19.4 C
Athens
Τρίτη, 23 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΑΠΟΨΕΙΣΗ επέλαση των μεταλλαγμένων φυτικών ειδών, μια απειλή για την φυτογενετική κληρονομιά...

Η επέλαση των μεταλλαγμένων φυτικών ειδών, μια απειλή για την φυτογενετική κληρονομιά του οίκου μας | της Διονυσίας Ποταμίτου

H έννοια «μεταλλαγμένο είδος» είναι πλέον στις μέρες μας πολύ θολή και παρεξηγημένη, καταρχήν επειδή αγνοούμε ως καταναλωτές ότι εδώ και δεκαετίες  δεν κυκλοφορούν πλέον στο εμπόριο σπόροι που δεν έχουν υποστεί κάποιου είδους τεχνητή μετάλλαξη, αλλά πρωτίστως επειδή η επιστημονική κι ερευνητική γεωπονία και η βιοτεχνολογία εφαρμόζουν  διάφορες μεθόδους  που τα μεταξύ τους διακριτικά όρια παραμένουν  ασαφή κι δυσνόητα για τον απλό καταναλωτή.
Για να  βοηθήσουμε την αποσαφήνιση σχετικά με το τι είδους μεταλλαγμένα έχουν εισέλθει στην διατροφή μας μέσω των σιτηρών και των οπωροκηπευτικών κυρίως, πρέπει να διακρίνουμε κάποιες  βασικές έννοιες όπως την έννοια της «μετάλλαξης», της «βελτίωσης» και της «γενετικής τροποποίησης».
Ας δούμε αρχικά λοιπόν τι είναι η μετάλλαξη γενικά ενός οργανισμού, εστιάζοντας στις κληρονομίσιμες αλλαγές, αυτές που συμβαίνουν σε γεννητικά κύτταρα κι άρα επηρεάζουν τους απογόνους, δηλαδή τις νέες γενιές που θα προκύψουν…
«ΜΕΤΑΛΛΑΞΗ» λοιπόν, ονομάζουμε την τροποποίηση του γενετικού υλικού ενός κυττάρου οργανισμού, ή μιας εκτεταμένης ομάδας ή ομάδων κυττάρων με τους εξής τρόπους: 
α) αφαίρεση γονιδίων 
β) πρόσθεση γονιδίων 
γ) αλλοίωση γονιδίων κι ανασυνδυασμό ανάμεσα σε γονίδια διαφορετικών φυτών
Οι μεταλλάξεις να σημειώσουμε ότι είναι καταρχήν φυσικές διεργασίες σπάνιες μεν  και τυχαίες, που όμως γίνονται πιο συχνές όταν οι οργανισμοί υπόκεινται σε περιβαλλοντικές αλλαγές έντονες, δηλαδή όταν έχουμε κάποιους παράγοντες μεταλαξιογόνους που δρουν σε εντατική βάση όπως χημικές ουσίες, θερμοκρασία, ακτινοβολίες, αλλά και μικροοργανισμοί ακόμη. 
Άλλο χαρακτηριστικό  των τυχαίων αυτών φυσικών μεταλλάξεων είναι ότι δεν οδηγούν πάντα σε προσαρμόσιμους οργανισμούς που μπορούν να επιβιώσουν καλύτερα στις νέες συνθήκες, δηλαδή η κατεύθυνση της μετάλλαξης δεν είναι πάντα μια ευνοϊκή για το είδος αλλαγή.
Οι τεχνητές  ανθρωπογενείς μεταλλαξιογόνες  επεμβάσεις  πάνω στα είδη όμως  γίνονται με γνώμονα πάντα την επίτευξη συγκεκριμένων χαρακτηριστικών που  έχουν να κάνουν κυρίως με την προσαρμοστικότητα των ειδών  σε νέες συνθήκες και την εμπορική  αποδοτικότητα και κερδοφορία.
