22.2 C
Athens
Δευτέρα, 6 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΑΠΟΨΕΙΣΓιατί δεν κλαίω για τους Οικολόγους Πράσινους, του Γ. Παπαχριστοδούλου

Γιατί δεν κλαίω για τους Οικολόγους Πράσινους, του Γ. Παπαχριστοδούλου

Γράφει για το enallaktikos.gr ο Γιώργος Παπαχριστοδούλου

Σε αντίθεση με τον Χριστόφορο Κάσδαγλη, δεν θα κλάψω για τα όσα συμβαίνουν στον κομματικό χώρο των Οικολόγων Πράσινων (https://www.thepressproject.gr/article/56052).

Καταλαβαίνω, ως ένα βαθμό, τον Χριστόφορο (με τον οποίο έχω συνομιλήσει πέρυσι τηλεφωνικά στο Δημοτικό Ραδιόφωνο Ιωαννίνων για το διαδικτυακό αποκούμπι που ονομάζεται «Ημερολόγιο Ανέργου»), επειδή όπως κι εκείνος «χρωστάω πολλά στον χώρο της πολιτικής οικολογίας». Ωστόσο, η σημερινή εξέλιξη τμημάτων του χώρου αυτού στην Ελλάδα δεν επιβεβαιώνει παρά εκείνα που επεσήμανε, ήδη από τη δεκαετία του ’80, ένας από τους σπουδαιότερους στοχαστές της ριζοσπαστικής κοινωνικής οικολογικής σκέψης, ο Μάρραιη Μπούκτσιν, μιλώντας, με βάση και το παράδειγμα των Γερμανών Πρασίνων, για μετάλλαξη της κριτικής οικολογικής παρέμβασης από τη θεσιθηρία και τον κοινοβουλευτισμό.

Η βλέψη των Οικολόγων Πράσινων να αποκτήσουν κοινοβουλευτική δίοδο είναι ένας από τους λόγους τους οδήγησε στη σημερινή κατάρρευση. Κατέρρευσαν πριν κοινωνικοποιήσουν τον πολιτικό τους λόγο, σε μία κοινωνία η οποία κυριαρχείται, σε επίπεδο οικονομίας, αφενός από την τυφλή μαρξιστική πίστη στο πρωτείο της απεριόριστης επέκτασης της παραγωγής, αφετέρου από το δεξιό μοντέλο των δημόσιων επενδύσεων που κατευθύνονται σε μεγάλα έργα και των ιδιωτικών που πριμοδοτούν την οικοδομή.

Δεν αποτελεί κατάρρευση του σύγχρονου οικολογικού λόγου – πρόκειται για το προδιαγεγραμμένο τέλος ενός κομματικού μηχανισμού ο οποίος αναδείκνυε άγαρμπα και φανταχτερά πρώτα τα πρόσωπα κι έπειτα το περιεχόμενο της πολιτικής πρότασης. Μάθαμε δηλαδή περισσότερο, στο πλαίσιο μίας επικοινωνιακής διαχείρισης της πραγματικότητας, τον Μιχάλη Τρεμόπουλο και τον Νίκο Χρυσόγελο, τον Κον Μπεντίτ και τον Καφετζόπουλο, και λιγότερο το περιεχόμενο, τον κριτικό λόγο, τις προοπτικές και τις προτάσεις του οικολογικού ρεύματος.

Η οικολογία, ένα ολόκληρο οικοσύστημα ριζοσπαστικών ιδεών για τη φύση και την κοινωνία, απογυμνώθηκε από το όποιο απελευθερωτικό της περιεχόμενο, από την αποστολή της να θέσει εντός κοινωνίας ερωτήματα για το κυρίαρχο μοντέλο «ανάπτυξης», το πώς οι πολιτικές αποφάσεις ενός ολιγαρχικού συστήματος επηρεάζουν την οικολογική ισορροπία, μειώνουν την κοινωνική και φυσική βιοποικιλότητα για χάρη του κέρδους και της εξουσίας. Για το ευρύ κοινό, έγινε της μόδας, στη δεύτερη φάση της ανάπτυξης της στην Ελλάδα, από το 2002 και μετά, όταν και συγκροτήθηκε το κόμμα. Η οικολογία, όπως εκφραζόταν επικοινωνιακά από τους Οικολόγους Πράσινους, στράφηκε κυρίως στο πώς θα μετουσιώσει σε κοινοβουλευτικά έδρανα και υπουργικές θέσεις τους πολύχρονους αγώνες των κοινωνικών κινημάτων τα οποία επηρέασε (ή έτσι νόμιζε).

