18.7 C
Athens
Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΑΠΟΨΕΙΣΟι δολοφόνοι του παππού μου και ο άγιος πατέρας μου. Του Άγγελου...

Οι δολοφόνοι του παππού μου και ο άγιος πατέρας μου. Του Άγγελου Πυριόχου

Του Άγγελου Πυριόχου Agelos Pyriohos A

 

Οι δολοφόνοι του παππού μου και ο άγιος πατέρας μου. Του Άγγελου Πυριόχου

 
 
ΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΤΟΥ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ
 
Αυτός είναι ο παππούς μου.
 
Άγγελος Πυριοχος.
 
Πήρα το όνομα του.
 
 
Οι δολοφόνοι του παππού μου και ο άγιος πατέρας μου. Του Άγγελου Πυριόχου
 
Η γιαγιά μου από τις Μαριες ήταν όμορφη γυναίκα.
 
Ο παππούς μου λεβέντης και αριστερός.
 
Απο το Καταστάρι.
 
Είχε έρθει ένας ταγματασφαλίτης χωροφύλακας στα ορεινά που έγινε ο τρόμος της περιοχής.
 
Βασάνιζε, έδερνε, φυλάκιζε.
 
Ερωτεύτηκε τη γιαγιά μου και κυνήγησε τον Άγγελο.
 
Λίγο πριν γεννηθεί ο πατέρας μου, ο Άγγελος βγήκε αντάρτης, έφυγε από το νησί κυνηγημένος.
 
Η γιαγιά είχε ήδη δύο μικρά παιδιά και το μίσος του πληγωμένου ταγματασφαλίτη.
 
Δύσκολα χρόνια, βασιλικοί, όπλα, δολοφονίες, ρουφιάνοι.
 
Όταν γεννήθηκε ο πατέρας μου, πέρασε νύχτα με καικι από το Μεσολόγγι να δει γυναίκα και παιδί.
 
Λίγο πριν φτάσει στο σπίτι τον πυροβόλησε ένας βασιλικός και τον σκότωσε.
 
Για πολλά χρόνια έβλεπα στον κορμό μιας ελιάς ένα κόκκινο σταυρό, οι θείες μου έκαναν το σταυρό τους λέγοντας,  “τον φάγανε τον Άγγελο οι…”
 
Άκουγα δύο ονόματα, παιδάκι ήμουν δε μπορούσα να καταλάβω.
 
Ο χωροφύλακας πίεζε τη γιαγιά, αυτή μετακόμισε στη χώρα, ξαναπαντρεύτηκε και ο πατέρας μου από 6 χρόνων στη βιοπάλη.
 
Λούστρος, φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι, στα λιοκοκια και σερβιτόρος.
 
Και γω 6 ετών ήμουν όταν με έπαιρνε μαζί του για δουλειά, κάπου τόσο και ο αδελφός μου.
 
Και από τότε δε σταματήσαμε να δουλεύουμε.
 
Πέρασαν τα χρόνια, έσβυσε ο κόκκινος σταυρός στο δένδρο, “αχ πατερουλη μου” έλεγε ο πατέρας όταν γύριζε από το λιμάνι και του έβαζε κομπρεσες η μάνα.
 
Μεγάλωσα.
 
Ένα καλοκαίρι στο Καταστάρι άκουσα να λένε ότι βγήκε από τη φυλακή ο δολοφόνος του Άγγελου.
 
Πηγαίνοντας για μπάνιο στις Αλυκές περνούσα από το σπίτι του.
 
Είχε ένα μεγάλο σημάδι στο μάτι και φάνταζε σαν τέρας.
 
Μια φορά με φώναξε και το έβαλα στα πόδια από το φόβο.
 
Άμα δεν είχα παρέα δεν πήγαινα στη θαλασσα.
 
Τα βράδια έβλεπα εφιάλτες ότι με σκοτωνε στο ίδιο δένδρο κι έβαζε κόκκινο σταυρό.
 
Ο άντρας της θείας μου μια μέρα μου είπε “θέλει να σου μιλήσει ο…”, δεν έχει σημασία να αναφέρω το όνομα του.
 
Ούρλιαζα τον κλώτσησα, απείλησα ότι θα γυρίσω με τα πόδια στη Χώρα …τελικά πήγαμε.
 
Είδα ένα ανθρωπάκι φοβισμένο, κουρασμένο, ήταν και άρρωστος, το σημάδι στο πρόσωπο δε με φόβισε.
 
“Σε παρακαλώ θέλω να δω τον πατέρα σου, πρέπει να τον δω” .
 
Μια εβδομάδα μετά γύρισα στη Χώρα, το είπα στον πατέρα μου και η αντίδραση του ήταν να με χαστουκισει.
 
Δύο μέρες μετά… “ξέρεις να με πας στο σπίτι του;”
 
Σε όλο το δρόμο βλαστημουσε.
 
Το δολοφόνο, το αρχιδι, θα τον σκοτώσω όπως σκότωσε τον πατέρα μου.
 
Φτάσαμε.
 
Είχαν κοπεί τα πόδια μου.
 
Βγήκε ο άνθρωπος, φοβισμένος, ο πατέρας αγριεμενος.
 
“Τι σου έκανε ρε ο πατέρας μου και τον σκότωσες;
 
“Έπεσε στα πόδια του και άρχισε να κλαίει.
 
“Ο χωροφύλακας με έβαλε. Είχα κλέψει και μου υποσχέθηκε πως αν σκοτώσω τον κουμουνιστή δε θα με βάλει φυλακή. Μόνο που με είδαν κάποιοι. Κι αυτός φυσικά δεν έκανε τίποτα για να με προστατέψει. Συγχώρεσε με, σκότωσα ένα παλικάρι που δε μου έφταιξε σε τίποτα”.
 
Τόσα δάκρυα σε μάτια δεν ξαναδα.
 
Αυτός στα γόνατα, ο πατέρας μου κοιτούσε στο πουθενά μαρμαρωμένος.
 
Και τότε είδα αυτό που μας έλεγαν για τον Άγιο.
 
Τον σήκωσε απαλά, τον αγκάλιασε και για ώρα πολλή αγκαλιασμενοι έκλαιγαν και οι δύο.
 
Ο ένας για τον πατέρα που έχασε, ο άλλος για τον πατέρα που του στέρησε.
 
Τον συγχώρεσε όπως ο Άγιος το φονιά του αδελφού του.
 
Ο χωροφύλακας είχε φύγει με άσχημο τρόπο από το νησί.
 
Τον φυγάδευσαν γιατί τον απειλούσαν να τον σκοτώσουν αυτοί που βασάνισε.
 
Ο πατέρας μου και ο άλλος έμειναν φίλοι για όσα χρόνια έζησε.
 
Εγώ έγινα άθεος από νεύρα.
 
Γιατί δεν αγιασε ο πατέρας μου;
 
Σήμερα στο νεκροταφείο πιάσαμε κουβέντα.
 
Πώς τα φέρνει η ζωή.
 
Το όνομα του ηθικού αυτουργού και το όνομα του δολοφόνου με κυνηγάνε πατέρα.
 
Λίγο σα να κουνήθηκε το μάρμαρο.
 
Εγώ πατερουλη μου δεν θα γίνω άγιος.
 
Και μη μου κουνάς εμένα το μάρμαρο.
 
Προσπαθούν αλλά δεν θα τους αφήσεις.
 
Πόσο μου λείπεις…..
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!
echo ‘’ ;