 
Αυτό αμέσως-αμέσως είναι ένα  σημαίνον χαρακτηριστικό των τεχνητών μεταλλάξεων πάνω στα τροφικά καλλιεργητικά είδη ..ότι δηλαδή δεν αποσκοπούν στην δημιουργία θρεπτικότερων ποικιλιών  αλλά στην επίτευξη ορισμένων οικονομοτεχνικών ιδιοτήτων που μάλιστα συμβαίνει κατά κανόνα να βλάπτουν την ουσιαστική ποιότητα των  οργανισμών, η οποία βέβαια σχετίζεται με την θρεπτική αξία τους και μόνο με αυτήν.
Τις τεχνητές μεταλλαξιογόνες επεμβάσεις τώρα θα τις διακρίνουμε σε δύο κατηγορίες τις Βελτιώσεις και τις Γενετικές Τροποποιήσεις. 
Η διάκριση αυτή βέβαια θολώνει το γεγονός ότι έχουμε να κάνουμε έτσι κι αλλιώς με γενετική αλλαγή επί των ειδών, καθώς αυτό είναι τα αποτέλεσμα και των δύο τύπων των τεχνητών επιδράσεων …θολώνει επίσης και το γεγονός ότι βελτίωση του τύπου των οικονομοτεχνικών χαρακτηριστικών των ειδών επιδιώκουν και οι γενετικοί τροποποιητές. 
Παρακάτω ας δούμε τι ακριβώς εννοούν με τον όρο «Βελτίωση» και το με τον όρο Γενετική Τροποποίηση  οι επιστήμονες της γεωπονικής και βιοτεχνολογίας …
«ΒΕΛΤΙΩΣΗ» είναι μια έμμεση χρονοβόρα επέμβαση στο γενετικό υλικό, όπου επιλέγονται κατάλληλοι οργανισμοί του ίδιου είδους ή συγγενικών για αναπαραγωγή νέων ειδών σε κατάλληλες  συνθήκες και με κατάλληλες μεθόδους υποβοήθησης της αναπαραγωγής των ειδών, ώστε να υπάρξει ευνοϊκή μετάλλαξη.. 
Έχουμε λοιπόν το πρώτο είδος μεταλλαξιογόνου επέμβασης του ανθρώπου πάνω στα φυτικά είδη (αλλά και στα ζωικά), με κύριο χαρακτηριστικό της ότι τα είδη που επιλέγονται για την ελεγχόμενη αναπαραγωγή είναι ίδια ή συγγενικά και οι μέθοδοι είναι ήπιες  μέθοδοι υποβοήθησης της αναπαραγωγής αυτής (τουλάχιστον στις κλασσικές βελτιωτικές επεμβάσεις).
Η βελτιωτική παρέμβαση σημειωτέον είναι πολύ παλιά τεχνική, που εφάρμοζαν αγρότες αλλά και κρατικά εργαστήρια, άρα υπήρχε  μια ολόκληρη παράδοση επέμβασης του ανθρώπου από τα αρχαία ακόμη χρόνια πάνω στο φυτογενετικό υλικό και ανάμιξης του με το υλικό άγριων ειδών, με αποτέλεσμα όλα τα λεγόμενα εξημερωμένα είδη τα φυτοπαραγωγικά να αποτελούν ουσιαστικά τύπους «υβριδίων» κατά βάση. Άρα δεν είναι υπερβολή να μιλάμε για την βελτιωτική  καταρχήν ως μια κλασσική μέθοδο επέμβασης στο φυτογενετικό υλικό ειδικά  των ειδών που προορίζονταν για ανθρώπινη βρώση.
Από τα μέσα όμως του περασμένου αιώνα η βελτιωτική έγινε συστηματική παρέμβαση μέσω τεχνικών τυπικών μεθόδων αυστηρά επιστημονικών και στοχευμένων  προς την δημιουργία νέων ειδών, τα λεγόμενα υβρίδια, με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά  ως προς την παραγωγικότητα και τη ποιότητα τους. 
