Η Κινηματογραφική Λέσχη Βριλησσίων “Cine-Δράση” διοργανώνει για δεύτερη συνεχή χρονιά, την Πέμπτη 5 και Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου αφιέρωμα στην Εκπαίδευση με αφορμή το επικείμενο άνοιγμα των σχολείων.
Το αφιέρωμα περιλαμβάνει την προβολή δύο ταινιών για το σχολείο και το ρόλο του στη σύγχρονη κοινωνία και συζήτηση με εκπαιδευτικούς, μαθητές και γονείς.
Η πρώτη είναι η ταινία Kes/Κες του Βρετανού σκηνοθέτη Ken Loach, που θα προβληθεί την Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου, ώρα 8:15΄μμ, στο Β΄ Γυμνάσιο Βριλησσίων (Ταϋγέτου και Ξάνθης).
Μαζί μας ο Παναγιώτης Δενδραμής, υποψήφιος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Κρήτης ο οποίος και θα αναφερθεί στο ζήτημα της ενδοσχολικής βίας και εκφοβισμού (bullying) και τον ρόλο των εκπαιδευτικών στην αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου-μάστιγα για όλες τις σχολικές μονάδες.
Λίγα λόγια για την ταινία:
Μεγάλη Βρετανία, 1969. Διάρκεια: 110’. Σκηνοθεσία: Ken Loach.
Σενάριο: Barry Hines. Πρωταγωνιστούν: David Bradley, Brian Glover, Freddie Fletcher, Lynne Perrie.
Ο πολυβραβευμένος Βρετανός σκηνοθέτης Ken Loach έχει αφήσει βαρύ στίγμα στον Βρετανικό και Παγκόσμιο Κοινωνικό Κινηματογράφο. Οι αρετές και τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το σύνολο του έργου του είναι διακριτά και στο “Kes” την δεύτερη μόλις μεγάλου μήκους ταινία του, που από πολλούς θεωρείται το αριστούργημά του και βρίσκεται στην έβδομη θέση των καλύτερων βρετανικών ταινιών του εικοστού αιώνα.
Ο κριτικός John Gillet την χαρακτηρίζει “πανέξυπνα λυπητερή, αστεία και ενοχλητική”, γεμάτη “αληθοφάνεια” και “εσωτερικό ρεαλισμό”. Ο κορυφαίος ηθοποιός Daniel Day Lewis δηλώνει ότι την έχει δει περισσότερες από 12 φορές και ότι τον ενέπνευσε να γίνει ηθοποιός.
Ένας από τους πολλούς θαυμαστές της είναι ο Πολωνός Krzysztof Kieslowski, που στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο “Ο Kieslowski για τον Kieslowski”, λέει για το “Kes”: “Πάντα πίστευα ότι ποτέ δε θα κατάφερνα να κάνω κάτι τέτοιο στη ζωή μου… Ποτέ δε θέλησα να είμαι βοηθός κάποιου αλλά… αν ποτέ… μου το ζητούσε ο Ken Loach, ευχαρίστως θα του έκανα καφέ… ώστε να βλέπω από κοντά πώς δουλεύει. Το ίδιο θα μπορούσα να κάνω για τον Welles, τον Fellini και μερικές φορές για τον Bergman”.
Το “Kes” βασίστηκε στο μυθιστόρημα “Α Kestrel for A Knave” (1968) του Barry Hines, το οποίο εντάσσεται στο κίνημα του λεγόμενου «ρεαλισμού του νεροχύτη», του καλλιτεχνικού ρεύματος στη λογοτεχνία, το θέατρο και το σινεμά που άνθισε στη Μεγάλη Βρετανία στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 και επικεντρωνόταν στην εξεγερμένη μεταπολεμική νεολαία της εργατικής τάξης της χώρας.
Ο δεκαπεντάχρονος Μπίλι Κάσπερ μεγαλώνει ως “άλλη μια χαμένη υπόθεση”, σε μια οικογένεια εγκαταλελειμμένη από πατέρα, στις φτωχογειτονιές των ανθρακωρυχείων του Γιόρκσαϊρ, μιας πόλης που μαστίζεται από τη φτώχεια και τη μιζέρια.
Ζει με την αδιάφορη, πνιγμένη στα δικά της προβλήματα μητέρα του και τον μεγαλύτερο αδερφό του Τζουντ, ο οποίος ξοδεύει το χρόνο και το πενιχρό εισόδημα του στο αλκοόλ, τα στοιχήματα, τον ιππόδρομο και κακοποιεί τον Μπίλι καθημερινά.
