21.6 C
Athens
Τρίτη, 23 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΑΠΟΨΕΙΣCovid-19: Η επίδραση στη γενική θνησιμότητα και εμβολιασμοί

Covid-19: Η επίδραση στη γενική θνησιμότητα και εμβολιασμοί

 

COVID-19  ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΙ

 

Η καταγραφή και η μελέτη της θνησιμότητας σε μια χώρα είναι από τους πιο σημαντικούς επιδημιολογικούς δείκτες για την υγεία του πληθυσμού της. Τίθεται εύλογα το ερώτημα αν οι θάνατοι από Covid έχουν οδηγήσει σε αύξηση της θνησιμότητας τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Το ερώτημα αυτό παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ελλάδα δεδομένων των αυστηρών περιοριστικών μέτρων που έχουν επιβληθεί στην Ελλάδα για μεγάλο χρονικό διάστημα και των σοβαρών και μακροπρόθεσμων επιπτώσεων τους σε όλες τις πτυχές της οικονομικής και της κοινωνικής ζωής. 

 

Μέσα στο 2020 δηλώθηκαν περίπου 84 εκατ. κρούσματα παγκοσμίως από την πρώτη επιδημία του 21ου αιώνα, εκ των οποίων περίπου 1,8 εκατ. συνάνθρωποί μας κατέληξαν στον θάνατο. Είναι δύσκολο αυτή τη στιγμή να εκτιμηθεί ο αυξημένος αριθμός θανάτων  (υπερβάλλουσα θνησιμότητα) που φείλονται στην  COVID 19 για το 2020 παγκοσμίως, αλλά αναμφισβήτητα η COVID-19 άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της. Αναφορικά με την Ελλάδα, η μέση εβδομαδιαία υπερβάλλουσα θνησιμότητα για το 2020 είναι από τις χαμηλότερες που έχουν παρατηρηθεί συγκριτικά με ευρωπαϊκές και άλλες χώρες που έχουν δημοσιοποιήσει τα δεδομένα τους. 

 

Ο αριθμός των θανάτων από κάθε αιτία που καταγράφηκε στην Ελλάδα το 2020 είναι κατά 6,5% αυξημένος σε σχέση με τον ετήσιο μέσο όρο της περιόδου των προηγούμενων 5 ετών, 2015-2019. 

 

Οι θάνατοι από COVID-19 έφτασαν τις 4.957 στο τέλος του 2020, και αντιστοιχούν σε περίπου 4% των συνολικών θανάτων. Επίσης, η διάμεση ηλικία των ασθενών που απεβίωσαν από / με COVID-19 είναι τα 79 έτη, με επικρατούσα ηλικιακή ομάδα αυτή των 65-84 ετών. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι, σε σύγκριση με τα αντίστοιχα στοιχεία για την ολική θνησιμότητα, υπάρχει σημαντική υπερβάλλουσα θνητότητα ασθενών με COVID-19 στις ηλικίες 40-64 ετών, που αγγίζει το 32%, μεταθέτοντας έτσι την ηλικιακή κατανομή των θανάτων προς τις νεότερες ηλικίες. 

 

Ένα αναπάντεχο θετικό εύρημα σε μία περίοδο που τα θύματα της  COVID 19 ήταν καθημερινά πολλές δεκάδες ήταν η μείωση της θνησιμότητας κατά 8.39 % τους δύο πρώτους μήνες του 2021 σε σύγκριση με την αντίστοιχη θνησιμότητα το 2020. Δυστυχώς, αυτή η μείωση των θανάτων δεν συνεχίστηκε και τους  επόμενους  μήνες.  Αντίθετα ως τις αρχές του Ιουλίου 2021, σύμφωνα πάντα με επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) είχαμε αύξηση των θανάτων κατά 7,39% σε σύγκριση με το 2020. Επίσης στις πρώτες 26 εβδομάδες του 2021 παρατηρήθηκε αύξηση στον αριθμό των θανάτων κατά 9,24% σε σχέση με το μέσο όρο του αριθμού των θανάτων των πρώτων 26 εβδομάδων της εξαετίας 2015-2020. 