Τα νέα είδη ήταν πολύ πιο αποδοτικά ,είχαν μια ελεγχόμενη ποιότητα χημικών συστατικών, ήταν ανθεκτικά σε αρρώστιες, έντομα και κλιματολογικές αντίξοες συνθήκες, είχαν ως φυτά μια αρχιτεκτονική που βοηθούσε την απόδοση τους, ελαχιστοποιώντας την καταστροφή τους (πχ. αποφυγή πλαγιάσματος  κι επιπλέον βοηθούσε την οργάνωση της εκτεταμένης καλλιέργειας τους και την συγκομιδή τους)
Πλέον, οι βελτιωτές δεν παρακολουθούσαν απλώς τα είδη καθώς παρέμβαιναν πάνω τους αλλά πειραματίζονταν με αυστηρές επιστημονικές μεθόδους αποσκοπώντας σε συγκεκριμένα αποτελέσματα. Με άλλα λόγια προσχεδίαζαν ως προς τις επιθυμητές ιδιότητες τους τα φυτικά είδη και προσπαθούσαν να τα αναπαράξουν.
H καθιέρωση της επιστημονικής βελτιωτικής ως  εγγυήτριας της απόδοσης της αγροτικής παραγωγής διεθνώς σηματοδοτήθηκε ως Πράσινη Επανάσταση που θα έλυνε το διατροφικό πρόβλημα του πλανήτη. Παρά το γεγονός ότι προέκυπτε μια τρομερή αντίφαση, καθώς οι νέες υβριδικές ποικιλίες είχαν υψηλές απαιτήσεις σε νερό, λιπάσματα και φυτοφάρμακα για να προστατευτούν από νέου τύπου μικρόβια που δε ήταν του γενετικού προγραμματισμού τους να προστατεύονται από αυτά, οι ερευνητές και πειραματιστές της βελτίωσης άρχισαν να βραβεύονται με διεθνή βραβεία  και η επεμβατική πάνω στους φυτογενετικούς πόρους που μέχρι τότε θεωρούνταν κατά βάση παραδοσιακοί άρχισε να νομιμοποιείται αλλά και να «πατεντάρεται».
Η δημιουργία υβριδίων από εργαστήρια εταιρειών αλλά και κρατικά δημιούργησε την ανάγκη κατοχύρωσης των πνευματικών και εμπορικών δικαιωμάτων των δημιουργών των νέων ειδών. Έτσι κάπως ξεκινά  η κούρσα της νομικής προστασίας των ποικιλιών. Η πίεση για νομική κάλυψη δεν προέρχονταν από την ανάγκη να προστατευτούν οι  παραδοσιακές ποικιλίες  αν και αυτές περιλήφθηκαν στα προτατευόμενα είδη, αλλά από την ανάγκη να προστατευτεί το φυτογενετικό υλικό που οι εταιρείες θεωρούσαν δημιούργημα τους δηλαδή τα υβρίδια. 
Έτσι λοιπόν στην δεκαετία του ’60 έχουμε την πρώτη Διεθνή  Σύμβαση  κι έναν διεθνή οργανισμό (για την προστασία των ποικιλιών και την δημιουργία  σε εθνικό επίπεδο των αντίστοιχων εθνικών καταλόγων και μητρώων προστατευόμενων και αδειοδοτημένων για εμπορική χρήση ανάπτυξη και παραγωγή σπόρων.
Τα νέα είδη έτσι κάπως εισήλθαν στη αγροτική  παραγωγή, με διεθνή νομική κάλυψη και με έννομα δικαιώματα υπέρ των δημιουργών τους, πιέζοντας τα κράτη να αποδεχτούν την κυκλοφορία τους και χρήση τους στην αγροτική παραγωγή, εκτοπίζοντας τις παραδοσιακές τοπικές ποικιλίες, μεταθέτωντας  τον έλεγχο των σπόρων από τους αγρότες παραγωγούς καλλιεργητές φυτών, στις εταιρείες δημιουργίας σπόρων, λιπασμάτων  και φυτοφαρμάκων.
