21.7 C
Athens
Κυριακή, 28 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΑΠΟΨΕΙΣΚορωνοϊός: το ιταλικό παράδειγμα και το ενδεχόμενο ενός άλλου κόσμου

Κορωνοϊός: το ιταλικό παράδειγμα και το ενδεχόμενο ενός άλλου κόσμου

φωτο: Ρωμαϊκή τοιχογραφία, Villa dei Misteri, Πομπηία, Νάπολη

Γιώργος Κουτσαντώνης

Σε σχέση με τον κορωνοϊό (Covid-19)[1], όσα έχουν ήδη συμβεί στην γειτονική μας χώρα από πλευράς επιδημιολογικών δεδομένων[2] είναι πάνω κάτω γνωστά. Όλοι μας παρακολουθούμε και βιώνουμε με μεγάλη αγωνία την εξέλιξη του πανδημικού φαινομένου[3]. Αρχικά πρέπει να πούμε ότι η Ιταλία -παρά τις διαφορές μεταξύ Βορρά και Νότου- είναι κατά βάση μια ιδιαίτερα αναπτυγμένη βιομηχανική και τουριστική χώρα, αμιγώς δυτικού τύπου, με ένα πολύπλοκο – με ό,τι αυτό συνεπάγεται- πλην όμως προηγμένο φιλελεύθερο πολιτικό σύστημα. Παρόλα αυτά η χώρα μετράει αναλογικά τους περισσότερους νεκρούς παγκοσμίως και η ασθμαίνουσα ιταλική οικονομία, με το τεράστιο χρέος, κανείς δεν γνωρίζει αν μπορεί να αντέξει μια ακόμη μεγάλη ύφεση. Το γεγονός αυτό, όπως είναι λογικό, γεννάει σειρά ερωτημάτων τα οποία, όπως πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, προσπαθούν να απαντήσουν τόσο ειδικοί επιστήμονες, από τον χώρο της υγείας και της βιολογίας, όσο και μη ειδικοί της υγείας (πολιτικοί, δημοσιογράφοι, οικονομολόγοι, ανταποκριτές, κοινωνιολόγοι). Κάποιοι, και από τις δυο παραπάνω κατηγορίες ειδικών, βασίζονται σε επιβεβαιωμένα στοιχεία και με σαφή και συνετό τρόπο προσπαθούν να εξηγήσουν το ιταλικό «φαινόμενο» από περισσότερες σκοπιές, αντικειμενικά και στο μέτρο του εφικτού. Άλλοι, ωστόσο, παρουσιάζουν τις προσωπικές τους εντυπώσεις, πεποιθήσεις τους ή ακόμη και τις πολιτικές/ιδεολογικές τους θέσεις ως κριτήρια αλήθειας που συχνά όμως τους οδηγούν σε εσφαλμένα, παραπλανητικά και άρα επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία συμπεράσματα. Καταρχάς πρέπει να σημειώσουμε ότι η επάρκεια, η επαλήθευση (όταν αυτή είναι δυνατή) και γενικότερα η αξιοπιστία στην πληροφόρηση, είναι παράγοντες πολύ σημαντικοί για την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων. Ειδικά όταν κάτι παρακολουθείται από απόσταση η εικόνα του πάντα θα παρουσιάζει και θολά σημεία. Ακριβώς για αυτό εμείς θα προσπαθήσουμε να εμπλουτίσουμε τη θεωρούμενη ως αξιόπιστη πληροφόρηση με μια φιλοσοφική προσέγγιση, ώστε να φτάσουμε σε ένα γενικότερο «κοινωνιοδιαγνωστικό»[4] συμπέρασμα που δηλαδή δεν θα αφορά μόνον τη σύγχρονη ιταλική κοινωνία, αλλά γενικότερα τον δυτικό κόσμο του 21ου αιώνα και ειδικότερα την Ευρωπαϊκή Δύση.

Γενικοί ορισμοί

Σε πολύ γενικές γραμμές μια μόλυνση από έναν οποιοδήποτε παθογόνο παράγοντα (βακτήριο ή ιό) χαρακτηρίζεται από τρία στοιχεία: α) την «μολυσματικότητα»[5] (virulence), β) τη θνησιμότητα[6](mortality) και γ) τη «νοσηρότητα»[7] (morbidity). Αυτά καθορίζουν και το πόσο επικίνδυνη είναι μια μολυσματική νόσος[8] για έναν πληθυσμό και, ως ένα σημείο, πως αυτή θα χαρακτηριστεί κατά τη διάρκεια της εξάπλωσής της, δηλαδή ως «ενδημία», «επιδημία», ή «πανδημία»[9]. Πέρα από τις παραπάνω βασικές έννοιες που επιτρέπουν μια στοιχειώδη συνεννόηση, οι επιδημιολόγοι συμφωνούν: σε ό,τι αφορά στην εξάπλωση της ασθένειας σε έναν πληθυσμό ο παράγοντας χρόνος (που εκκινεί από το πρώτο κρούσμα) είναι ιδιαίτερα σημαντικός και η αντιμετώπιση της πανδημίας, σε παγκόσμιο πλέον επίπεδο, είναι ένας μαραθώνιος αγώνας με το χρόνο, όπου μαραθωνοδρόμοι δεν είναι μόνο μερικοί καλά επιλεγμένοι και υπερ-εξασκημένοι αθλητές, αλλά η ανθρωπότητα στο σύνολό της.