 

Από τη μελέτη των σχετικών στοιχείων για το έτος 2021 προκύπτει ότι  μεγάλη αύξηση θανάτων έχουμε στις σχετικά νεαρές (30-44) και κυρίως στις μέσες ηλικίες, με έκρηξη των θανάτων στους άνδρες αυτών των ηλικιών. Δεν είναι σαφές πού οφείλεται η αύξηση αυτή. 

 

Είναι αμφίβολο αν η αύξηση των θανάτων στις ηλικιακές αυτές ομάδες μπορεί να αποδοθεί στην COVID-19 δεδομένου ότι η COVID-19 προκαλεί θνητότητα κυρίως σε μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες. Μία ερμηνεία θα μπορούσε να είναι ότι η αυξημένη θνητότητα σε αυτές τις ηλικιακές ομάδες οφείλεται σε άλλες ασθένειες (π.χ. εμφράγματα, καρδιοαγγειακά νοσήματα κ.ά.) καθώς πολλοί, ακόμα και εν γνώσει τους, ασθενείς, δεν έκαναν τις απαραίτητες εξετάσεις, διέκοπταν τη φαρμακευτική αγωγή τους κλπ, καθώς δεν ήθελαν να μεταβούν σε νοσοκομείο φοβούμενοι τον κορωνοϊό. 

 

Μπορεί όμως να αποδοθεί η αύξηση της συνολικής θνησιμότητας τα έτη 2020 και 2021 σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη στην COVID-19; Είναι δύσκολο να δοθεί μια ακριβής απάντηση. Παρόμοιες αυξήσεις έχουμε δει και άλλες φορές τα τελευταία χρόνια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αύξηση κατά 6,3% στην ολική θνησιμότητα μεταξύ των ετών 2016 και 2017, χωρίς να έχει μεσολαβήσει καμία επιδημία ή κάποιο άλλο σημαντικό γεγονός. Εξάλλου από τη δεκαετία του 1970 και έπειτα η θνησιμότητα στην Ελλάδα αυξάνεται ως αποτέλεσμα της γήρανσης του πληθυσμού και των αλλαγών στον καθημερινό τρόπο ζωής.  

 

Επιπλέον η απλοική άποψη ότι η  COVID-19 είναι μία επιπλέον αιτία στις ήδη κύριες υπάρχουσες (καρδιαγγειακές παθήσεις, διάφορες μορφές καρκίνου, λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος)  που προκαλούν θνητότητα και επομένως η υπερβάλλουσα θνησιμότητα δεν μπορεί παρά να οφείλεται σε αυτή δεν λαμβάνει υπόψη της τη συσχέτιση της  COVID-19 με τα προυπάρχοντα νοσήματα που έχουν σε πολλές περιπτώσεις οι ασθενείς που αποβιώνουν εξαιτίας της COVID-19 και τα οποία στις περισσότερες περιπτώσεις είναι μία από τις κύριες υπάρχουσες αιτίες που προκαλούν θνησιμότητα.  

 

Συμπερασματικά λοιπόν με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα δεν μπορούμε να αποδώσουμε την αύξηση της θνησιμότητας τα έτη 2020 και 2021 σε σύγκριση  με την θνησιμότητα στις περιόδους αντίστοιχα 2015-2019 και 2015-2020 στην COVID-19. Η αύξηση της θνησιμότητας τα έτη αυτά δεν είναι πέρα από το σύνηθες και παρόμοια αύξηση έχει παρατηρηθεί και μεταξύ των ετών 2016 και 2017 χωρίς την ύπαρξη πανδημίας.

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι το ποσοστό του ολοκληρωμένου εμβολιασμού αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα είναι 58.45%, ποσοστό που απέχει αρκετά από το αρχικά επιθυμητό 80%. Δεδομένου ότι το ποσοστό των εμβολιασμένων από 65 χρονών και άνω ανέρχεται περίπου στο 65% και  ότι η διάμεση ηλικία των συμπολιτών μα ς που απεβίωσε από COVID-19 το 2020 είναι 79 έτη προκύπτει η ανάγκη να πειστεί  η ηλικιακή αυτή ομάδα των συμπολιτών μας για το απαραίτητο του εμβολιασμού της. 

 

 

ΙΩΑΝΝΝΗΣ ΛΕΒΕΝΤΙΔΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΕΛΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΟΥΛΙΟΣ 

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!
echo ‘’ ;