Τα λεγόμενα υβρίδια, δηλαδή είδη που έχουν προέλθει από την ανάμιξη γενετικού υλικού συγγενικών ειδών κι έχουν επιλεχθεί για αναπαραγωγή, κυριαρχούν πλέον στην αγροτική  παραγωγή αποτελώντας το 80-90% των σπόρων που καλλιεργούνται συστηματικά στις μεγάλες μηχανοποιήμενες καλλιέργειες.
Τα νέα αυτά αγροτικά είδη  και τα δικαιώματα που επάγουν για τους δημιουργούς ερευνητές πειραματιστές τους, οριστικοποιούν  πλέον τον έλεγχο της αγροτικής  παραγωγής.
Οι νέες υβριδιακές ποικιλίες εξαιτίας των εξαιρετικών οικονομοτεχνικών τους χαρακτηριστικών επιβάλλονται διεθνώς… σχεδόν τριπλασιάζουν την απόδοση των καλλιεργειών, προσαρμόζονται στα διάφορα οικοαγροτικά περιβάλλοντα μοιάζουν να είναι παντώς καιρού και εποχής, η δε αρχιτεκτονική τους είναι προσαρμοσμένη στις μεθόδους της μηχανοποιημένης εκτεταμένης αγροτικής καλλιέργειας και συγκομιδής. 
Η ευπάθεια τους όμως σε νέες αρρώστιες και παράσιτα , άρα  η  εξάρτηση της καλλιέργειας τους από την χημική αγροτοβιομηχανία και η πολύ χαμηλή θρεπτική και γευστική τους ποιότητα, δεν φαίνεται να πτοούν τους νέους συν τοις άλλοις επιδοτούμενους από κρατικα προγράμματα αγρότες, η  εγκατάλειψη των παραδοσιακών καλλιεργειών και ο περιορισμός τους σε τοπικές  μικρού μεγέθους καλλιέργειες ή η πλήρης εξαφάνιση τους από τις τοπικές αγροτικές οικονομίες είναι το σκληρό τίμημα που οι επιδοτούμενοι νέοι αγρότες δύσκολα συνειδητοποιούν.
Η εισαγωγή  των υβριδιακών ποικιλιών των «ήπια» μεταλλαγμένων βέβαια ανοίγει τον δρόμο για την νέα γενιά «υβριδίων» προιόντων καθαρά της βιοτεχνολογίας και της γενετικής μηχανικής με την «βίαιη»  επέμβαση στο φυτογενετικό υλικό… έτσι κάπως εισερχόμαστε στο σύμπαν των ΓΜΟ γενετικά μεταλλαγμένων οργανισμών.
Ας επιχειρήσουμε όμως ένα όρισμα της «σκληρής» όπως λέμε μετάλλαξης που  επιστημονικά προσδιορίζεται με τον όρο γενετικη τροποποίηση.
«ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ» είναι η άμεση επέμβαση στο DNA των οργανισμών αναμιγνύοντας, αφαιρώντας ή  προσθέτοντας γονίδια από άλλους άσχετους με το είδος οργανισμούς ή αλλοιώνοντας τα γονίδια τους. 
Έχοντας προηγουμένως ξεκαθαρίσει τις έννοιες της βελτίωσης και των υβριδίων κατανοούμε αμέσως από το όρισμα που δώσαμε για την γενετική τροποποίηση, ότι οι αποκαλούμενοι ΓΜΟ δεν είναι απλά κάποιοι τεχνητά μεταλλαγμένοι προς επιθυμητές ιδιότητες  οργανισμοί, αλλά οργανισμοί που προήλθαν από ακραίες, σκληρές όπως λέμε επεμβάσεις άμεσες στο γενετικό υλικό ανασυνθέτωντας γονιδιώματα (μόρια  DNA) με συστατική  γονιδιακή ύλη από είδη που βιολογικά μπορεί και να μην  έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους. 