Το ιταλικό παράδειγμα

Για να καταλάβουμε γιατί η Ιταλία έχασε την πρώτη μάχη της με τον ιό, και μέχρι σήμερα παρουσιάζει συγκριτικά τόσους πολλούς νεκρούς, πρέπει να εξετάσουμε τουλάχιστον τα εξής:

  1. έναν παράγοντα που θα ονομάσουμε «τυχαιότητα» (fortuna).

     

  2. την πληροφόρηση και τον βαθμό επίγνωσης της σοβαρότητας της νόσου σε επίπεδο κοινωνίας συνολικά.

  3. την ετοιμότητα και επάρκεια του ιταλικού Εθνικού Συστήματος Υγείας (Sistema Sanitario Nazionale/SSN).

  4. τις πολιτικές ευθύνες σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο.

1. Η Τυχαιότητα (Fortuna)

Συνδέουμε τον παράγοντα «τυχαιότητα» (fortuna) στην ιταλική περίπτωση με την αρχική διασπορά του ιού στον νομό της Λομβαρδίας (Lombardia) στη Βορεία Ιταλία. Πράγματι ίσως ο πρώτος φορέας του ιού ήταν ένας Γερμανός ποδηλάτης ο οποίος στις διαδρομές του ανά τον νομό και ερχόμενος σε επαφή με τον κόσμο μετέδωσε την ασθένεια σε ντόπιους, άγνωστο σε πόσους. Επιπρόσθετα ο ιός όπως γνωρίζουμε πρωτοεμφανίστηκε στην Κίνα. Ξέρουμε ότι οι Κινέζοι επιχειρηματίες, τις τελευταίες δεκαετίες έχουν, υπό μια έννοια, εποικίσει τα βιομηχανικά κέντρα του ιταλικού Βορρά -που είναι και το πιο βιομηχανοποιημένο τμήμα της χώρας. Επομένως η μεγάλη αρχική εξάπλωση δεν αποκλείεται να συνδέεται και με αυτό το γεγονός. Μια ακόμη εξήγηση, για τον «δυσανάλογα» υψηλό αριθμό των νεκρών αναλογικά με τον αριθμό των κρουσμάτων (συγκριτικά πάντα με το προσωρινό γενικό μέσο όρο θνησιμότητας), πιθανότατα έχει να κάνει με το γεγονός ότι η Ιταλία είναι μια χώρα με έναν πολύ γηρασμένο πληθυσμό[10]. Όπως μας έχει διδάξει πολύ πειστικά ο Μακιαβέλλι, από τον οποίο και δανειζόμαστε τον σχετικό όρο fortuna, πρέπει πάντα να λαμβάνουμε υπόψη μας και τον παράγοντα τύχη. Αρκεί φυσικά να μην ξεχνάμε ότι ένα μεγάλο μέρος της «μοίρας» μας εξαρτάται από τη υπεύθυνη στάση και τη βούλησή μας. Κατά τη γνώμη μας οι συγκυρίες, η κακή τύχη και ο γηρασμένος πληθυσμός μπορούν να εξηγήσουν μόνο εν μέρει το ιταλικό «φαινόμενο»[11] δεν αρκούν όμως ώστε να απαλλάξουν το Εθνικό Σύστημα Υγείας, την κοινωνία και την πολιτεία με τους θεσμούς της από τις δικές τους ευθύνες. Ευθύνες που όπως θα δούμε στη συνέχεια δεν αφορούν μόνον τη συγκεκριμένη χώρα, αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις πολιτικές που ακολουθούνται την τελευταία δεκαετία.

2. Η Πληροφόρηση και η αφοβία: χαμηλός βαθμός επίγνωσης και υψηλός παντοδυναμίας.

Ας λάβουμε υπόψη μας ότι σε κάθε κοινωνία όταν προκύπτει ένα οποιοδήποτε πρόβλημα, που μπορεί να την απειλήσει σοβαρά, ακόμη κι αν εντοπιστεί άμεσα από τους ειδικούς και κριθεί ως πολύ επικίνδυνο, αυτό δεν σημαίνει ότι ο κίνδυνος που ελλοχεύει, γίνεται αυτομάτως, και με κάποιον μαγικό τρόπο, γνωστός και κατανοητός στο σύνολο του πληθυσμού. Τον ρόλο αυτής της πληροφόρησης και επικοινωνίας στις σύγχρονες κοινωνίες έχουν αναλάβει κατά κύριο λόγο τα ΜΜΕ και το διαδίκτυο. Σε πρόσφατο άρθρο[12] του Δ. Δεληολάνη, εκφράζεται η άποψη, με την οποία συμφωνούμε, ότι ένα από τα καθοριστικά αρχικά σφάλματα στην Ιταλία δεν ήταν το έλλειμα πληροφόρησης, αλλά αντιθέτως η υπερβολική πληροφόρηση η οποία και έφερε τα αντίθετα αποτελέσματα από τα αναμενόμενα και επιθυμητά. Αυτό γιατί έδωσε την εντύπωση σε πολύ κόσμο ότι: «τα ΜΜΕ υπερβάλλον για λόγους τηλεθέασης και αρθρογραφίας». Και μάλιστα θα προσθέσουμε, έχοντας παρακολουθήσει στενά τα ιταλικά ΜΜΕ και το διαδίκτυο τις τελευταίες δυο εβδομάδες, ότι η υπερπληροφόρηση συνδυάστηκε με κακής ποιότητας ενημέρωση κυρίως μέσα από το διαδίκτυο. Στα δύο παραπάνω (υπερπληροφόρηση και κακή ποιότητα πληροφοριών) πρέπει να προστεθεί και ένα τρίτο στοιχείο που δεν αποτελεί ιταλική ιδιαιτερότητα καθώς πιστεύουμε ότι χαρακτηρίζει ένα σεβαστό τμήμα των περισσοτέρων κοινωνιών στις αναπτυγμένες χώρες της Δύσης. Αυτό είναι η αφοβία που με τη σειρά της οδηγεί σε μια ανεύθυνη στάση απέναντι στον μεγάλο πραγματικό κίνδυνο. Στάση που χαρακτηρίζεται και από απειθαρχία στις οδηγίες των αρχών.

Γενικεύοντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η σύγχρονη κουλτούρα διαμορφώνει έναν τρόπο ζωής που εξωθεί πολλούς ανθρώπους, ειδικά των μεγαλουπόλεων, να συμπεριφέρονται με έντονη ελαφρότητα, η οποία συνδυάζεται με αφοβία και ταυτόχρονα με μια αίσθηση παντοδυναμίας. Ο νεωτερικός homo sapiens, με την ακλόνητη πίστη του πως μέσω της παντοδυναμίας της γνώσης και της επιστήμης κατάφερε να αφήσει πίσω οριστικά προβλήματα, όπως οι πανδημίες που κατά διαστήματα άφηναν πίσω τους εκατομμύρια νεκρούς, όπως ο Μαύρος Θάνατος (βουβωνική πανούκλα) του Μεσαίωνα, αφαιρεί από τη σκέψη του την έννοια της τραγικότητας της ίδιας της ανθρώπινης ζωής και δρα με αφοβία και εφησυχασμό σε κάθε του βήμα (χαρακτηριστικό είναι τo μήνυμα για τον κορονοϊό Ελληνίδας που ζει στην Ιταλία: «Υποτιμήσαμε τη δύναμή του»). Η αφοβία, λοιπόν, αφορά τον τρόπο σκέψης μας, τον ίδιο μας τον εαυτό εν γένει (προσωπικές ικανότητες και ανθεκτικότητα), αλλά και την επιστήμη. Ειδικά για αυτή την τελευταία, στον συνδυασμό της με την τεχνολογία, έχει δοθεί η εντύπωση ότι έχει πάντα τη λύση για όλους και για όλα τα προβλήματα και όταν αποδειχθεί ότι τούτο δεν είναι αληθές η αίσθηση παντοδυναμίας μετατρέπεται σε πανικό. Πρέπει ωστόσο να ειπωθεί ότι ενώ πράγματι βλέπουμε φαινόμενα αφοβίας στον νεωτερικό άνθρωπο, ταυτόχρονα συναντάμε και τα αντίθετα, δηλαδή το φόβο και την αγωνία για γνωστούς ή άγνωστους κινδύνους. Ιδιαίτερα μετά το 2001, αυτός ο φόβος (Angst) εγκαθίσταται στην κοινωνική επικοινωνία και εκφράζεται με διάφορες αιτίες (τρομοκρατία, οικολογική καταστροφή, οικονομική κρίση, ιοί, κλπ.). Είναι ένας «φόβος» που πιθανώς έχει να κάνει με την έννοια της διακινδύνευσης που εγκαθίσταται όταν το υποκείμενο νιώθει ότι έχει να αντιμετωπίσει δεινά που δεν προέρχονται ή δεν μπορούν να ελεγχθούν από τις δικές του αποφάσεις. Κάτι τέτοιο, αν ισχύει, καταλήγει σε γενικευμένη δυσπιστία απέναντι στις οργανωμένες κοινωνικές λειτουργίες (πολιτική, οικονομία, επιστήμη) που κατατρώει τη νεωτερική πίστη στην παντοδυναμία του ανθρώπου και στην τεχνική. Μπορεί ενδεχομένως να βρισκόμαστε σε ένα μεταβατικό στάδιο και η πανδημία του κορωνοϊου να αναδείξει τέτοιες «κρυμμένες» διεργασίες. Θα επιμείνουμε στη στάση των ιταλικών ΜΜΕ, διότι το γεγονός ότι ο λόγος τους δεν κατάφερε να κοινωνηθεί σωστά και να γίνει πειστικός, υποδηλώνει, έστω έμμεσα, γενικό έλλειμα εμπιστοσύνης που φαίνεται να είναι διάχυτο στους Ιταλούς.