Στο σχολείο τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα καθώς μπλέκει συνεχώς σε καυγάδες με τους συμμαθητές του, ενώ οι δάσκαλοι δεν χάνουν την ευκαιρία να τον εξευτελίζουν για την κακή του απόδοση και την παραβατική του συμπεριφορά.
Η περιρρέουσα παραδοχή ότι ο Μπίλι Κάσπερ γεννήθηκε μέλος μιας τάξης, της εργατικής, που για αυτήν στις σημερινές συνθήκες δεν υπάρχει διέξοδος, υπενθυμίζει διαρκώς στον μικρό ότι αποτελεί άλλο ένα γρανάζι της γραμμής παραγωγής των ανθρακωρυχείων.
Ακόμα και στο γραφείο επαγγελματικού προσανατολισμού του σχολείου ο υπεύθυνος αδιαφορεί για τα ενδιαφέροντα του και τον καταγράφει ως μελλοντικό χειρώνακτα εργάτη.
Μπροστά σε αυτό το προδιαγεγραμμένο μέλλον, το παιδί θα βρει μοναδική διέξοδο στη σχέση που αναπτύσσει με ένα γεράκι της ράτσας του βραχοκιρκίνεζου (το kes είναι υποκοριστικό του kestrel, που σημαίνει βραχοκιρκίνεζος) το οποίο θα εκθρέψει και θα δαμάσει σε πείσμα όλων όσοι θεωρούν και αυτή του την προσπάθεια καταδικασμένη σε αποτυχία.
Η σχέση με το γεράκι προσφέρει στον Μπίλι τις μόνες ανάσες ευτυχίας της σκληρής ζωής του.
Οι λιγοστές στιγμές που αισθάνεται και ο ίδιος ελεύθερος, είναι όταν απελευθερώνει το πουλί και το αφήνει να πετάξει μακριά.
Αλλά η ζοφερή πραγματικότητα της αγγλικής εργατικής τάξης, η σκοτεινή πόλη, η θλίψη και ο κυνισμός των ανθρώπων, δεν αφήνουν ανέγγιχτή την τρυφερή σχέση του αγοριού με το πουλί, και τελικά μειώνουν τα περιθώρια για όνειρα, χαρά και ευτυχία.
Ο σκηνοθέτης αναπτύσσει την ιστορία του Μπίλι με αμεσότητα χωρίς συναισθηματισμούς και δραματουργικά τεχνάσματα. Στο φιλμ κεντρική θέση καταλαμβάνουν όλα τα θέματα που διαπνέουν το πολιτικοποιημένο ουμανιστικό σινεμά του: η αγγλική εργατική τάξη και ο αγώνας της για επιβίωση, οι ανάλγητοι κρατικοί θεσμοί που αδιαφορούν και συνθλίβουν τους πολίτες ο ουτοπικός αγώνας του ατόμου να βρει την αξία του μέσα σε ένα σύστημα προορισμένο να τον εκμηδενίσει, η νατουραλιστική απεικόνιση του αγγλικού τοπίου και ο ανθρωπισμός είναι και εδώ παρόντα όπως στο τελευταίο του φιλμ φιλμ “Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ”).
Το περιβάλλον του φιλμ γίνεται με τη βοήθεια του σπουδαίου διευθυντή φωτογραφίας και μετέπειτα σκηνοθέτη Κρις Μένγκες, ασφυκτικά ρεαλιστικό. Ο Μπίλι παρουσιάζεται ακριβώς όπως είναι: ένα ανυπότακτο και αδάμαστο αγρίμι που παλεύει με νύχια και με δόντια να διατηρήσει την ατομικότητά την ευαισθησία, την αξιοπρέπεια και την υπερηφάνεια του.
Το ρεαλιστικό φινάλε υπογραμμίζει ότι ο πραγματικός κόσμος δεν είναι χολιγουντιανή σαπουνόπερα αλλά μια διαρκής αντίσταση ενάντια σε όλα όσα εκμηδενίζουν την ανθρώπινη προσωπικότητα.
Οι ηθοποιοί με μόνη εξαίρεση τον δάσκαλο που δείχνει μια κάποια ανθρωπιά στον μικρό Μπίλι, είναι ως επί το πλείστον ερασιτέχνες γεγονός που ενισχύει το ρεαλισμό της ταινίας.