Αυτή ακριβώς τη διεργασία είναι που στοχοποιούν  τα κινήματα ενάντια στη διάδοση των ΓΜΟ, τα κινήματα αυτά βεβαίως εν μέρει  παραβλέπουν και αποσιωπούν την νομιμοποίηση εδώ και 50 χρόνια των ήπια μεταλλαγμένων υβριδίων και την κυριαρχική διείσδυση τους στην τροφική μας αλυσίδα.
Για τους πολέμιους των ΓΜΟ μοιάζει να μην υφίσταται με τα βελτιωμένα είδη τόσο σοβαρό πρόβλημα, την δική τους μετάλλαξη μοιάζει να την θεωρούν ανεκτή  παρά τα δεκάδες προβλήματα αγροτοοικονομικά και οικολογικά που δημιουργούν  οι καλλιέργειες των υβριδίων, προβλήματα που εμφανίζουν τραγικές συνάφειες με τα προβλήματα απελευθέρωσης των ΓΜΟ, όπως: 
– εξαφάνιση παραδοσιακών τοπικών ποικιλιών, μείωση άρα της φυσικής βιοποικιλότητας 
– εμφάνιση νέων παρασίτων, ζιζανίων και μικροβίων που απειλούν με ασθένειες υβρίδια, ΓΜΟ αλλά προπάντων τις εντελώς ανοχύρωτες γενετικά παραδοσιακές ποικιλίες, 
– υποβάθμιση των εδαφών και μετάλλαξη των μικροργανισμών  από τους οποίους εξαρτάται η γονιμότητα τους  
– αυξανόμενες απαιτήσεις σε νερό, λιπάσματα και φυτοφάρμακα παρά την διακηρυσσόμενη ανθεκτικότητα στις ασθένειες
– κινδύνους για την υγεία των οργανισμών καθώς εισέρχονται στην τροφική τους αλυσίδα εξαιτίας των τοξικών ουσιών που περιέχουν, πολλές από τις οποίες έχουν επισημανθεί ως αλλεργιογόνες και καρκινογόνες 
– δυσμενείς καταστροφικές για την βιωσιμότητα και την ποιότητα μεταλλακτικές επιδράσεις στα άλλα είδη του οίκου μας, σε σημείο να θεωρούμε την καλλιέργειές τους μολυσματικές
Η διάκριση πάντως ΓΜΟ και βελτιωμένων υβριδίων συντηρεί το μύθο ότι τα μεταλλαγμένα είδη είναι ακόμη αποκλεισμένα και αυστηρώς ελεγχόμενα από τις αγορές, υποβαθμίζοντας σε σημασία το γεγονός  ότι και τα  απενοχοποιημένα υβρίδια που δεν υπόκεινται στους  ίδιους περιορισμούς με τα  ΓΜΟ, έχουν υποστεί μετάλλαξη τεχνητή και έχουν  παραπλήσιες μολυσματικές  επιδράσεις στο περιβάλλον και στους ζωντανούς οργανισμούς.  
Για να πεισθούμε για το κίνδυνο των ΓΜΟ  και γενικά των υβριδίων, ειδικά όταν μιλάμε για την νέα γενιά υβριδιών, όπου οι βελτιωτικές μέθοδοι συνδυάζουν και επέμβαση στο γενετικό υλικό (μοριακή βελτίωση) αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στην Ευρωπαϊκή Οδηγία 18/2001 που δίνει τα τελευταία 15 χρόνια το «πράσινο φως» της απελευθέρωσης των ΓΜΟ στο περιβάλλον και στις αγορές. 
