ιστορία του εικοστού αιώνα. Τι συνέβη δηλαδή στα κράτη η γη των οποίων έδωσε το πετρέλαιο στον υπόλοιπο πλανήτη και πως οι πληθυσμοί των κρατών αυτών συνέδεσαν ή όχι τη μοίρα τους με το φυσικό αυτό πόρο. Η περίπτωση για παράδειγμα της Αλάσκας και της Νορβηγίας, όπου τα έσοδα από τις πετρελαιοπηγές έχουν δημιουργήσει ένα κεφάλαιο για τις επόμενες γενιές δύσκολα μπορεί να συγκριθεί με τις χώρες της Μέσης Ανατολής όπου παρατηρούνται οι μεγαλύτερες κοινωνικές ανισότητες παγκοσμίως. 

Πέρα από τα οικονομικά οφέλη και την ανάγκη να κατανέμονται δίκαια ως μια εκ των ουκ άνευ πρακτική για να εξασφαλίζεται η βιωσιμότητα ενός συστήματος, δεδομένες είναι πλέον και οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις που συνοδεύουν λιγότερο ή περισσότερο κάθε παραγωγική διαδικασία. Και αν οι προηγούμενες γενιές μπορούν να ισχυρισθούν ότι δεν γνώριζαν αρκετά τη βαρύτητα της ρύπανσης στο φυσικό περιβάλλον, το ίδιο δεν μπορεί να ισχύσει για κάθε νέα παρέμβαση στο εξής.

Σημαντικό είναι με άλλα λόγια όχι μόνο το ερώτημα ποιος επωφελείται από την εκμετάλλευση ενός «κοινού» φυσικού πόρου και αν τα οφέλη έχουν πρωτίστως τοπικό χαρακτήρα αλλά και ποιος πληρώνει τον αποδεδειγμένα ακριβό λογαριασμό της υποβάθμισης του περιβάλλοντος, η συνέπειες της οποίας μπορεί να ζημιώσουν τοπικά μια περιοχή ή και ολόκληρο τον πλανήτη αιώνες μετά.

 

Στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου έχει δρομολογηθεί με ταχύτατους ρυθμούς η κατά το μέγιστο παραγωγή ενέργειας από εναλλακτικές πηγές, δεν μπορεί να μετατεθεί για αργότερα μια συζήτηση για τη διαχείριση των φυσικών πόρων. Αν λάβει κανείς δε υπόψη ότι η χώρα δεν έχει καθόλου καλό παρελθόν με τη διαχείριση των κοινών, η ανάγκη να ξεκαθαρίσουν οι έννοιες αυτές στο δημόσιο διάλογο γίνεται ακόμα πιο επιτακτική. Η θαλάσσια ρύπανση από τη ναυτιλία και τον τουρισμό και η υπεραλιεία, των οποίων τα ολέθρια αποτελέσματα θα αρχίσουν να γίνονται φανερά στις επόμενες δεκαετίες είναι οδηγοί για το πώς δεν θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα πράγματα στο μέλλον. 

Η ψευδαίσθηση ότι έχουμε να κάνουμε με μια πηγή που είναι ανεξάντλητη και η δημιουργία μονοπωλίων σε μια αγορά που ακόμα δεν έχει δημιουργηθεί δεν θα έχει μόνο περιβαλλοντικές συνέπειες. Σύντομα θα έχει και πολιτικές συνέπειες και θα γεννήσει ζητήματα εξουσίας με ό,τι αυτό συνεπάγεται. 

 

 

Δήμητρα Παπουτσόγλου

Φυσικός Περιβάλλοντος ΕΜΠ, MEng.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!
echo ‘’ ;