Το βάρος όμως της επιτυχίας σηκώνει εξ ολοκλήρου ο νεαρός David Bradley στο ρόλο του Μπίλι, με μια ανατριχιαστική ερμηνεία που συγκαταλέγεται στις κορυφαίες από νεαρής ηλικίας ηθοποιό σε όλη την ιστορία του κινηματογράφου.
Το trailer:
Η δεύτερη είναι η ταινία The first grader του Justin Chadwick και θα προβληθεί την Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου, ώρα 8:15΄μμ, στο Β΄ Γυμνάσιο Βριλησσίων (Ταϋγέτου και Ξάνθης).
Μαζί μας ο Παύλος Αρβανίτης, εκπαιδευτικός και πρόεδρος της Ένωσης Γονέων και Κηδεμόνων Βριλησσίων, ο οποίος θα αναφερθεί στο δικαίωμα της καθολικής και δωρεάν πρόσβασης στο αγαθό της Εκπαίδευσης
Λίγα λόγια για την ταινία:
Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ, Κένυα, 2010. Διάρκεια: 103’. Σκηνοθεσία: Justin Chadwick. Σενάριο: Ann Peacock. Πρωταγωνιστούν: Naomie Harris , Oliver Litondo, Tony Kgoroge.
Με 30 συνολικά υποψηφιότητες και 18 Βραβεία στο ενεργητικό του (Βραβείο κοινού στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Durban, Βραβείο Καλύτερης Ταινίας στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Emden, Βραβείο Κοινού στα Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Ντόχα Tribeca, της Nashville, της Sedona και του Ρότσεστερ) το φιλμ “The first Grader” του Justin Chadwick είναι συνδυασμός ντοκουμέντου και δράματος.
Ένα φιλμ γεμάτο ζωντάνια και χιούμορ, που διερευνά τη ευεργετική δύναμη της εκπαίδευσης πάνω στους μαθητές και τις αξιόλογες σχέσεις που χτίζονται ανάμεσα σε συμμαθητές, ακόμα και στις ακραίες περιπτώσεις όπου υπάρχει τεράστια διαφορά ηλικίας.
Το φιλμ διηγείται την αληθινή ιστορία του ηλικιωμένου Kimani. Ο θεατής παράλληλα με το ταξίδι του κεντρικού ήρωα προς την γνώση παρακολουθεί τη συγκλονιστική ιστορία του αγώνα της φυλής των Μάου-Μάου κατά της Βρετανικής αποικιακής κυριαρχίας, 50 χρόνια νωρίτερα, στη διάρκεια του οποίου ο ήρωας μας βίωσε τις ακραίες συνθήκες κράτησης και τα βασανιστήρια των βρετανικών στρατοπέδων συγκέντρωσης.
Ο 84χρονος αγρότης Kimani Maruge, επιδιώκει να γραφτεί στο δημοτικό σχολείο ενός απομακρυσμένου χωριού, αξιοποιώντας την θεσμοθέτηση από την κυβέρνηση της Κένυας (το 2003!) της ελεύθερης δωρεάν και καθολικής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, για όλους τους κατοίκους της χώρας που μπορούν να αποδείξουν την υπηκοότητα τους με πιστοποιητικό γέννησης.
Ο Kimani θέλει απελπισμένα να αξιοποιήσει αυτή την ευκαιρία, να μάθει να διαβάζει και να γράφει σε αυτή την τελευταία περίοδο της ζωής του παραγράφοντας το γεγονός ότι για να το πετύχει θα πρέπει να κάτσει στα ίδια θρανία με εξάχρονα.
Πηγαίνοντας στο σχολείο για την εγγραφή του συναντά τον διευθυντή, μια νεαρή δασκάλα και τον επικεφαλής δάσκαλο οι οποίοι προσπαθούν ωμά να τον αποθαρρύνουν.
Πότε απειλώντας και γελοιοποιώντας τον, πότε στέλνοντας τον σε κέντρο εκπαίδευσης ενηλίκων, πότε υποστηρίζοντας ότι το σχολείο έχει ήδη υπεράριθμους μαθητές, πότε συμβουλεύοντας τον να είναι ρεαλιστής και “να δίνει τις μάχες που μπορεί να κερδίσει”.
Παρόλα αυτά εκείνος θα επιμείνει και η παθιασμένη του επιμονή θα μεταστρέψει την νεαρότερη εκπαιδευτικό, η οποία στη συνέχεια, παρά τις αντιρρήσεις του συζύγου της και τις απειλές για μετάθεση, θα υποστηρίξει τον αγώνα του να γίνει δεκτός σε αυτόν τον τύπο σχολείου που διδάσκει στους μαθητές τα πάντα από την αρχή.
