22.4 C
Athens
Δευτέρα, 6 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΑΠΟΨΕΙΣΑστοί Αστείοι... εναλλακτικώς | Του Κωνσταντίνου Μπούρα

Αστοί Αστείοι… εναλλακτικώς | Του Κωνσταντίνου Μπούρα

ΑΣΤΟΙ ΑΣΤΕΙΟΙ …ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΩΣ!!!

Από τον ποιητή, θεατρολόγο και κριτικό Κωνσταντίνο Μπούρα

Αυτά τα λεωφορεία είναι θησαυρός! Δεν θα τα άλλαζα, ακόμα κι αν έπιανα το τζακ-ποτ του τζόκερ… ή αν μου τύχαινε ο πρώτος λαχνός στο δωδεκαπλό τζακ-ποτ του Λαϊκού!


Άσε που συλλέγω εκφράσεις, σπάνιες λέξεις, ρυθμούς και μελωδίες για το δημιουργικό λογοτεχνικό μου έργο. Αποφεύγω τη λέξη συν-γραφέας γιατί εγώ γράφω μόνος μου κι αποφεύγω – σαν κάτι άλλους – το κλόπη-πάστε (klopi-paste)…


Λοιπόν την αρχαία ελληνική προσωδία με τα μακρά και βραχέα φωνήεντα (που δεν ταυτίζονται πάντα με τις τονούμενες συλλαβές), τη σύγχρονη προσωδία της ελληνικής λαλιάς την ακούς μόνο από ζητιάνους και μανάβηδες (κι ας είναι κι αλλοδαποί, το μαθαίνουν – η επανάληψις είναι μήτηρ της …παθήσεως, αμ πώς!). «Ταααα ματάάάάκια μου καααλέ κυυυρίίία καλέέέ κύύύριε». Ή «Πάάάρε τώώώρα που κληρρρρώώώώώνειιιιιιιιιι» ή ακόμα «Εδώώώώ ταααα καλλλάάάά αγγγγγγουράάάκκκιιιαααααααα» ή επίσης «Πάάάάάρρρρττττεεεεεε!!!! Πάάάάάάρρρρττττεεεεεεε!!!! Ξξξξξεεεπουλλλλάάάάάμμμμεεεεεεε λλλλλλέέέέέέωωω. Πάάάάμμμεεεε Μύύύκκκονννοοοο!!! Το πλλλλοίίίίοοο φεύύύύύγειιιιιιιιιιιιιιιι!!!»… και άλλα τέτοια συναφή…


Όμως το πιο αστείο μού συνέβη χθες προς το σούρουπο, την ώρα που φουντώνει η νυχταλωπία και δεν βλέπουμε – οι μεσήλικες κι οι πάσχοντες, γενικώς – ούτε τη μύτη μας δεν βλέπουμε, πόσω μάλλον τις πινακίδες των βιαστικών λεωφορείων. 


Περνάει λοιπόν από Ιπποκράτειο, Βασιλίσσης Σοφίας, το Α5 για Αγία Παρασκευή. Μπαίνει ένας μάλλον ώριμος λαχειοπώλης χωρίς φανερά προβλήματα όρασης (ξέρετε, αξεσουάρ, μαύρα γυαλιά, μπαστούνι, σκύλος κι έτσι…). 


«Το Βήήήτττα πέέέννντττε είίίν’ ετττούύύτττοοο;», ρωτάει.


«Άλφα πέντε», απαντάει ένας μάλλον εκνευρισμένος κοστουμαρισμένος με κοιλίτσα επτά μηνών και φαλάκρα.


«Εεεε, δέέένννν μπειρρράάάζειιιι», κάνει ο μεροδούλι-μεροφάι.


«Μπα, για σένα το ίδιο είναι;», επιτίθεται ένας άλλος απρόσκλητος, από αυτούς που πετάγονται σαν …βούρτσες και φυτρώνουν πάντα εκεί που δεν τους σπέρνουνε.