3. Το ιταλικό Εθνικό Σύστημα Υγείας (SSN)

Το ιταλικό σύστημα υγείας, σύμφωνα με το Νόμο 502/92 βασίζεται σε τρεις βασικούς πυλώνες: α) στις αρχές της καθολικότητας, της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης, β στην εξασφάλιση μιας ολοκληρωμένης και συλλογικής υγείας και γ) στην ατομική υγεία, μέσω ενός ασφαλιστικού συστήματος. Τις τελευταίες δεκαετίες η Ιταλία είχε, και νομίζουμε δικαίως, μαζί με την Βρετανία καταταχθεί στα πρώτα δέκα περισσότερο προηγμένα και αποτελεσματικά συστήματα υγείας στον πλανήτη. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι την τελευταία δεκαετία αυτό το μοντέλο των τριών πυλώνων αμφισβητήθηκε πράγμα που είχε επιπτώσεις και στις σχετικές δημόσιες δαπάνες[13]. Χωρίς να έχουμε ακριβή και επιβεβαιωμένα στοιχεία, μπορούμε με επιφύλαξη να υποθέσουμε ότι αυτές περικοπές αφορούν και τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) οι οποίες διαδραματίζουν ένα πολύ κρίσιμο ρόλο σε ό,τι αφορά στην θνησιμότητα[14]. Μάλιστα το 2012, ο τότε Ιταλός πρωθυπουργός Mario Monti, δήλωσε αναφερόμενος στη δημόσια υγεία: «με αυτούς τους ρυθμούς δεν μπορεί να διασφαλιστεί η μελλοντική βιωσιμότητα του εθνικού συστήματος υγείας». Μην ξεχνάμε ότι η γειτονική μας χώρα έχει ένα τεράστιο χρέος και εδώ και καιρό ακολουθεί πολιτικές περικοπών σε διάφορους τομείς δημοσίων δαπανών[15]. Υπό μια έννοια θα μπορούσαμε να πούμε ότι μοιάζει να βρίσκεται υπό ένα «μνημονιακό» καθεστώς χωρίς μνημόνιο. Παράλληλα τα τελευταία χρόνια σε επίπεδο παροχών υγείας και ασφάλισης παρουσιάζεται μια όλο και αυξανόμενη αλληλεξάρτηση μεταξύ ιδιωτικής και δημόσιας υγείας[16]. Αυτή η αλληλεξάρτηση είναι ως ένα σημείο φυσιολογική, διότι οι δημόσιες και ιδιωτικές δαπάνες των οικογενειών ανταποκρίνονται στην ίδια τη ζήτηση υγείας του πληθυσμού. Βέβαια για να αποκομίσει κανείς μια πληρέστερη εικόνα θα πρέπει να συμπεριλάβει και άλλους παράγοντες όπως οι μεταβαλλόμενες δημογραφικές και κοινωνικές συνθήκες. Εκτός των άλλων θα πρέπει να συνυπολογιστεί και ο ρόλος του μεταναστευτικού/προσφυγικού ζητήματος στην ραγδαία εξάπλωση του ιού. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σήμερα ο κόσμος εξαιτίας της παγκοσμιοποιημένης μορφής του -κυρίως λόγω του εμπορίου και της οικονομίας- έχει ως λογική συνέπεια να είναι και πιο ευάλωτος απέναντι στις λοιμώξεις οι οποίες σε πολύ μικρά χρονικά διαστήματα «διασκορπίζονται» μαζικά και σε τεράστιες αποστάσεις. Νομίζουμε ότι η αυστηροποίηση του ελέγχου των εθνικών συνόρων (γενικά) αλλά και ως προς τις ταυτοποιήσεις των μεταναστών/προσφύγων και πιστοποίηση της καλής τους υγείας φαίνεται να είναι στο μέλλον απαραίτητος, όχι μόνον για οικονομικούς λόγους αλλά και για την προάσπιση της δημόσιας υγείας. Επίσης σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν: α) η αυξανόμενη εισαγωγή φαρμακευτικών και τεχνολογικών καινοτομιών στην αγορά, β) η τροποποίηση του Ιταλικού Συντάγματος[17] που έγινε το 2001 και γ) η ριζική αλλαγή του πολιτικού χάρτη την τελευταία δεκαετία στην Ιταλία. Για ευνόητους λόγους έκτασης του κειμένου δεν θα αναλύσουμε καθέναν από αυτούς τους παραπάνω παράγοντες, ούτε και είναι αυτός ο στόχος μας. Αντιθέτως αυτό που μας ενδιαφέρει είναι αν έχουμε εντοπίσει μια άμεση σχέση (συνάρτηση) του αριθμού των θανάτων με την σημερινή κατάσταση του ιταλικού συστήματος υγείας. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα, αν και είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη και δύσκολη, είναι απλή: «επί του παρόντος δεν το γνωρίζουμε και ίσως δεν θα μάθουμε ποτέ». Αυτή είναι κατά τη γνώμη μας η μόνη σωστή, δυνατή και έντιμη στάση ειδικά σε αυτή την περίσταση. Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι η ιταλική κοινωνία είχε εξαρχής αντιδράσει με ετοιμότητα και όχι με ελαφρότητα, ώστε το σημερινό σύστημα υγείας (παρά τις περικοπές που έχει υποστεί) να μή δοκιμαστεί από τέτοια έντονη πίεση/δοκιμασία και να μην οδηγηθεί σε κορεσμό, κανείς μας δεν μπορεί να γνωρίζει τι θα είχε συμβεί (ως προς τον αριθμό των θανάτων). Η αλήθεια είναι ότι η χώρα κλήθηκε να αντιμετωπίσει ένα εντελώς νέο παθογόνο παράγοντα με πολυάριθμα κρούσματα και μάλιστα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Θα πρέπει να ξέρουμε – και αυτό είναι τεράστιας σημασίας για την απόδοση ευθυνών – ότι όσες κλίνες ΜΕΘ και να είχε περισσότερες το ιταλικό σύστημα (ακόμη και παγκόσμιο ρεκόρ ανά κάτοικο), από τη στιγμή που χάθηκε η μάχη περιορισμού στην αρχή της εξάπλωσης του ιού, αυτές δεν θα αρκούσαν. Επίσης δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποια γεωγραφική περιοχή μπορεί να ληφθεί ως παράδειγμα πρότυπο/μέτρο σύγκρισης ώστε να κάνουμε τις ανάλογες κατατάξεις και αυτό γιατί οι βιολόγοι μας πληροφορούν ότι ο κύκλος «ζωής» του ιού εξαρτάται -εκτός των πολλών άλλων- και από τις κλιματικές συνθήκες. Κάποιοι ήδη τολμούν και αναφέρουν ως παράδειγμα αντιμετώπισης της εξάπλωσης την Κίνα, την Ν. Κορέα ή την Γερμανία (η οποία επί του παρόντος έχει ελάχιστους νεκρούς) όμως όλα αυτά -ενώ είναι χρήσιμα- δεν είναι τελικά στοιχεία, διότι η εξάπλωση της πανδημίας βρίσκεται σε εξέλιξη και τα αρνητικά διδάγματα της Ιταλίας έχουν ήδη λειτουργήσει με θετικό τρόπο αλλού – σε επίπεδο κεντρικών αποφάσεων. Δεν μπορεί να υπάρξει, τουλάχιστον επί ακόμη, ένα τελικό σύστημα εξομοίωσης των συνθηκών, από χώρα σε χώρα, ώστε αφού συλλεχθούν τα τελικά επιδημιολογικά δεδομένα να κατασκευαστεί στη συνέχεια ένα άρτιο μοντέλο που θα στηρίξει και θα εξηγήσει τις διαφορές από χώρα σε χώρα[18].