Βέβαια η Οδηγία επικαλείται την Αρχή της Πρόληψης προκειμένου να υπάρχει μια από κοινού από τα κράτη μέλη, συντονισμένη αντιμετώπιση των πιθανών δυσμενών συνεπειών από την απελευθέρωση αυτή. 
Όταν όμως  φτάνει στο κρίσιμο κεφάλαιο των βημάτων που πρέπει να γίνουν για την Αξιολόγηση Περιβαλλοντικού Κινδύνου, την οποία οφείλουν να καταθέτουν μαζί με άλλες πληροφορίες και προγραμματισμένες ενέργειες όλα πρόσωπα (φυσικά και νομικά) που αιτούνται έγκριση απελευθέρωσης ΓΜΟ στο περιβάλλον ή διάθεσης τους στην αγορά, εκεί πλέον διαπιστώνουμε ότι η περιώνυμη  Αρχή της Πρόληψης, είναι απλά  συγκαλυμμένη η αρχή του ανειλειμένου ρίσκου κάτω από την πίεση μιας διεθνούς αγοράς, καθώς οι πιθανοί κίνδυνοι είναι πολλοί, σοβαρότατοι κι αμετάκλητοι. 
Η ευρωπαϊκή νομοθεσία λοιπόν, σε αυτό το κρίσιμο θέμα της εισαγωγής μέσα στον οίκο μας ειδών που δεν έχουν προέλθει από φυσικές διεργασίες  παραβιάζοντας μια αυτονόητη εργονομική αρχή κάθε συλλογικής  και ατομικής δράσης αυτή του ελαχίστου συνολικού κόστους, προχωρά στην νομοθέτηση της δυνατότητας δράσεων που οι πιθανές  καταστροφικές συνέπειες τους είναι σοβαρές κι ανεξέλεγκτες.
Εδώ παρακάτω παραθέτουμε ένα απόσπασμα από την εν λόγω Οδηγία κατά την  γνώμη μας το πιο ουσιαστικό μέρος της Οδηγίας, όπου στα πλαίσια του βημάτων που πρέπει να γίνουν για την Αξιολόγηση Περιβαλλοντικού Κινδύνου από τους απελευθερωτές γενετικά τροποποιημένων  οργανισμών αναφέρονται κι όλες οι πιθανές  καταστροφικές συνέπειες από μια τέτοια δράση, συνέπειες για τις οποίες παρά το γεγονός ότι οι συντάκτες της Οδηγίας κι οι αρμόδιοι για αυτήν επιστημονικοί σύμβουλοι ήταν πολύ καλά ενημερωμένοι,  δεν είχαν κανένα  κώλυμα να νομοθετήσουν υπέρ των δράσεων αυτών. 
Διαβάζουμε λοιπόν στο Παράρτημα Ι Ι (Αρχές Αξιολόγησης Περιβαλλοντικού Κινδύνου) της επίμαχης Οδηγίας τα εξής:
«Οι δυνητικά δυσμενείς επιπτώσεις των ΓΤΟ θα ποικίλλουν από περίπτωση σε περίπτωση και μπορεί να περιλαμβάνουν:
— ασθένειες του ανθρώπου,συμπεριλαμβανομένων των αλλεργιογόνων ή τοξικών επιπτώσεων
– ασθένειες ζώων ή φυτών, συμπεριλαμβανομένων των τοξικών και ενδεχομένως
των αλλεργιογόνων επιπτώσεων
– επιπτώσεις στην πληθυσμιακή δυναμική των ειδών στο περιβάλλον
υποδοχής και στη γενετική ποικιλομορφία καθενός από τους πλη-θυσμούς αυτούς
— αλλαγές στην ευπάθεια σε παθογόνους οργανισμούς, ικανές να διευκολύνουν την εξάπλωση μολυσματικών ασθενειών ή και να δημιουργήσουν νέες δεξαμενές ή νέους φορείς
— αποδυνάμωση προφυλακτικών ή θεραπευτικών ιατρικών,κτηνιατρικών ή φυτοϋγειονομικών αγωγών π.χ. με μεταβίβαση γονιδίων που παρέχουν αντίσταση έναντι αντιβιοτικών χρησιμοποιούμενων στην ιατρική ή κτηνιατρική
— συνέπειες στη βιογεωχημεία (βιογεωχημικοί κύκλοι), ειδικότερα δε στην ανακύκλωση του άνθρακα και του αζώτου μέσω των μεταβολών της αποσύνθεσης οργανικών ουσιών στο έδαφος». 