Εεεεεμμμμ, έλα που τα παίρνει στο κρανίο ο «άτυχος βιοπαλαιστής» (έτσι δεν το λέγανε παλιά) και κάτι η νηστικομάρα, κάτι η σκορδίλα (διάχυτη μέσα στο λεωφορείο, του έριξε φαίνεται απότομα την πίεση!), κάτι που δεν είχε βγάλει ακόμα το μεροκάματο κι απ’ ό,τι φαίνεται κανένας από δαύτους τους καλοβολεμένους μικροαστούς εκεί μέσα δεν είχε διάθεση να τον συντρέξει και να πάρει ένα τρίδυμο («μια πεντάδα, έστω!!!)… τον πιάνει που λες μία κρισάρα κι αρχίζει να παραληρεί [θα σας το γράψω χωρίς τα βραχέα και τα μακρά για λόγους ευαναγνωσίας – δικό μου κι αυτό]:


«Αστοί, αστείοι… Που νομίζετε πως το τυρί βγαίνει από την τυρόπιττα!!! Γελάτε, ε; Κοροϊδεύετε; Εμένα; Τον άτυχο; Τον γέροντα; Κακό ‘χρονο να ‘χετε! Αστοί, αστείοι… που νομίζετε πως το τυρί βγαίνει από την τυρόπιττα. Ξέρω γράμματα εγώ. Εμένα που με βλέπετε… εγώ… έχω πατέρα δάσκαλο στο Τεπελένι… Εγώ τα ελληνικά τα μιλάω φαρσί. Όχι σαν κάποιους από εσάς που ανακατεύετε αγγλοαμερικάνικα στην κουβέντα σας. Και με λάθος προφορά. Παλιά είχαμε την εσπεράντο. Ακόμα παλιότερα τα ελληνικά. Τώρα εσείς μπαστραδευτήκατε… όχι από εμάς που ήρθαμε απ’ έξω, αλλά από την τηλεόραση και το ίντερνετ… και ξελογιαστήκατε από τις διαφημίσεις… [Εκείνη την ώρα σταματάει το λεωφορείο σε ένα φανάρι και βλέπουμε όλοι άθελά μας μία μιγάδα να διαφημίζει πάλλευκα εσώρουχα σινιέ. Συνεχίζει απτόητος ο ερασιτέχνης γλωσσολόγος:]… Τα βλέπετε; Τι σας λέω; Πού είμαστε εδώ; Στη Νέα Ορλεάνη; Στο Σόχο;».


«Φασίστα!», βιάζεται να τον πυροβολήσει ένας νεαρός με κολλημένο μαλλί, ξυρισμένος σαν μοϊκανός ινδιάνος, με μια πρασινογαλάζια τούφα στο …λειρί του.

«Φασίστας, εγώ βρε; Που πολέμησα τον Χότζα στην Αλβανία; Που έκανα φυλακή; Που μας βίαζε αυτό το τέρας καθημερινά;».


Μια καλοντυμένη κυρία, που δουλεύει ως αποκλειστική «νταμ ντε κομπανί» σε παλαιά τηλεπαρουσιάστρια, διαμαρτύρεται (με προσωδία):


«Γιάάάά σσσάάάςςςς πππαααρρρααακκκαααλλλλλλλώώώώώώ, λλλεεεωωωωωωωωωφφφφοοορρρρεεείίίίίίίοοο είίίίίίνννναι εεεδδδώώώώώώώ κι όόόόόόόχχχχιιι….».


«…Μπουρδέλο; Αυτό ήθελες να πεις;», τη συμπληρώνει ο παρίας. «Γιατί δε λέτε τα πράγματα με τ’ όνομά τους; Τι έχετε να χάσετε;», επέμενε ο ύποπτος πλέον περιθωριακός που μίλαγε λες κι είχε κάνει διδακτορικό στη γλωσσοκοινωνιολογία τού προλεταριάτου [δεν ξέρω αν υπάρχει τέτοιο πράγμα, αλλά γιατί όχι;].

Τελικά, κανείς δεν ήθελε να συνεχίσει την κουβέντα, ήταν και κουρασμένοι εκείνη την ώρα, αν ήτανε πρωί θα ξεσάλωναν όλοι μαζί, σαν κοτέτσι που ξυπνάει, όμως τώρα… όχι, όχι, τώρα…

Αγόρασα ένα τρίδυμο από τον λαχειοπώλη και κατέβηκα. Είχε περάσει τον προορισμό μου εδώ και πέντε στάσεις κι έπρεπε να πάρω το λεωφορείο ανάποδα…

Κωνσταντίνος Μπούρας

www.konstantinosbouras.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!
echo ‘’ ;