17.7 C
Athens
Παρασκευή, 1 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΑΠΟΨΕΙΣΑνεξέλεγκτες οι ελληνικές τράπεζες | Του Γιάννη Μουρατίδη

Ανεξέλεγκτες οι ελληνικές τράπεζες | Του Γιάννη Μουρατίδη

Αδικαιολόγητα μεγάλες προμήθειες, χαώδεις διαφορές στα επιτόκια δανεισμού και καταθέσεων, απαράδεκτη εξυπηρέτηση ειδικά για τους πολίτες μεγάλης ηλικίας.

Ίσως η χειρότερη εικόνα των ελληνικών τραπεζών από τότε που ιδρύθηκαν.

Λίγο καιρό πριν γράφαμε για τη συνεισφορά των αδικαιολόγητα υψηλών προμηθειών των ελληνικών τραπεζών στα κέρδη τους.

Έκτοτε, η κατάσταση έχει αλλάξει, όχι όμως προς το καλύτερο. Διάφορα περιστατικά δείχνουν ότι οι τράπεζες προκειμένου να ενισχύσουν την κερδοφορία τους, είναι έτοιμες όχι μόνο να φουσκώσουν τον τιμοκατάλογο προμηθειών, αλλά και να αγνοήσουν βασικές αρχές κοινωνικής ευθύνης. Ένα παράδειγμα είναι η απώλεια κάρτας εξαιτίας κλοπής ή ληστείας για την οποία οι τράπεζες δεν αναγνωρίζουν κανένα ελαφρυντικό και χρεώνουν τον κάτοχο με τουλάχιστον 6 ευρώ για την επανέκδοση.

Ο Τραπεζικός Μεσολαβητής σηκώνει τα χέρια ψηλά, καθώς από τη στιγμή που η τράπεζα έχει εκπληρώσει τη μοναδική της υποχρέωση να αναρτήσει την προμήθεια στον τιμοκατάλογο της, έχει στη συνέχεια τη δυνατότητα να κάνει ο,τι θέλει. Μάλιστα, οι ελληνικές τράπεζες κάνουν την  ενημέρωση των τιμοκαταλόγων τους χωρίς να προειδοποιήσουν ή τουλάχιστον να ενημερώσουν τους πελάτες, οπότε η κάθε νέα προμήθεια είναι για αυτούς ένα απρόσμενο γεγονός. Τράπεζες του εξωτερικού, πριν εφαρμόσουν μια νέα τιμολογιακή πολιτική, συχνά αρκετούς μήνες πριν, ενημερώνουν τους πελάτες τους, ακόμα και με έντυπη επιστολή, ώστε να είναι προετοιμασμένοι.

Ανεξέλεγκτες οι ελληνικές τράπεζες | Του Γιάννη Μουρατίδη
φωτο: Γιάννης Μουρατίδης

Στο ναδίρ η εξυπηρέτηση πελατών

Την ίδια περίοδο που τα τραπεζικά καταστήματα εξαφανίζονται γρηγορότερα από ποτέ, φεύγοντας, παίρνουν μαζί τους και όλα εκείνα τα ψηφιακά συστήματα που θα μπορούσαν έστω και χωρίς φυσικό εκπρόσωπο να εξυπηρετήσουν τον πελάτη, όπως ATMs και μηχανήματα αυτόματων πληρωμών. Ακόμα όμως και στα καταστήματα που μένουν, οι ελληνικές τράπεζες επιλέγουν να μην αυξάνουν τα συστήματα αυτόματης εξυπηρέτησης, με αποτέλεσμα οι σειρές που σχηματίζονται να φτάνουν μερικές φορές και αρκετά μέτρα εκτός καταστήματος.

Η κατάσταση είναι τραγική κυρίως για τους ηλικιωμένους και ειδικά για αυτούς που δεν έχουν την τύχη να έχουν τη βοήθεια των παιδιών τους στη χρήση των ψηφιακών μέσων. Άνθρωποι που δεν βλέπουν καλά, έχουν προβλήματα υγείας που δεν τους επιτρέπουν να μένουν όρθιοι για πολύ ώρα και φυσικά δεν έχουν εκπαιδευτεί στη χρήση των αυτοματοποιημένων συστημάτων, υποχρεώνονται σε μεγάλους χρόνους ορθοστασίας και βιώνουν άγχος που επιβαρύνει την ήδη επιβαρυμένη υγεία τους.