Η Οδηγία είναι σαφέστατη  ως προς τους σοβαρούς κινδύνους που εγκυμονούνται για το περιβάλλον και τους ζωντανούς οργανισμούς, όπως βεβαία  σαφέστατο  γίνεται  και για μας τους απέξω αναγνώστες, το ρίσκο που αναλαμβάνεται με  κάλυμμα την Αρχή Πρόληψης, από το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και το μερίδιο της ευθύνης που φέρουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί για την ενδεχόμενη επικίνδυνη και  ανεξέλεγκτη γενετική  επιμόλυνση των βιολογικών ειδών του οίκου μας. 
Πολλά είναι τα ανοικτά κι αναπάντητα ερωτήματα… πόσοι είναι οι ΓΜΟ που έχουν απελευθερωθεί στο περιβάλλον, που, πότε και πώς απελευθερώθηκαν, πώς σχετίζονται με τα είδη που αποκαλούμε υβρίδια βελτίωσης, τι αξιοπιστία  έχουν οι μελέτες αξιολόγησης περιβαλλοντικού κινδύνου, τι εμπεριστατωμένοι κίνδυνοι έχουν προκύψει από την μέχρι τώρα απελευθέρωση, τι μέτρα αντιμετώπισης έχουν ληφθεί, σε ποιό βαθμό έχουν επιμολυνθεί με τροποποιημένο γενετικό υλικό  οι φυσικοί οργανισμοί και πώς συνδέονται οι νέοι τύποι ασθενειών τους με την γενετική επιμόλυνση, τι γίνεται με τα  άγρια  φυτικά και ζωικά είδη, σε ποιο βαθμό έχει γίνει κι άνθρωπος αντικείμενο γενετικού πειραματισμού;
Αυτά είναι θέματα  εντελώς αποσιωπημένα και συγκαλλυμένα… Τα σκεπάζει συν τοις άλλοις το πέπλο της θεσμοθετημένης εμπιστευτικότητας -απόρρητου  των κρίσιμων αυτών πληροφοριών και άρα της γενικότερης επιβεβλημένης άγνοιας που πρέπει να έχει η ανθρώπινη κοινωνία  ώστε να μην αντιδρά σε τέτοιες παρακινδυνεύμενες δράσεις και εκτεταμένα σχέδια επέμβασης στην βιογενετική κληρονομιά του οίκου μας.
 
Τα παραπάνω θέματα ανοίγουν δεκάδες νέα μέτωπα κινηματικής δράσης για τα κινήματα ενάντια στην απελευθέρωση των ειδών που έχουν προέλθει με τεχνικές μετάλλαξης του γενετικού υλικού τους  ήπιας ή βίαιης. 
Τα κινήματα αυτά μοιάζουν να βρίσκονται σε μια κάμψη και κόπωση, εν τω μεταξύ η επέλαση των μεταλλαγμένων γενικά (υβριδίων και ΓΜΟ) καλά κρατά… Όμως τίποτε δεν έχει ακομή κριθεί, ο τελικός κριτής είναι η ίδια η Φύση και βέβαια οι ανθρώπινες κοινωνίες αν και εφόσον αξιωθούν την αφύπνιση τους.
Η επέλαση των μεταλλαγμένων φυτικών ειδών, μια απειλή για την φυτογενετική κληρονομιά του οίκου μας | της Διονυσίας Ποταμίτου
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!
echo ‘’ ;