Προς το παρόν επομένως και σε ό,τι μας αφορά αυτό πού είναι χρήσιμο και αξίζει να κρατήσουμε από το παράδειγμα της Ιταλίας είναι η αντιμίμηση (με την έννοια που έδωσε στον όρο ο Γάλλος Ρενέ Ζιράρ). Αντιμίμηση για κάθε πολίτη, ώστε να διδαχτούμε από το κόστος της ελαφρότητας και να μην κάνουμε τα ίδια τραγικά λάθη. Πρέπει να καταλάβουμε ότι η ανευθυνότητα που έδειξε τμήμα του ιταλικού πληθυσμού, ενώ σε καμία περίπτωση δεν χαρακτηρίζει το σύνολο της ιταλικής κοινωνίας, σε συνδυασμό με την αποτυχία να περάσει το μήνυμα από τα ΜΜΕ έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξάπλωση του ιού. Επιπλέον η γνωστή φράση “una faccia una razza” δεν λέει την αλήθεια ούτε καν μεταξύ ενός Ναπολιτάνου και ενός Μιλανέζου πόσο μάλλον μεταξύ Ιταλών και Ελλήνων. Στη πραγματικότητα η Ιταλία είναι ένα μωσαϊκό γλωσσικών διαλέκτων και επιμέρους κουλτουρών. Επομένως είναι ζωτικής σημασίας στην Ελλάδα να δείξουμε υπευθυνότητα (ατομική ευθύνη), πειθαρχία και ωριμότητα ακολουθώντας πιστά όλες τις οδηγίες των αρμόδιων[19] της υγείας και των κρατικών φορέων που συνιστούν απομόνωση, αυτοπεριορισμό[20] και σχολαστική ατομική απολύμανση σε κάθε επαφή μας με ανθρώπους, ζώα και/ή αντικείμενα. Δεν υπάρχει κανένας λόγος ,για παράδειγμα, ο καιροσκοπισμός κάποιων ανεύθυνων, να συμβάλει σε μια ενδεχόμενη αποτυχία περιορισμού της λοίμωξης που θα υποβάλει σε ακραίο τεστ αντοχής και στο δικό μας ΕΣΥ που λογικά, εξαιτίας των συνολικά μεγαλύτερων περικοπών που έχει υποστεί τα τελευταία χρόνια, είναι σαφώς πιο αδύναμο από το ιταλικό.

