17.3 C
Athens
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΟ ερχομός του πολέμου μέσα από το ημερολόγιο του Γιώργου Σεφέρη

Ο ερχομός του πολέμου μέσα από το ημερολόγιο του Γιώργου Σεφέρη

Ο ερχομός του πολέμου στα τηλεγραφήματα του ΑΠΕ και το ημερολόγιο του Γιώργου Σεφέρη

Της Κατερίνας Βλαχοδήμου

Γιώργος Σεφέρης Μέρες Γ΄(16. Απρίλη 1934-14. Δεκέμβρη 1940) εκδόσεις Ίκαρος

Σεπτέμβρης 1938. Κυριακή Βράδυ, Κηφισιά

(Γράμμα) «…Προχτές βράδυ ήρθα στην Κηφισιά, αργά στις 8.30. Κατά τις 11.30, καθώς ήμουν έτοιμος να πλαγιάσω, μου τηλεφώνησαν την επιστράτευση των Τσέχων. Ξαναντύθηκα και κατέβηκα στην Αθήνα. Πέρασα από το υπουργείο. Έπειτα στο Πρακτορείο ως τις 5 το πρωί. Βαριές ώρες. Αισθανότανε κανείς, καθώς τα μηχανήματα δίναν τις ειδήσεις, τον αψηλό πυρετό της Ευρώπης που από στιγμή σε στιγμή ετοιμαζότανε να παραδοθεί στον πόλεμο. Μέσα στη νύχτα ήταν μια μοίρα που έπαιζε στα ζάρια την υπόσταση εκατομμυρίων ανθρώπων και τα λίγα πράγματα που πιστέψαμε και τους δώσαμε τη ζωή μας. Έφυγα από το Πρακτορείο όταν λάβαμε την είδηση πως ο Chamberlain γύρισε να κοιμηθεί».

Η ΕΥΡΩΠΗ ΣΤΟΝ ΠΥΡΕΤΟ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Σεπτέμβριος 1938. Η Ευρώπη από στιγμή σε στιγμή ετοιμάζεται να παραδοθεί στο φονικότερο πόλεμο της ιστορίας της. Το Αθηναϊκό Πρακτορείο κατέγραφε, μέσα από τα τηλεγραφήματά του, τον υψηλό πυρετό της Ευρώπης, τον ψυχολογικό πόλεμο με την Ιταλία και τις προβοκάτσιες εναντίον της Ελλάδας, μέσω Αλβανίας, για να δικαιολογηθεί προσχηματικά η κήρυξη του πολέμου στη χώρα μας. Η ανάγνωση των τηλεγραφημάτων του Αθηναϊκού Πρακτορείου 80 χρόνια μετά, θέλει να κρατήσει ζωντανή την αφήγηση εκείνων των δραματικών μηνών για την Ελλάδα. Στα συγκεκριμένα τηλεγραφήματα που παρουσιάζονται σήμερα, και που είναι μικρό μέρος του ιστορικού πλούτου από όσα μετέδιδε το Αθηναϊκό Πρακτορείο εκείνη την περίοδο, αποτυπώνεται με ενάργεια ο πυρετός στον οποίο ζούσε η Αθήνα όταν πάσχιζε, ως την τελευταία στιγμή, να αποτρέψει τον πόλεμο, όπως πάσχιζε και η υπόλοιπη Ευρώπη.

Ο ερχομός του πολέμου μέσα από το ημερολόγιο του Γιώργου Σεφέρη

Παραμονές του ελληνοϊταλικού πολέμου ο Γιώργος Σεφέρης είναι προϊστάμενος της Διεύθυνσης Εξωτερικού Τύπου του Υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού. Στις Μέρες Γ’ (1934-1940), το βαθύ και στοχαστικό του βλέμμα δεν αφήνει αμφιβολία για τα απειλητικά μηνύματα που έφταναν από τα ελληνοαλβανικά σύνορα και τις προβοκάτσιες σε βάρος της Ελλάδας. Μέρος των τηλεγραφημάτων του Αθηναϊκού Πρακτορείου εκείνη την εποχή, θέτουμε σε αντιστοιχία με εγγραφές στα ημερολόγια αυτού του μεγάλου Έλληνα και με αυτόν τον τρόπο παρουσιάζονται σήμερα στο πλαίσιο του αφιερώματος για το 1940.