Κάποιοι το μπόρεσαν- ανέλαβαν κρίσιμα πόστα σε υπουργεία και δη του Περιβάλλοντος, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου με το επιτελείο του αντιλήφθηκαν ότι έτσι θα μπορούσε ενσωματωθεί η κοινωνική δυναμική των κινήσεων πολιτών οι οποίες διεκδικούν μία άλλη διαχείριση, πέραν κράτους και εταιρειών. Τότε, η προοπτική της κατάληψης πόστων εξουσίας, μέσα από την παράκαμψη της λαϊκής βούλησης, στο πλαίσιο μίας τεχνοκρατικής διαχείρισης από ένα επιτελείο ειδικών που «γνωρίζει τα οικολογικά», γοήτευσε τον χώρο των Οικολόγων Πράσινων, και ασφαλώς των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ).

Για ορισμένους υπήρξε κατάκτηση του πολιτικού στόχου σύμφωνα με τον οποίο οι πολιτικές αποφάσεις αποκτούν οικολογική διάσταση (προσωπείο στην πραγματικότητα). Για άλλους, τους επίμονους κι αυθεντικούς αγωνιστές της πολιτικής οικολογίας, όχι. Αύριο, ενδεχομένως συμβεί κάτι αντίστοιχο με τον ΣΥΡΙΖΑ. Διευρυμένα.

Την πρώτη φορά, στο ταξίδι του προς το κοινοβούλιο, ο οικολογικός χώρος, μέσα από έντονες διαμάχες και αντιπαραθέσεις, τα κατάφερε. Με το ομοσπονδιακό σχήμα των Οικολόγων Εναλλακτικών εξέλεξε βουλευτίνα τη Μαρίνα Δίζη, το Νοέμβρη του ’89 και την Τασία Ανδρεαδάκη, τον Απρίλη του ’90. Ακολούθησαν διαμάχες με επίκεντρο την κατανομή της κοινοβουλευτικής χρηματοδότησης για τις οποίες γράφτηκαν μέχρι και βιβλία (Χατζηπαναγιώτου)

Τη δεύτερη, ενώ τμήματα του ανασυγκροτήθηκαν σε ένα κομματικό μηχανισμό ο οποίος στο εσωτερικό του διέφερε, όπως λέγεται, από τους υπόλοιπους εφαρμόζοντας – όσο μπορούσε – διαδικασίες όπως η εναλλαγή και η ανακλητότητα, δεν κατάφεραν να καρπωθούν εκλογικά την κοινωνική κίνηση. Ακριβώς επειδή το υπαρκτό κενό στο πράττειν και το σκέπτεσθαι περί τα οικολογικά θέματα καλύπτεται από σκεπτόμενους πολίτες που λειτουργούν ως συλλογικά άτομα.

Δεν χρειαζόταν – και δεν χρειάζεται – να είσαι ενταγμένος σε ένα οικολογικό κόμμα ή σε μία δομή αντίστοιχου τύπου, ακόμη και ανοιχτή αντιεξουσιαστική, ώστε να παρέμβεις μαζί με άλλους σε ένα θέμα το οποίο αφορά τη συλλογική ζωή (νερό, σκουπίδια, ενέργεια, δημόσιοι χώροι, αδέσποτα, γκολφ, κλπ.). Ενώ δηλαδή η ηγεσία των Οικολόγων Πράσινων έφτιαχνε τον μηχανισμό σε μία κατεύθυνση να βρει χώρο στην κεντρική πολιτική σκηνή (με φόρα κι από εκείνες τις δημοσκοπήσεις του 2007 που έδιναν 17%), ο κοινωνικός οικολογικός λόγος παραγόταν και παράγεται από τα κάτω στις διεργασίες των κινήσεων πολιτών.