4. Οι πολιτικές ευθύνες

Συχνά αναφέρεται, και σωστά, το ακραίο παράδειγμα της νήσου Πάσχα για να δείξει ότι σε πολλές περιστάσεις η αυτοκαταστροφική ανευθυνότητα είναι κομμάτι της ανθρώπινης φύσης[21]. Στην περίπτωση εκείνη οι κάτοικοι του νησιού έφτασαν στο σημείο να κόψουν όλα τα δέντρα, μέχρι και τον τελευταίο φοίνικα, προκαλώντας έτσι τον αφανισμό τους. Παρόμοια μηδενιστικά φαινόμενα έχουν επαναληφθεί[22] και σε πιο σύνθετες κοινωνίες οι οποίες θεωρητικά θα έπρεπε να είναι πιο προστατευμένες. Αυτά έχουν μελετηθεί[23] διεξοδικά, αλλά δεν έχει δοθεί μια ολοκληρωμένη εξήγηση. Το ίδιο ισχύει και για την αδυναμία ομαδικής λήψης αποφάσεων η οποία δεν έχει εξηγηθεί ικανοποιητικά, αν και έχει αναλυθεί με ποικίλους τρόπους. Αυτό το φαινόμενο είναι μάλλον πολυπαραγοντικό και περιλαμβάνει τη σύγκρουση μικρών και μεγαλύτερων συμφερόντων μέσα στην κοινωνία και τη δυναμική των πολλών μεμονωμένων ατομικών κακών αποφάσεων. Σε κάθε περίπτωση οι σημαντικές πολιτικές αποφάσεις και τα σκληρά μέτρα (όπως αυτά που λαμβάνει αυτές τις ημέρες η ιταλική κυβέρνηση και θα ακολουθήσουν κι άλλες) ποτέ δεν είναι δωρεάν -ούτε από οικονομική, ούτε από πολιτική άποψη. Έτσι π.χ. η λήψη, εξαρχής, αυστηρών μέτρων σε περίπτωση μια λοίμωξης (αν αυτή δεν αποκτήσει πανδημικό χαρακτήρα ώστε να μαθευτεί η αλήθεια καθολικά) τελικά αποδώσει και δεν εξαπλωθεί μπορούν πράγματι να σώσουν έναν πληθυσμό από μια ασθένεια, αλλά αυτός ο πληθυσμός το πιο πιθανό είναι ότι δεν θα μάθει ποτέ από ποιον μεγάλο και πραγματικό κίνδυνο σώθηκε. Για να το θέσουμε διαφορετικά, για να πάρει κανείς άμεσα τέτοιου είδους πολιτικές αποφάσεις, που έχουν άμεσα μεγάλες οικονομικές συνέπειες (ακόμη κι αν η μη λήψη μέτρων θα οδηγούσε σε πολλαπλάσιες βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες συνέπειες), πρέπει να έχει εξαιρετικούς συμβούλους και κυρίως ισχυρή πολιτική προσωπικότητα. Και όχι μόνο, ο εν λόγω πολιτικός πρέπει να διαθέτει πλήρη επίγνωση των δυνατοτήτων της χώρας του, αλλά και της ιδιαίτερης κουλτούρας των συνανθρώπων του, ώστε να βρεθούν οι τρόποι και τα μέσα για να πειστούν οι πολίτες για τη σοβαρότητα του ζητήματος. Σίγουρα οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν τα τελευταία χρόνια από το ιταλικό πολιτικό σύστημα, ιδιαίτερα αυτές που αφορούν την διοικητική/οικονομική αυτονομία (σε επίπεδο νομαρχιών και δήμων), η γραφειοκρατία και οι περικοπές στην υγεία θα γίνουν αντικείμενο έρευνας και ίσως οδηγήσουν σε σημαντικές αλλαγές πολιτικών στο μέλλον. Σε κάθε περίπτωση το ενδεχόμενο να έδειξαν μια αρχική ολιγωρία οι ιταλικές αρχές στην λήψη δραστικών μέτρων είναι υπαρκτό. Υπάρχει όμως και ένα άλλο πολιτικό στοιχείο που προκύπτει από το παράδειγμα της Ιταλίας η οποία, τις ώρες που συντάσσεται το παρόν, ζητά υγειονομική βοήθεια από τις άλλες χώρες της ΕΕ και δεν λαμβάνει ουδεμιά[24]. Η στάση αυτή των άλλων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων –που ανησυχούν για τους δικούς τους λαούς – είναι ισχυρό στοιχείο που φανερώνει μια αλήθεια την οποία ελάχιστοι θέλουν να παραδεχτούν ανοιχτά: η ευρωπαϊκή οικογένεια της αλληλεγγύης είναι ένα επικοινωνιακό μύθευμα και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Όλοι μας παρακολουθούμε την τεράστια δοκιμασία ενός λαού, σε όλα τα επίπεδα, ο οποίος όπως και ο δικός μας παρουσιάζει έντονα σημεία κόπωσης καθώς, όπως προαναφέραμε, εδώ και χρόνια ζει μια «αντιμνημονιακή» και πολύ συχνά δημαγωγική ατμόσφαιρα δίχως να έχει υπογράψει κάποιο μνημόνιο. Έναν λαό που στην ουσία είναι μόνος και αγωνίζεται για τα του οίκου του. Γνωρίζουμε επίσης ότι η ιταλική οικονομία είναι πολύ μεγάλη για να σωθεί από κάποιο σκληρό ευρωπαϊκό πρόγραμμα στήριξης και δυστυχώς είναι βέβαιο ότι αυτή η πανδημία θα έχει σημαντικές συνέπειες (υφεσιακές) για τις περισσότερες οικονομίες στον πλανήτη.

