Σε «ισχυρό εκβιασμό» αποδίδει την εμπλοκή της στο κύκλωμα που διακινούσε αντικαρκινικά φάρμακα η γιατρός του Λαϊκού Νοσοκομείου, η οποία μετά τη χθεσινή της απολογία κρίθηκε προφυλακιστέα.
Η 44χρονη αρνείται όλες τις κατηγορίες, και αναφερόμενη στο πρόσωπο που την εκβίαζε να υπογράφει τις παράνομες συνταγογραφήσεις, αν και δεν αποκαλύπτει ποιο είναι, τονίζει ότι δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των κατηγορουμένων.
«Η ζωή μου είχε γίνει κόλαση, έκανα απόπειρα αυτοκτονίας με νυστέρι αλλά με πρόλαβε ο συζύγός μου», σημειώνει η γιατρός και καλεί την ανακρίτρια να ανοίξει τους τραπεζικούς της λογαριασμούς προκειμένου να διαπιστωθεί ότι δεν είχε οικονομικό όφελος από την υπόθεση.
«Θα συνεργαστείς θες δε θες. Γιατί αλλιώς θα βλάψουμε και εσένα και τον άντρα σου. Σας παρακολουθούμε και τους δύο από καιρό. Αν πεις τίποτα στην αστυνομία έχετε πεθάνει …».
Με αυτά τα λόγια άγνωστος άνδρας εκβίαζε την 44χρονη γιατρό του Λαϊκού Νοσοκομείου να υπογράφει τις παράνομες συνταγές της μαφίας των αντικαρκινικών φαρμάκων.
Στο υπόμνημα που κατέθεσε στην ανακρίτρια και δημοσιεύει το lawandorder.gr , η 44χρονη υποστηρίζει:
«Πριν περίπου από ένα (1) περίπου έτος, (δηλ. τέλη Μαΐου – αρχές Ιουνίου 2017) κάποια ημέρα, εισερχόμενη στους χώρους του ιατρείου, βρήκα να κάθεται στη θέση χειρισμού του προσωπικού μου ηλεκτρονικού υπολογιστή ένα πρόσωπο άγνωστο σε εμένα, που προφανώς δεν άνηκε στους απασχολούμενους στο Ιατρείο. Κρατούσε στα χέρια του βιβλιάρια Υγείας Ασθενών και όταν τον ρώτησα τι επιθυμούσε, μου ανέφερε ότι αναζητούσε το Ηπατολογικό Ιατρείο. Τον κατεύθυνα στον προορισμό του και μετά απασχολήθηκα με τα καθήκοντά μου. Υστέρα από κάποιες ημέρες, ένα βράδυ, το ίδιο πρόσωπο με συνάντησε έξω από το ιδιωτικό μου ιατρείο, επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας 194 και ζήτησε να μου μιλήσει. Όταν ρώτησα περί τίνος πρόκειται, άρχισε να μου εξηγεί ότι γνώριζε τη θέση μου στο Ιατρείο και ότι επιθυμούσε να του γράφω συνταγές διαφόρων φαρμάκων με αντίτιμο χρήματα. Φυσικά και αρνήθηκα.
Τις επόμενες ημέρες όμως, ο άνθρωπος αυτός, παρουσιάζονταν έξαφνα μπροστά μου, συνήθως σε δημόσιους χώρους, είτε έξω από το ιατρείο μου ή το Ιατρείο του Λαϊκού Νοσοκομείου και προσπαθούσε να με δωροδοκήσει να συνεργαστώ στο σχέδιό του. Την 3η ή 4η φορά, αρνούμενη να συνεργαστώ, του ανέφερα ότι, αν συνέχιζε θα προέβαινα, σε καταγγελία στην αστυνομία.
Τότε μου έπιασε το χέρι μου και με ανάγκασε να αγγίξω τη ζώνη του, όπου ένιωσα ένα όπλο, λέγοντας μου τα εξής: “Θα συνεργαστείς, θες δε θες. Γιατί αλλιώς θα βλάψουμε και εσένα και τον άντρα σου. Σας παρακολουθούμε και τους δύο από καιρό. Αν πεις τίποτα στην αστυνομία έχετε πεθάνει και οι δύο. Από αύριο περιμένω συνταγές, σε φάκελο κάτω από το ιατρείο σου, αλλιώς τέλειωσες. Και μην κάνεις καμία βλακεία. Έχουμε μάτια παντού”. Ήταν ένα ψηλός, αδύνατος, μελαμψός άνδρας με μουστάκι, 40-45 ετών, ο οποίος φαίνονταν ότι δεν ήταν Έλληνας, πλην όμως μιλούσε άπταιστα ελληνικά. Τρομοκρατήθηκα.