Στη Μεσοχώρα του Αχελώου, στις διαδηλώσεις ενάντια στον λιθάνθρακα, στην Κρήτη ενάντια στις ανεμογεννήτριες, στη Χαλκιδική ενάντια στο χρυσό, στα ποτάμια, στην οικολογική γεωργία –κτηνοτροφία, την αυτοδιαχείριση της ζωής στη μητρόπολη, σε κάθε μικρή και μεγάλη μάχη ενάντια στη λεηλασία της φύσης και της κοινωνίας από τα κρατικά-εταιρικά λόμπι. Επώδυνη συλλογική και ατομική διαδικασία, όπως παραμένει και σήμερα, ακόμη περισσότερο επειδή έχει αφαιρεθεί από πλευράς εξουσίας κάθε ορθολογικό πρόσχημα το οποίο να δικαιολογεί για ποιον λόγο πρέπει να κατασκευάσουμε ένα υδροβόρο γήπεδο γκολφ σε μία άνυδρη περιοχή ή πρέπει να τσιμεντοποιήσουμε μία «παρθένα» ακτή.

Χωρίς κεντρικό σχεδιασμό

Όλες αυτές οι διεργασίες, με τις αδυναμίες και τις δυνατότητές τους, δεν χρειάστηκαν κανέναν κεντρικό σχεδιασμό, είτε από κόμμα είτε από οργάνωση, έστω και ανοιχτού τύπου, καμία άνωθεν εντολή, ώστε να εκτυλιχτούν στο κοινωνικό γίγνεσθαι, μορφοποιώντας έναν αδόμητο χώρο στην πόλη, μία οικο-καλλιέργεια χωρίς χημικά, έναν εγκαταλελειμμένο χώρο που μεταμορφώνεται σε τόπο ελευθερίας στη μητρόπολη αυτοδιαχείριση του νερού και της τροφής, προστασία του τοπίου, από-«ανάπτυξη» της ζωής.
Δεν απαξίωσαν τους Οικολόγους Πράσινους και τη συνεισφορά των μελών των στην πρώτη εμφάνιση της σύγχρονης οικολογικής σκέψης στη χώρα- απλώς, δεν γύρεψαν αντιπροσώπους (ελπίζω να μην το κάνουν με τον ΣΥΡΙΖΑ ή αντιεξουσιαστικές συλλογικότητες).

Αναγνώρισαν – νομίζω – τη σημασία των θεωρητικών επεξεργασιών και την παρεμβατικότητα εκείνων των πρώτων σκαπανέων του οικολογικού κινήματος του ’80, χωρίς να επιλέξουν να σκοτώσουν τον πατέρα ή τους επίδοξους κληρονόμους, νέους ιδιοκτήτες.

Απλώς, επιχειρούν να πάνε τα προτάγματα της πολιτικής οικολογίας παραπέρα γειώνοντάς τα στο παρόν και να εμπλουτίσουν την απελευθερωτική κληρονομιά εκείνων των ανθρώπων που πρωτομίλησαν και έδρασαν για μία οικολογική κοινωνία. Εφάρμοσαν (ή έστω, προσπαθούν) την αποκεντρωμένη δράση, την οριζόντια δικτύωση, το «σκέψου σφαιρικά, δράσε τοπικά».

Με άλλα λόγια: μεγαλώσαμε, ξαναδιαβάσαμε και συναντήσαμε εκ νέου Οικοτοπία, Κοινωνία και Φύση, Αρνούμαι, Άνθη του κακού, Νέα Οικολογία, Οικολογική Επιθεώρηση, , Οικολογική Εφημερίδα (κι άλλα, πολλά σπουδαία έντυπα). Επειδή το πρώτο μας, πολιτικό, κείμενο δημοσιεύτηκε στο ευβοϊκό οικολογικό περιοδικό «Το ρόπτρο της πόλης»,  το οποίο άνοιξε γιγαντιαία ερωτήματα, καταλαβαίνουμε τώρα σε τι γοητευτική περιπέτεια συμμετέχουμε…

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!
echo ‘’ ;