Ο Γιώργος Σεφέρης είναι άλλωστε εκείνος που συνέταξε το τηλεγράφημα του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου του 1940, λίγη ώρα αφότου στο ήσυχο προάστιο της Κηφισιάς, ο Γκράτσι χτυπήσει το κουδούνι της κατοικίας του Ιωάννη Μεταξά.

Ο ερχομός του πολέμου μέσα από το ημερολόγιο του Γιώργου Σεφέρη

ΠΑΡΑΜΟΝΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟ-ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Το 1938 ο Χίτλερ προσαρτά την Αυστρία στη Γερμανία. Ο Πρωθυπουργός της Βρετανίας Άρθουρ Νέβιλ Τσάμπερλαιν τηρεί χαμηλούς τόνους. Η Ευρώπη δείχνει να μην θέλει να κατανοήσει που το πάει η Γερμανία. Ο Χίτλερ συγκαλεί συνδιάσκεψη στο Μόναχο, από την οποία εξασφαλίζει το πράσινο φως για την κατάληψη της Σουδητίας, περιοχής της Τσεχοσλοβακίας.

Τον Απρίλιο του 1939 η Ιταλία μπαίνει στην Αλβανία. Ο Ιωάννης Μεταξάς καθησυχάζει τον ελληνικό λαό ότι «δύναται ήσυχος να συνεχίσει τα ειρηνικά αυτού έργα, με την βεβαιότητα, ότι η κυβέρνησις του αγρυπνεί διαρκώς για την ασφάλειαν και την τιμήν του». Ο επιτετραμένος της Ιταλίας επισκέπτεται τον Μεταξά, κατ’ εντολή του Μουσολίνι, και του παραδίδει «Ιταλική Δήλωση» ότι «πας γενόμενος ή γενησόμενος θόρυβος περί δήθεν ιταλικής ενεργείας κατά της Ελλάδος είναι ψευδής και προέρχεται από καλοθελητάς», ότι «η φασιστική Ιταλία έχει την θέλησιν να διατηρήση και αναπτύξη ολονέν περισσότερον τας εγκαρδίους φιλικάς σχέσεις, αι οποίαι ενώνουν τας δύο χώρας» και ότι πρόθεσή της είναι «να σεβασθή κατά τον μάλλον απόλυτον τρόπον την ηπειρωτικήν και νησιωτικήν ακεραιότητα της Ελλάδος». Η Ιταλική Δήλωση θα διαψευστεί πολύ γρήγορα. Σε λίγο ο πόλεμος θα είναι γεγονός.

Ως τη δραματική νύχτα που ο Γκράτσι παραδίδει στον δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά το ιταλικό τελεσίγραφο, η Ιταλία επιχειρεί συστηματικά να δημιουργήσει κλίμα σε βάρος της Ελλάδας.

Ο ερχομός του πολέμου μέσα από το ημερολόγιο του Γιώργου Σεφέρη

Το Αθηναϊκό Πρακτορείο, ήδη από το 1931, έχει αναδιοργανωθεί και αποκτήσει δημοσιογραφική δομή. Με τη σύμβαση που έχει υπογράψει με το υπουργείο Εξωτερικών, έχει αναλάβει «να στέλνει εις τας αθηναϊκάς εφημερίδας, εκτός των τηλεγραφημάτων, και δελτία περιέχοντα δημοσιογραφικής φύσεως ειδήσεις εξ’ όλων των χωρών του εξωτερικού, κατά το σύστημα το εφαρμοζόμενον υπό των εις τας διαφόρους χώρας της Ευρώπης πρακτορείων».

Παραμονές του ελληνοϊταλικού πολέμου ο Γιώργος Σεφέρης είναι προϊστάμενος της Διεύθυνσης Εξωτερικού Τύπου του Υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού και ως εκ της θέσεως του βρίσκεται σε συνεργασία με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Η ΥΠΟΘΕΣΗ ΔΑΟΥΤ ΧΟΤΖΑ

Λίγους μήνες πριν την κήρυξη του πολέμου, τον Ιούνιο του 1940, μια ψαρόβαρκα καταπλέει στην Κέρκυρα από τις αλβανικές ακτές. Δύο επιβαίνοντες Αλβανοί υπήκοοι ανακρίνονται από τις ελληνικές αρχές και ομολογούν ότι σκότωσαν τον Αλβανό επικηρυγμένο ληστή Νταούτ Χότζα. Καθώς δολοφόνοι και θύμα ήταν Αλβανοί υπήκοοι, η Ελλάδα ειδοποίησε επίσημα τις ιταλικές αρχές κατοχής της Αλβανίας.

