ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ | Ευτυχία. Του Θεοδόση Πελεγρίνη
Ο υφυπουργός Παιδείας και τέως Πρύτανης του Εθνικού
και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδόσης Πελεγρίνης αρθρογραφεί
κάθε Δευτέρα αποκλειστικά για το enallaktikos.gr
Θεοδόσης Ν. Πελεγρίνης
ΕΥΤΥΧΙΑ
Απευθυνόμενος ο Μπωτλαίρ στον Γάλλο συγγραφέα και κριτικό Ζυλ Ζανέν, του λέει: «σας οικτίρω, κύριε, που μπορείτε να είσθε εύκολα ευτυχής». Οικτίρω κάποιον, όταν τον βλέπω σε μια κατάσταση που δεν του αξίζει. Η ευτυχία, όμως, το να έχεις εκπληρώσει όλες τις επιθυμίες και επιδιώξεις σου, αποτελεί, κατά την κρατούσα αντίληψη, την πλέον αξιοζήλευτη κατάσταση. Πώς γίνεται, λοιπόν, να οικτίρει κανείς κάποιον για την ευτυχία του –αν, μάλιστα, για την απόκτησή της δεν υποβλήθηκε σε ιδιαίτερες δοκιμασίες ούτε υπέστη αξιοσημείωτες απώλειες; Ο Θεός, δηλαδή, δικαιούμεθα να υποθέσομε ότι αισθανόταν για τους πρωτόπλαστους, βλέποντάς τους ευτυχισμένους στον παράδεισο, οίκτο, από τον οποίο απηλλάγη όταν έπαψαν πλέον, εκτός παραδείσου, να είναι κάτοχοι της ευτυχίας.
Μια τέτοια ερμηνεία της σχετικής ιστορίας της Βίβλου, για τον Μπωντλαίρ, κάθε άλλο παρά αθέμιτη θα θεωρούνταν –με την προσθήκη μόνο ότι την πτώση τους οι πρωτόπλαστοι δεν την υπέστησαν όταν απώλεσαν την ευτυχία, αλλά την βίωναν ήδη όσο ήταν ευτυχείς στον παράδεισο. Ο ευτυχής άνθρωπος, κατά τον Μπωντλαίρ, έχει ξεπέσει από μια δρώσα ύπαρξη σε μια ύπαρξη απλώς, καθόσον, μη έχοντας τίποτα πλέον να διεκδικήσει μετά την απόκτηση της ευτυχίας, έχει χάσει και κάθε ενδιαφέρον για οτιδήποτε.
Ό, τι ο άνθρωπος, ως δρώσα ύπαρξη, συναντάει στην πορεία του το ξεπερνάει ή, έστω, επιζητεί να το ξεπεράσει. Υπάρχει εγγενής μέσα του αδιάλειπτη η διάθεση της υπέρβασης, η ροπή να απλώνει διαρκώς το βλέμμα του πέρα από εκείνο που βλέπει κάθε φορά. Αντί της ζωής που όπως την ζει την κάθε στιγμή δεν τον χορταίνει, σχεδιάζει την ζωή όπως θα ήθελε να την ζει, χωρίς να είναι και βέβαιο ποτέ ότι τα σχέδια του θα τον δικαιώσουν.
Το αποτέλεσμα, είτε περιοριστεί σε μια ζωή που δεν τον γεμίζει είτε εγκλωβιστεί στην αμφιβολία των σχεδίων του για μιαν άλλη ζωή όπως θα την ήθελε, είναι το ίδιο: η αίσθηση του ανικανοποίητου, η θλίψη, ο πόνος. Στον ίδιο εναπόκειται αν θα υποταχθεί στα δυσάρεστα αυτά συναισθήματα και διολισθήσει στην αδράνεια ή αν, απεναντίας, προσπαθώντας να τα ξεπεράσει, εντείνει περισσότερο την δράση του.
Η ευτυχία δεν είναι χίμαιρα, όπως πολλαχόθεν ακούγεται. Μπορεί, πράγματι, κανείς, περιορίζοντας τις επιθυμίες του και κονταίνοντας τους στόχους του, να εξασφαλίσει την ευτυχία με αποτέλεσμα όμως να καταστεί έτσι απλώς μια ύπαρξη. Η άλλη δυνατότητά του είναι –αντί για απλή, αδιάφορη, αδρανής ύπαρξη– να επιλέξει, αποποιούμενος την ιδέα της ευτυχίας, να εξακολουθεί να ζει ως μια ύπαρξη δρώσα, όπως έπραξε ο μέγας Έλλην ιατρός Γεώργιος Παπανικολάου. «Δεν με ενδιαφέρει», έλεγε ο Παπανικολάου, «να γίνω ευτυχισμένος. Να εργάζομαι θέλω».