Σε κάποιες δε περιπτώσεις, οι συναλλαγές πρέπει να γίνουν σε ATM που βρίσκονται εκτός του καταστήματος, οπότε οι ηλικιωμένοι με τα χρήματα στο χέρι είναι εκτεθειμένοι σε επιθέσεις που θα μπορούσαν να έχουν ως αποτέλεσμα ακόμα και την απώλεια της ζωής τους.

Οι εργαζόμενοι που ήδη έχουν άγχος για την απώλεια των θέσεων εργασίας τους και ειδικά οι πιο φιλότιμοι αυτών, βιώνουν όλη αυτήν την κατάσταση με απόγνωση, καθώς από τη μία θέλουν να εξυπηρετήσουν από την άλλη δεν μπορούν να κλωνοποιηθούν για να εξυπηρετήσουν όλες τις απαιτήσεις.

Η συνολική εικόνα δείχνει ότι η μείωση των λειτουργικών εσόδων που πέτυχαν οι τράπεζες από τη ψηφιοποίηση έχει συνεισφέρει στα μέγιστα στην κερδοφορία τους και ελάχιστα στην καλύτερη εξυπηρέτηση των πελατών τους.

Ο πελάτης επιβαρύνεται με το κόστος εξυπηρέτησής του

Οι ψηφιακές συναλλαγές, τις οποίες οι τράπεζες προτείνουν ως εξισορρόπηση της ταλαιπωρίας, πέρα από  το γεγονός ότι δεν είναι δυνατό να καλύψουν το σύνολο των συναλλαγών με την τράπεζα, επιβαρύνουν τους πολίτες με ένα μεγάλο κόστος. Η αγορά και συντήρηση υπολογιστή, όπως και η συνδρομή στις τηλεπικοινωνίες επιβαρύνουν εξολοκλήρου τους πελάτες, οι οποίοι ενώ θα έπρεπε να επιδοτούνται για τις ψηφιακές συναλλαγές, χρεώνονται και για αυτές. Ένα ψηφιακό έμβασμα μεταξύ ελληνικών τραπεζών κοστίζει σήμερα μέχρι και 4 ευρώ, ενώ ένα έμβασμα στο εξωτερικό τα διπλά ή και περισσότερο.

Οι ανέπαφες συναλλαγές που πριν από μερικά χρόνια θεωρήθηκαν η πανάκεια των πληρωμών, έχουν μετατραπεί σε εφιάλτη για τους πολίτες που θα χάσουν την κάρτα ή θα τους την κλέψουν. Οι τράπεζες βρήκαν ως λύση στο πρόβλημα που οι ίδιες δημιούργησαν, την πώληση ασφαλιστικών προϊόντων καρτών, τα οποία με κόστος περίπου 25 ευρώ ανά έτος, καλύπτουν τον κάτοχο της κάρτας για ένα ποσοστό της απώλειας και αυτό υπό αυστηρές προϋποθέσεις.

Όλα τα παραπάνω είναι πρακτικές όχι ασυνήθιστες στον επιχειρηματικό κόσμο, οπότε είναι λογικό οι τράπεζες να επιδιώκουν τη μέγιστη κερδοφορία χωρίς κανένα φραγμό. Η διαφορά είναι ότι με τις  ελληνικές τράπεζες δεν υπάρχει πλέον κανένας  που μπορεί να βάλει φραγμούς όταν χρειάζεται, όπως συμβαίνει τώρα. Το γεγονός για παράδειγμα ότι όλες οι τράπεζες έχουν τιμοκαταλόγους που συμπίπτουν με εξαιρετική ακρίβεια, δε φαίνεται να απασχολεί τη ρυθμιστική αρχή. Το ίδιο ισχύει και για την εφαρμογή νέων χρεώσεων χωρίς προηγούμενη ενημέρωση του πελάτη.

Οι πιο ψαγμένοι πελάτες εγκαταλείπουν τις ελληνικές τράπεζες για άλλες πιο συμφέρουσες επιλογές, όμως αυτό προσωρινά δεν φαίνεται να είναι επιλογή για το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού, το οποίο απλά περιμένει να ακούσει ποια είναι η επόμενη απόφαση των διοικήσεων χωρίς καμία επιλογή αντίδρασης.

Γιάννης Μουρατίδης

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!