Στις 10 Αυγούστου, δυο ολόκληρους μήνες μετά το φονικό, ανακοίνωση από την Αλβανία αναγγέλλει τον θάνατό του Νταούτ Χότζα. Την επομένη, 11 Αυγούστου του 1940, όλες οι ιταλικές εφημερίδες βγήκαν με πρωτοσέλιδα για τον ληστή. Για τις ιταλικές εφημερίδες όμως ο Νταούτ Χότζα δεν ήταν πια ληστής αλλά «ο μεγάλος Αλβανός πατριώτης, Νταούτ Χότζα, που δολοφονήθηκε από Έλληνες πράκτορες στην ελληνοαλβανική μεθόριο». Το Αθηναϊκό Πρακτορείο, την ίδια μέρα, διαψεύδει το ιταλικό πρακτορείο Στέφανι «περί δήθεν φόνου Αλβανού πατριώτου υπό Ελλήνων πρακτόρων», υπενθυμίζει ότι «η Ελλάς ανεγνώρισε την ευρωπαϊκήν απόφασιν την καθορίζουσαν τη σημερινή ελληνοαλβανικήν μεθόριον, ως οριστικήν» και τονίζει, όσον αφορά στους μουσουλμάνους, ότι η ελληνική κυβέρνηση «απέστη συνολικώς της ανταλλαγής εν τη χώρα ταύτη της Ηπείρου (νομός Θεσπρωτίας)», διαπνεόμενη εκ πνεύματος ευρυτάτης συνδιαλλαγής αν και μπορούσε να πράξει διαφορετικά στο πλαίσιο της ανταλλαγής ελληνοτουρκικών πληθυσμών.

Ο ερχομός του πολέμου μέσα από το ημερολόγιο του Γιώργου Σεφέρη

Γιώργος Σεφέρης-Μέρες Γ (1934-1940) εκδ. Ίκαρος

Δευτέρα, 12 Αύγουστου 1940

Τηλέφωνο, στο Υπουργείο το πρωί. Το πρακτορείο Στέφανι τηλεγραφεί από τα Τίρανα μια είδηση σκηνοθετημένη μ’ όλη την αδιαφορία των δυνατών για το δίκιο των αδυνάτων : Οι Έλληνες, λέει, σκότωσαν κάποιον Δαούτ Χότζα «μεγάλον Αλβανό πατριώτη», του πήραν το κεφάλι, το φέρανε στο ελληνικό έδαφος και το πομπέψανε σε διάφορα χωριά της Τσαμουριάς. (Πρόκειται για έναν κοινό ληστοφυγόδικο, επικηρυγμένον εδώ και είκοσι χρόνια). Το τρομερό αυτό κακούργημα, συνεχίζει το Στεφάνι, αναστάτωσε τους Αρβανίτες, άναψε τον πατριωτισμό τους. Και οι μεγάλοι φίλοι τους οι Ιταλοί βρίζουν την Ελλάδα και της θυμίζουν πως και άλλοτε, την εποχή του Ταλλίνι, έκαμε τα ίδια, τότε που ο ιταλικός στόλος μπομπάρδισε την Κέρκυρα, σκοτώνοντας δυστυχισμένους πρόσφυγες.

Ό Μεταξάς κρατάει μια στάση αποφασιστική : «Αν με πειράξουν, θα βάλω φωτιά στα μπουρλότα.» Έτσι μπορεί κανείς να δουλέψει.

Ακρόπολις 13 Αυγούστου 1940 Μια ανακοίνωσις του Στέφανι-Η απάντησις του Αθηναϊκού Πρακτορείου

Χθες μετεδόθη εκ Τιράνων η κάτωθι ανακοίνωσις του Πρακτορείου Στέφανι:

«Ο αλβανικός πληθυσμός ο υποτεταγμένος εις την Ελλάδα ευρίσκεται υπό την βαθείαν εντύπωσιν τρομερού πολιτικού εγκλήματος, διαπραχθέντος εις την ελληνοαλβανικήν μεθόριον. Ο μέγας Αλβανός πατριώτης Χότζα γεννηθείς εις την αλύτρωτον περιοχήν της Τσαμουργιάς, εδολοφονήθη αγρίως επί αλβανικού εδάφους πλησίον των συνόρων. Το σώμα του ευρέθη ακέφαλον. Εγνώσθη αργότερα ότι οι δολοφόνοι ήσαν Έλληνες πράκτορες, οι οποίοι παρέλαβον μεθ’ εαυτόν εις το ελληνικόν έδαφος την αποκοπείσαν κεφαλήν και την παρέδωσαν εις τας ελληνικάς αρχάς αίτινες από πολλών ετών είχον επικηρύξει τον Αλβανόν αυτόν πατριώτην. Εγνώσθη επίσης ότι η κεφαλή του μετεφέρθη από χωρίου εις χωρίον κατά την διαταγήν των τοπικών ελληνικών αρχών και εξετέθη εις κοινήν θέαν προς τρομοκράτησιν των αλύτρωτων Αλβανών αδελφών της ως άνω περιφερείας. Ο Χότζα ηναγκάσθη πρότινος να φύγει κρυφίως εκ Τσαμουργιάς δια να σωθεί από τους διωγμούς των ελληνικών αρχών, αι οποίαι δεν του συνεχώρουν την ακαταπόνητον προπαγάνδαν του μεταξύ των συμπατριωτών του, δια την προσάρτησιν της Τσαμουργιάς εις την μητέρα πατρίδα. Κατέφυγεν εις την Αλβανίαν, όπου ελάμβανε συχνά μηνύματα, δια των οποίων ηπειλείτο με θάνατον. Η δολοφονία αύτη ήτις συγκινεί βαθέως τους Αλβανούς της Τσαμουργιάς δεν είνε το μόνον πρόσφατον επεισόδιον της καταπιεστικής ελληνικής πολιτικής. Προ τινών μηνών ευρέθη εις το σώμα ενός Αλβανού, φονευθέντος εις την Τσαμουργιάν, μικρόν φύλλον χάρτου επί του οποίου ανεγράφετο ότι η ιδία τύχη ανέμενε όλους τους Αλβανούς, τους ελπίζοντας να ελευθερώσουν την πατρίδαν των από την ελληνικήν κυριαρχίαν. Η αρχαία αυτή αλβανική γη περιλαμβάνεται μεταξύ των σημερινών ελληνοαλβανικών συνόρων και της ακτής του Ιονίου μέχρι των περιχώρων της Πρεβέζης και της επαρχίας των Ιωαννίνων. Κατοικείται υπό πενήντα χιλιάδων περίπου αυθεντικών Αλβανών, οίτινες αποτελούν την μεγίστην πλειοψηφίαν του πληθυσμού. Ήσαν όμως προ μερικών ακόμη ετών πολύ περισσότεροι. Πράγματι, κατά το 1913, οπότε η Τσαμουργιά προσηρτήθη στην Ελλάδα, ο αλβανικός πληθυσμός της απετελείτο από ογδόντα χιλιάδας περίπου κατοίκους έναντι ολίγων περισσοτέρων των δέκα χιλιάδων Ελλήνων. Εις διάστημα ολίγων ετών η ελληνική πολιτική της “απεθνικοποιήσεως”, η αποβλέπουσα εις το να εμφανίσει τεχνητά ελληνικά δικαιώματα επί του εδάφους τούτου, αποδεκάτισε τους τοπικούς πληθυσμούς δι’ απογυμνώσεων, σφαγών και εκτοπισμών. Παρά ταύτα οι Αλβανοί της Τσαμουργιάς παρέμειναν εθνικώς συμπαγείς, διετήρησαν τα έθιμα των και την γλώσσαν των και αντέταξαν εις τους σφετεριστάς μιαν υπερήφανον αντίστασιν εις τρόπον ώστε να αποτελούν ακόμη και σήμερα κυριαρχούν στοιχείον εν τη περιφερεία ταύτη. Επιβλητικόν παράδειγμα της προσκολλήσεων των εις την γενέθλιον των χώρα, εδόθη υπό των Αλβανών της Τσαμουργιάς το 1924, οπότε βασιζομένη εις την συνθήκην της Λωζάννης, δια της οποίας απεφασίσθη η ανταλλαγή των ελληνοτουρκικών πληθυσμών, η ελληνική κυβέρνησις ηξίου όπως όλοι οι Μουσουλμάνοι της Τσαμουργιάς, δηλαδή το σύνολο του αλβανικού πληθυσμού, καταστούν αντικείμενο ανταλλαγής με Έλληνας εγκατεστημένους επί τουρκικού εδάφους. Η αντίστασις των κατοίκων της Τσαμουργιάς, σταθερώς υποστηριζομένων υπό των Αλβανών αδελφών των, υπήρξεν τόσον ισχυρά, ώστε η ελληνική κυβέρνησις εδέησε να παραιτηθή του αθεμίτου σχεδίου της και να αναγνωρίση την αλβανική των προέλευσιν. Σήμερον ο τυφλός ελληνικός δεσποτισμός επιπίπτει περισσότερον από κάθε άλλην φοράν κατά των πληθυσμών αυτών εις τρόπον ώστε πλείστοι κάτοικοι της Τσαμουργιάς είνε υποχρεωμένοι να καταφεύγουν εις την Αλβανίαν, δια να αποφύγουν τους ανήκουστους διωγμούς. Όπως προκύπτει από πολλάς εγκύρους μαρτυρίας, αι ελληνικαί αρχαί έφτασαν μέχρι του να βεβαιώσουν ότι οι Ιταλοί θα εκδιωχθούν συντόμως εξ Αλβανίας. Ο πληθυσμός όμως της Τσαμουργιάς είνε σήμερον ολιγότερον από κάθε άλλη φορά διατεθειμένος να υποκύψει εις τας ελληνικάς πιέσεις. Αν η αγάπη προς την αλβανική πατρίδα ήρκεσεν να τροφοδοτήση την πίστιν της Τσαμουργιάς ες εποχάς αι οποίαις ήσαν τόσον σκοτειναί δια την τύχην της Αλβανίας, σήμερον οι Αλβανοί της Τσαμουργιάς θα εύρουν εις τα ανανεωθέντα πεπρωμένα της μητρός πατρίδος τον ακόμη ισχυρότερον λόγον δια να ελπίζουν».