Κυρίως φοβήθηκα να μη συμβεί κάτι στο σύζυγό μου. Έτσι, υπό την απειλή αυτή, έκανα την ανοησία να συντάξω κάποιες συνταγές στο ΑΜΚΑ ασθενών και να τις αφήσω σε κλειστό φάκελο στην είσοδο του ιδιωτικού μου ιατρείου, όπως μου είχε ζητήσει να κάνω. Αυτή ήταν και η απαρχή ενός εφιάλτη για εμένα, τον οποίο έζησα για έναν περίπου χρόνο και μέχρι τη σύλληψή μου από την Οικονομική Αστυνομία.
Διότι από τις επόμενες ημέρες και μετά και έως τις αρχές Μαΐου 2018, το πρόσωπο αυτό, ασκώντας πάνω μου τρομερή ψυχολογική βία, με εξανάγκαζε να του παραδίδω συνταγές διαφόρων φαρμάκων, κυρίως αντικαρκινικών δηλ. «NEXAVAR», «SUTENT», «AFINITOR» κλπ. εκβιάζοντάς με, με τα εξής λόγια: “Τώρα έμπλεξες. Δεν μπορείς να σταματήσεις. Αν πας στην αστυνομία ή σε κανένα δικηγόρο, πέθανες και εσύ και άντρας σου.” Φρόντιζε δε να εμφανίζεται αναπάντεχα σε μέρη και σε στιγμές που δε το περίμενα, ώστε να μου δημιουργείται η εντύπωση ότι δεν μπορούσα να διαφύγω της επιτήρησής του, κατατρομοκρατώντας με.
Μάλιστα κάποια στιγμή στις αρχές του καλοκαιριού του έτους 2017, όταν και με τον σύζυγό μου βρισκόμαστε σε κάποιο ιατρικό συνέδριο στην Ρόδο, και ενώ κινούμασταν εποχούμενοι στην μοτοσυκλέτα του επί της παραλιακής λεωφόρου, ένα άγνωστο σε εμάς αυτοκίνητομας έκλεισε το δρόμο, με αποτέλεσμα ο σύζυγός μου να χάσει τον έλεγχο της μοτοσικλέτας, να πέσουμε στο έδαφος και να τραυματιστούμε ελαφρά. Στην συνέχεια το αυτοκίνητο ανέπτυξε ταχύτητα και εξαφανίστηκε. Μετά από λίγες ημέρες και αφού, είχαμε γυρίσει στην Αθήνα, ο ανωτέρω με συνάντησε κάτω από το ιατρείο μου και δείχνοντάς μου το σύζυγό μου σε φωτογραφία που είχε λάβει στο κινητό του τηλέφωνο, μου είπε: “Είδες τι παθαίνει όποιος δεν συνεργάζεται; Φρόντισε την επόμενη φορά να μην έχετε χειρότερη κατάληξη”.
Με τον τρόπο αυτό κα Ανακρίτρια, το ανωτέρω πρόσωπο, δηλ. απειλώντας με και εκβιάζοντάς με, έτσι που να έχω καταντήσει άβουλο πλάσμα, στην πραγματικότητα σε όσα μου ζητούσε, μου απέσπασε ένα σύνολο συνταγών αντικαρκινικών φαρμάκων, των οποίων τον ακριβή αριθμό δεν θυμάμαι. Τις συνταγές αυτές, αφού τις εξέδιδα, τις άφηνα σε κλειστούς φακέλους στην είσοδο της πολυκατοικίας του γραφείου μου και δεν γνωρίζω ποιος τις παραλάμβανε μετά, παρόλο που κάποιες στιγμές, προσπάθησα να διαπιστώσω ποιος το έκανε, χωρίς να τα καταφέρω».
«Έκανα απόπειρα αυτοκτονίας»
Στο υπόμνημά της η 44χρονη, δηλώνει συντετριμμένη για τις πράξεις της, ζητεί συγνώμη από τους συναδέλφους της και αναφέρει πως αποπειράθηκε να κόψει τις φλέβες της με νυστέρι αλλά την πρόλαβε ο σύζυγός της.
«Η ζωή μου είχε γίνει κόλαση, έκανα απόπειρα αυτοκτονίας με νυστέρι αλλά με πρόλαβε ο συζύγός μου» αναφέρει χαρακτηριστικά.