Η εξέλιξη, οι συνέπειες και τα διδάγματα της πανδημίας

Αυτή τη στιγμή, αν και η εκτίμηση (βλέποντας τα δεδομένα της Κίνας) είναι ότι από την 4η εβδομάδα και μετά το φαινόμενο σταθεροποιείται και σιγά σιγά τα νέα κρούσματα λιγοστεύουν, κανείς δεν φαίνεται να γνωρίζει με ακρίβεια πότε θα ολοκληρωθεί η καμπύλη της πανδημίας, ούτε πόσοι θα είναι στο τέλος οι νεκροί. Άγνωστο είναι επίσης πότε θα κατασκευαστεί σε κάποιο εργαστήριο το πρώτο εμβόλιο για τον Covid-19. Επομένως σε ό,τι αφορά στην εξέλιξη δεν θα μπορούσε να αναφερθεί τίποτε περισσότερο παρά μόνο προσωρινά στοιχεία και αβέβαιες προβλέψεις. Καλό θα ήταν να μην είμαστε βιαστικοί να κρίνουμε την ιταλική περίπτωση και να περιμένουμε φροντίζοντας για την καλύτερη δυνατή διαχείριση του προβλήματος στη δική μας πατρίδα. Το ίδιο ισχύει και για τον οικονομικό αντίκτυπο, αν και σχεδόν όλοι συμφωνούν ότι θα είναι τεράστιος, ήδη έχουν προκύψει διαφωνίες ως προς τα απαιτούμενα οικονομικά μέτρα μετά το πέρας της «λαίλαπας». Κάποιοι θεωρούν ότι θα πρέπει να ληφθούν πολύ ισχυρά μέτρα, ανάλογα με εκείνα μετά τον ΒΠΠ. Δηλαδή μεγάλα κουρέματα εθνικών χρεών και επιστροφή σε κεϋνσιανά οικονομικά μοντέλα (μεγάλες δημόσιες επενδύσεις) διότι οι απλές ενέσεις στην αγορά δεν θα αρκέσουν σε έναν post-viral (p.v) κόσμο ο οποίος μάλλον θα χρειαστεί ολική επανεκκίνηση (restart). Άλλοι πάλι θεωρούν ότι θα χρειαστεί μια περισσότερο συμβατική και μετριοπαθής αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων που θα προκύψουν. Για εμάς όμως ορισμένα διδάγματα έχουν ήδη ανακύψει και είναι κατά τη γνώμη μας σημαντικά. Από μια φιλοσοφική σκοπιά αυτός ο ιός είναι ένα είδος φυσικής αφύπνισης – τέτοιες «υπενθυμίσεις» συνηθίζει να τις επαναλαμβάνει η φύση κατά την πορεία του είδους μας. Αυτή τη φορά, το «καμπανάκι» είναι πλανητικής διάστασης και το πρώτο που θα έπρεπε να μας διδάξει είναι πως η διάχυτη αλαζονεία, ο ναρκισσισμός και η αίσθηση παντοδυναμίας του σύγχρονου ανθρώπου, έρμαιου της αέναης και τυφλής προόδου, δεν είναι καθόλου καλοί σύμβουλοι για το μέλλον της ανθρωπότητας. Ειδικότερα σε σχέση με την πρόοδο οφείλουμε επιτέλους να αποβάλουμε την ανόητη ιδέα ότι βρισκόμαστε, όπου να ‘ναι, στο τέλος της ιστορίας παρά τα δήθεν προσωρινά πισωγυρίσματα. Πρέπει από εδώ και στο εξής να μάθουμε να ζούμε με την αίσθηση του κινδύνου, με την επίγνωση πως τίποτα δεν είναι βέβαιο και πως οτιδήποτε μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή. Πιστέψαμε στους αυτοματισμούς, στα αυτορρυθμιζόμενα συστήματα και στα κρυστάλλινα παλάτια (όπως θα έλεγε ο Φ.Ντοστογιέφσκι) αλλά και στους αλαζόνες επιστήμονες, όπως αυτούς της Calico (Google/Alphabet Inc) που κηρύττουν ότι κάποια μέρα θα νικήσουμε ακόμη και το θάνατο[25]. Αντιθέτως σήμερα φαίνεται ένας άλλος πύργος της Βαβέλ να κατακρημνίζεται πάνω μας και σαν ένας «φυσικός νόμος» να μας προσφέρει σοφία με ένα μεγάλο χαστούκι που ίσως μας δώσει μια δεύτερη ευκαιρία και το βασικότερο μάθημα: ότι είμαστε ευάλωτοι, τρωτοί, θνητοί και πεπερασμένοι και ότι Κήποι της Εδέμ επί της γης δεν θα υπάρξουν ποτέ.