Μαζί θα αντιμετωπίσουν την έντονη αντίθεση των γονιών, (που από την μια επιτίθενται με μπαστούνια στο σχολείο ή υποκινούν αποχές και από την άλλη τον φωτογραφίζουν όταν είναι με τα παιδιά τους στην παιδική χαρά) και των αξιωματούχων της εκπαίδευσης που δεν θέλουν να διαθέσουν χώρο για μάθηση σε έναν τόσο ηλικιωμένο άνθρωπο.
Μετά από πολλές περιπέτειες τελικά βρίσκεται η φόρμουλα παρακολούθησης των μαθημάτων.
Πολύ σύντομα, η είδηση ότι ένας 84χρονος πηγαίνει σχολείο γίνεται το εθνικό θέμα, ο Kimani κατακτά το ρεκόρ Guinness ως ο γηραιότερος άνθρωπος που παρακολουθεί μαθήματα σε δημοτικό και καλείται να μεταφέρει την εμπειρία του στα Ηνωμένα Έθνη.
Η σκηνοθεσία του Justin Chadwick είναι εξαιρετική και έχει σαν αποτέλεσμα μια ταινία που ζεσταίνει την καρδιά του θεατή και ενισχύει την πεποίθηση του ότι κάθε άνθρωπος, οποιασδήποτε ηλικίας έχει το δικαίωμα να ξεπερνά τα βάρη του παρελθόντος και να αγωνίζεται για τα πιστεύω και τις επιθυμίες του. Το σενάριο είναι της βραβευμένης με Emmy, Ann Peacock.
Εκτός από τους επαγγελματίες ηθοποιούς που ανταποκρίνονται πλήρως στους ρόλους τους όλοι οι υπόλοιποι είναι ερασιτέχνες.
Σημειωτέον οι μικροί μαθητές είναι όλοι τους παιδιά που πριν συμμετάσχουν στην διαδικασία της κινηματογράφησης δεν είχαν δει ποτέ ταινία ή τηλεοπτική σειρά. Παρόλα αυτά αναδεικνύονται στους πραγματικούς αστέρες του φιλμ.
Ο ενθουσιασμός για τη συμμετοχή τους σε αυτή την πρωτόγνωρη εμπειρία αποτυπώνεται όμορφα στην οθόνη και γίνεται ένα από τα μεγάλα ατού του φιλμ.
Το trailer της ταινίας:
Λίγα στοιχεία για τους ομιλητές
Παναγιώτης Δενδραμής
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1979. Σπούδασε Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στη συνέχεια ακολούθησε σπουδές σχετικές με τον κινηματογράφο. Αρχικά στη σχολή Σταυράκου και έπειτα στο μεταπτυχιακό Ιστορίας και Θεωρίας του Κινηματογράφου του Πανεπιστημίου της Κρήτης.
Έχει δουλέψει ως βοηθός σκηνοθέτη, κάμεραμαν, μοντέρ και βοηθός παραγωγής για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, ενώ η μικρού μήκους ταινία του «Tο δωμάτιο» συμμετείχε στο Φεστιβάλ Δράμας το 2009.
Διδάσκει και ασχολείται ερευνητικά με την ιστορία του κινηματογράφου, ενώ συμμετείχε ως εκπαιδευτής σε επιμορφωτικά προγράμματα σε σχολεία της Αττικής, με στόχο την εξοικείωση των μαθητών με την οπτικοακουστική κουλτούρα. Αυτή την περίοδο ολοκληρώνει τη διδακτορική του διατριβή πάνω στον ελληνικό κινηματογράφο.
Παύλος Αρβανίτης
Γεννήθηκε στη Λευκάδα όπου τελείωσε και τις βασικές του σπουδές. Το 1981 αποφοίτησε από το Χημικό Τμήμα του Πανεπιστημίου της Αθήνας και από το 1988 εργάζεται στη Δημόσια Εκπαίδευση, όπου εκτός από τα καθήκοντα που απορρέουν από την ιδιότητα του ως εκπαιδευτικός ασχολείται με ζητήματα διοίκησης.
Από το 2008 δραστηριοποιείται στους Συλλόγους Γονέων και Κηδεμόνων του σχολείου του παιδιού του και στην τρέχουσα διετία είναι πρόεδρος της Ένωσης Συλλόγων Γονέων και Κηδεμόνων του Δήμου Βριλησσίων.