Η απάντησις του Αθηναϊκού Πρακτορείου Το Αθηναϊκόν Πρακτορείον εις απάντησιν μετέδωσε τα εξής:

«Είμεθα εις θέσιν να βεβαιώσωμεν ότι αι πληροφορίαι αι μεταδοθείσαι εκ Τιράνων υπό του πρακτορείου Στέφανι περί δήθεν φόνου Αλβανού πατριώτου υπό Ελλήνων πρακτόρων είνε απολύτως αβάσιμοι. Προ δύο μηνών περίπου, δύο Αλβανοί οίτινες κατώρθωσαν να εισδύσουν εις το ελληνικόν έδαφος συνελήφθησαν και ανακριθέντες ωμολόγησαν ότι εφόνευσαν κατόπιν ρήξεως τον ονομαζόμενον Δαούτ Χότζαν, όστις ήτο γνωστότατος ληστής επικηρυχθείς προς εικοσαετίας υπό της ελληνικής κυβερνήσεως λόγω φόνων και άλλων εγκλημάτων κοινού δικαίου εκτελεσθέντων επί ελληνικού εδάφους.

Η ελληνική κυβέρνησις έθεσεν υπό κράτησιν τους φονείς και διέταξεν την διεξαγωγήν της συνήθους εν προκειμένω διαδικασίας. Την 25ην Ιουλίου η εν Αθήναις ιταλική πρεσβεία ανήγγειλεν εις το ελληνικόν υπουργείον των Εξωτερικών ότι κανονική αίτησις εκδόσεως θα υπεβάλλετο εντός ολίγου υπό του αλβανικού υπουργείου Δικαιοσύνης. Αι ελληνικαί αρχαί αίτινες εξακολουθούν να κρατούν τους εν λόγω Αλβανούς ευρίσκονται πάντοτε εν αναμονή της ανωτέρω αιτήσεως εκδόσεως. Δέον να σημειωθεί ότι η ιταλική διακοίνωσις ήτις ήτο συντεταγμένη υπό συνήθην τύπον τον αφορώντα τρέχοντα διοικητικά ζητήματα, αναφέρει ότι ο Δαούτ Χότζα ήτο από εικοσαετίας εγκατεστημένος εν Αλβανία.

Εν περιλήψει: 1ον) Δεν πρόκειται περί Αλβανού πατριώτου αλλά περί εγκληματίου κοινού δικαίου. 2ον) Οι φονείς δεν είναι Έλληνες αλλά Αλβανοί. 3ον) Ο Δαούτ Χότζα εξετέλεσε τα εγκλήματά του και επεκηρύχθη προ εικοσαετίας. 4ον) Αι ιταλικαί αρχαί είνε εν γνώσει των γεγονότων από εικοσαημέρου τουλάχιστον.