Η ζωή ασφαλώς δεν θα τελειώσει αλλά ως είδος θα κληθούμε τους επόμενους μήνες να αναλογιστούμε αμέτρητα πράγματα: Τι δεν πήγε καλά; Γιατί και πότε μας ξέφυγε κατάσταση; Τι θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει διαφορετικά; Πώς και πότε θα επουλωθούν οι πληγές από τις αιφνίδιες και μαζικές απώλειες αγαπημένων; Ποια μέτρα πρέπει να λάβουμε για να περισώσουμε οι χώρες τις οικονομίες μας; Όλα αυτά τα ερωτήματα είναι εύλογα και καλώς θα προκύψουν, το βασικό όμως ερώτημα θα έπρεπε να είναι το εξής: θα αλλάξει κάπως τον κόσμο αυτή η «αφύπνιση;Με άλλα λόγια αυτή η μέχρι χθες άγνωστη ασθένεια που κινδυνεύει να φέρει κατάρρευση της ανθρώπινης ζωής και της οικονομίας θα μας μάθει κάτι που θα μας αλλάξει για πάντα; Ο σύγχρονος άνθρωπος μοιάζει να έχει χάσει της αίσθηση του ορίου και αυτή η περιπέτεια μπορεί να μην καταφέρει να τον μεταμορφώσει ώστε να ακολουθήσει μια άλλη πορεία με πυξίδες το μέτρο, δηλαδή τα όρια και τα σύνορα, την ομορφιά και την ευπρέπεια. Το χειρότερο με τα παθήματα, ειδικά τα πιο οδυνηρά, είναι αυτά να μην οδηγούν σε μαθήματα και τα ίδια σφάλματα να επαναλαμβάνονται μέχρις εσχάτων. Διότι όπως ξεχνιούνται οι νεκροί, ακόμη και οι πλέον αγαπημένοι μας, έτσι μπορεί την επαύριον να ξεχάσουμε και να εστιάσουμε όχι στην πηγή του προβλήματος -που είναι ο τρόπος αντίληψης του κόσμου συνολικά – αλλά σε όλα εκείνα τα διορθωτικά/επουλωτικά ημίμετρα για την ανόρθωση της παγκόσμιας οικονομίας που και αυτή, εδώ και πολύ καιρό, νοσεί εξαιτίας της σημερινής αλαζονικής και παγκοσμιοποιημένης κοσμοαντίληψής μας και όχι εξαιτίας του κορωνοϊού που ήρθε να μας πληγώσει και κάποια στιγμή να παρέλθει.


[1] Ο Covid-19 είναι ένας ιός μονόκλωνου RNA ο οποίος κατά κύριο λόγο προσβάλει το ανώτερο αναπνευστικό σύστημα (μύτη, ρινοφάρυγγα και λάρυγγα), μπορεί όμως να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα και στο κατώτερο, όπως πνευμονία.

[2] Την ώρα που γραφόταν το παρόν κείμενο (στις 14/03/2020) οι νεκροί στην Ιταλία ήταν 1266 και τα επιβεβαιωμένα κρούσματα 17.660. Μπορεί κανείς να δει την εξέλιξη της πανδημίας εδώ: https://coronavirus.jhu.edu/map.html

[3] Αν και ορισμένα σημεία της θα μπορούσαν να συζητηθούν, η ανάλυση του καθηγητή στατιστικής στο Imperial College London, Χριστόφορου Αναγνωστόπουλου, κατά τη γνώμη μας παρέχει σαφή και καλή πληροφόρηση και μάλιστα για ένα ζήτημα τόσο σύνθετο το κάνει με τρόπο αξιοσημείωτα κατανοητό. Μπορείτε να την διαβάσετε εδώ: Κορωνοϊός: «Οι επόμενοι δύο μήνες είναι τόσο κρίσιμοι που θα τους θυμόμαστε για πάντα»

[4] Επιλέγουμε να χρησιμοποιήσουμε αυτόν τον όρο, ως νεολογισμό, γιατί πιστεύουμε ότι αρμόζει στη ιδιαίτερη φύση του φαινομένου. Πράγματι. έχουμε μια κοινωνία που προσβάλλεται από ένα εχθρικό παράγοντα (τον ιό), νοσεί, αντιδρά και παρουσιάζει σημεία (δηλαδή μια σημειολογία της κοινωνικής ζωής) τα οποία μπορούν, αν τα μελετήσουμε προσεκτικά, να μας επιτρέψουν να κάνουμε μια το δυνατό καλή διάγνωση.

[5] Η μολυσματικότητα είναι η ικανότητα του παθογόνου (ιού ή μικροβίου) να μολύνει ή να βλάψει έναν ξενιστή (άνθρωπο, ζώο ή φυτό).

[6] «Θνησιμότητα» στην επιδημιολογία είναι η μέτρηση της συχνότητας των θανάτων που προκαλεί μία νόσος σε έναν πληθυσμό, δηλαδή με άλλα λόγια ο αριθμός που δείχνει πόσοι θάνατοι -από την ίδια παθογόνο αιτία – επήλθαν σε μια ορισμένη χρονική περίοδο.

[7] Ως «Νοσηρότητα» ορίζεται η συχνότητα εμφάνισης μιας νόσου σε έναν συγκεκριμένο πληθυσμό και χαρακτηρίζεται από το σύνολο των κρουσμάτων σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, ορισμένη χρονική περίοδο (π.χ. ανά έτος) και σε ορισμένο αριθμό ανθρώπων ή ζώων. Για περισσότερα δείτε: https://www.mednet.gr/archives/2001-3/pdf/303.pdf

[8] Θα πρέπει να γίνει μια διάκριση ανάμεσα στους όρους «νόσος» και «νόσημα». Διότι «νόσος» είναι η νοσηρή διαδικασία (morbus-i), και έχει μια αρχή, ένα τέλος και μια διάρκεια και γραμματικά αντιστοιχεί στο απαρέμφατο του «νοσείν». «Νόσημα», από την άλλη, είναι το αποτέλεσμα ή το παράγωγο μια νοσηρής διαδικασίας.

[9] Οι διαφορές μεγέθους και χαρακτηριστικών ανάμεσα στους τρεις αυτούς όρους έχουν αναλυθεί πολύ καλά και δεν κρίνεται απαραίτητο να επιμείνουμε. Βλέπε σχετικά:

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!
echo ‘’ ;