Δέον να προσθέσομεν ότι: 1ον) Η δήθεν περιφορά της κεφαλής του ληστού από χωρίου εις χωρίον, αποτελεί καθαρόν μύθευμα. 2ον) Είνε καθαρόν μύθευμα επίσης η δήθεν δολοφονία Αλβανού τινός επί του οποίου ευρέθη φύλλον περιέχον απειλάς παρομοίων φόνων. Είμεθα αφετέρου υποχρεωμένοι να υπογραμμίσωμεν κατά τον πλέον κατηγορηματικόν τρόπον ότι αι γενικωτέρας φύσεως διαβεβαιώσεις αι περιεχόμεναι εις τα πληροφορίας του ανωτέρω πρακτορείου δεν στηρίζονται επί της πραγματικότητος των γεγονότων.

Είνε παγκοίνως γνωστόν ότι παρά τας νίκας του 1912, αίτινες έφερον την ελληνικήν κατοχήν πέραν των σημερινών ελληνοαλβανικών συνόρων, η Ελλάς ανεγνώρισε την ευρωπαϊκήν απόφασιν την καθορίζουσαν τη σημερινή ελληνοαλβανικήν μεθόριον, ως οριστικήν. Όσον αφορά δήθεν το ζήτημα της Τσαμουργιάς, δέον να παρατηρήσωμεν ότι κατά την ανταλλαγήν των ελληνοτουρκικών πληθυσμών οι Μουσουλμάνοι της περιφερείας ταύτης εξέφρασαν επανειλημμένως την θέλησίν των να μεταναστεύσουν εις την Τουρκίαν. Αλλ’ επειδή είχε προβληθή εξ άλλου η αλβανική καταγωγή των Μουσουλμάνων τούτων, η ελληνική κυβέρνησις διαπνεόμενη εκ πνεύματος ευρυτάτης συνδιαλλαγής και όχι μόνον παρά τη θέλησιν των ενδιαφερομένων, αλλά και παρά μιαν σωφρονεστάτην γνωμάτευσιν της μικτής επιτροπής τεινούσης να εξετάση εν πλήρει αμεροληψία πάσαν ατομικήν περίπτωσιν, απέστη συνολικώς της ανταλλαγής εν τη χώρα ταύτη της Ηπείρου (νομός Θεσπρωτίας).

Όθεν λόγω των γεγονότων τούτων υπάρχουν σήμερον επί συνολικού πληθυσμού 65.074 κατοίκων της νομαρχίας ταύτης, 18.109 ανήκοντες εις την ως άνω κατηγορίαν.

Ο πληθυσμός ούτος απολαμβάνων των ευεργετημάτων μιας πατρικής διοικήσεως διαβιοί εν πλήρει αρμονία μετά των λοιπών συμπολιτών του.

Επιμένομεν επί του αριθμού τούτου των 18.000 όστις ουδέποτε υπήρξε μεγαλύτερος. Δέον εν τέλει προσθέσων ότι δεν είναι καν αναγκαίον να σημειώσει τις το αστήρικτον της βεβαιώσεως, καθ΄ήν ελληνικαί αρχαί είπον δήθεν ότι οι Ιταλοί θα εκδιωχθούν οσονούπω εξ Αλβανίας».

ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ

Οι προκλήσεις από την πλευρά των Ιταλών θα συνεχιστούν. Οι δημοσιογραφικές επιθέσεις κλιμακώνονται ως την παραμονή της κήρυξης του ελληνο-ιταλικού πολέμου. «Η δημοσιογραφική επίθεση των Ιταλών δυναμώνει», γράφει στις 14 Αυγούστου του 1940 ο Γιώργος Σεφέρης, αναφερόμενος στην υπόθεση του Δαούντ Χότζα. Η Ελλάδα επιλέγει να μην προχωρήσει σε διπλωματική ή άλλη ενέργεια. Την ίδια ημέρα όμως το Αθηναϊκό Πρακτορείο μεταδίδει στα ξένα πρακτορεία το ποινικό μητρώο του Δαούντ Χότζα.

Γιώργος Σεφέρης-Μέρες Γ΄(1934-1940) εκδ. Ίκαρος

Αύγουστος-Τετάρτη 14

«Όλη την ώρα δουλειά στο Υπουργείο. Το τηλέφωνο δε σταματά. Η δημοσιογραφική επίθεση των Ιταλών δυναμώνει, μολονότι δεν έχει γίνει ακόμη καμιά διπλωματική ή άλλη ενέργεια. Ο Νικολούδης πάει κι έρχεται στο Υπουργείο Εξωτερικών ιδρω

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!
echo ‘’ ;