15 C
Athens
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΑΠΟΨΕΙΣΠαγκόσμια στρατηγική και διεθνείς σχέσεις | Του Παύλου Χρήστου

Παγκόσμια στρατηγική και διεθνείς σχέσεις | Του Παύλου Χρήστου

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

Του Παύλου Χρήστου, Γεν. Γραμματέα του Ελληνορωσικού Συνδέσμου.


Την επομένη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, βρέθηκαν να αναλαμβάνουν την ευθύνη «για την ειρήνη, την ευημερία και την επιβίωση» του μισού σχεδόν πληθυσμού της ανθρωπότητας. Η πριν του πολέμου γενική στρατηγική τους , περί «παραμονής στο περιθώριο των υποθέσεων της γηραιάς ηπείρου» αντικαταστάθηκε από τη στρατηγική της παγκόσμιας δύναμης. Η κοινή νίκη Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και Σοβιετικής Ένωσης, εισάγει στις διεθνείς σχέσεις μια καθαρά αμερικανικής προέλευσης αντίφαση: εκείνη του ιδεαλισμού και του ρεαλισμού. Η ευρωπαϊκή άποψη της «ορθολογικής σχηματοποίησης» και της «κοινωνιολογικής ανάλυσης», υποχώρησε άτακτα προ της νέας αμερικανικής στρατηγικής και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής έγιναν κυρίαρχη Δύναμη, λόγω της κατάρρευσης της ευρωπαϊκής τάξης πραγμάτων και της νίκης των όπλων τους. Η ισχύς των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και η παγκόσμια επιρροή τους ενισχύθηκαν σημαντικά, με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης .

Η αντίθεση μεταξύ ιδεαλισμού και ρεαλισμού, μεταξύ μακιαβελισμού και καντιανισμού, της ¨«διεφθαρμένης» Ευρώπης και της «ενάρετης» Αμερικής, οδήγησε σε έναν ιστορικό συμβιβασμό και μια αλληλοσυμπλήρωση: η ορθολογιστική σχηματοποίηση και η κοινωνιολογική ανάλυση, δημιουργούν τις διαδοχικές φάσεις της συλληπτικής επεξεργασίας μιας «οικουμενικής κοινωνίας». Αυτή η «συνδιαλλαγή» διαφοροποίησε τη Στρατηγική και την πολιτική.

Οι Διεθνείς Σχέσεις είναι-ορίζονται ως οι μεταξύ των εθνών σχέσεις, πλην όμως, ο όρος «έθνος» δεν λαμβάνεται εδώ με την ιστορική του έννοια, η οποία ίσχυσε μετά τη Γαλλική Επανάσταση, δεν εκφράζει ένα ιδιαίτερο είδος πολιτικής κοινότητας-εκείνο στο οποίο τα άτομα έχουν συνείδηση πολίτη, το δε κράτος εκφράζει την έννοια μιας προϋπάρχουσας εθνότητας. Το έθνος παρουσιάζεται περί τα τέλη του 19Ου αιώνα , στους ευρωπαίους ιστορικούς, ως έννοια εξίσου φυσική, όπως η έννοια του «άστεως» στους Έλληνες διανοητές. Εντός του έθνους, πολιτική και κοινωνία συνδυάζονται για να δημιουργήσουν τη «συνάδουσα προς τη φύση» και συγχρόνως «ιδεώδη» πολιτική μονάδα. 

Στον όρο ‘διεθνείς σχέσεις’ η έννοια του «έθνους» αντιστοιχεί προς οιανδήποτε πολιτική κοινότητα, εδαφικώς οργανωμένη. Από πολιτική άποψη, ένα έθνος αποτελεί μια ομάδα ανθρώπων που θεωρεί τον εαυτό της φυσική πολιτική κοινότητα, στάση η οποία εκφράζεται μέσα από την επιθυμία για εδραίρωση ή διατήρηση της κυριαρχίας. Οι μεταξύ των κρατών σχέσεις, οι καθαρώς διακρατικές σχέσεις, αποτελούν τις κατεξοχήν «διεθνείς σχέσεις», δηλαδή το επίκεντρο των διεθνών σχέσεων αποτελούν οι σχέσεις που θέτουν σε αμοιβαία επαφή τις πολιτικές μονάδες ως τέτοιες. Η ουσιώδης διαφορά μεταξύ εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής είναι ότι η πρώτη προσπαθεί να διατηρήσει το μονοπώλιο της βίας στους κατέχοντες τη νόμιμη εξουσία και η δεύτερη αναγνωρίζει την πολλαπλότητα των επίκεντρων της ένοπλής ισχύος. Τα κράτη κατά την εκδήλωση των μεταξύ τους σχέσεων δεν έχουν εξέλθει από την «κατά φύση κατάσταση», εάν είχα εξέλθει θα έπαυε να υπάρχει η θεωρία που αφορά στις διεθνείς σχέσεις. Έτσι, ο πόλεμος και η ειρήνη δεν ανάγεται μόνο στον τομέα της επιστήμης,φιλοσοφίας και της τέχνης (στρατηγικής) αλλά και στον τομέα της κοινωνικής ύπαρξης. Η διαυγής «αντίθεση» πολέμου και ειρήνης στο επίπεδο των Ιδεών, παύει να είναι διαυγής στο επίπεδο των γεγονότων και αυτό δημιουργεί ασάφεια επί του περιεχομένου της έννοιας «διεθνείς σχέσεις». 

Για αυτόν ακριβώς το λόγο, η εξέλιξη μιας εξαιρετικής σημασίας σύγκρουσης, δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί , ούτε από τη θεωρία των διεθνών σχέσεων, ούτε από τη λογική του «παιγνίου» , ούτε από τα γενικά αίτια της νίκης. Συμφιλιωτική ή ανταγωνιστική η εφαρμογή της εξωτερικής πολιτικής είναι εκ φύσεως παρακινδυνευμένη, η δράση της στηρίζεται επί πιθανοτήτων και η διακινδύνευση είναι συστατικό της στοιχείο. Η θεωρία και η πρακτική των διεθνών σχέσεων, λόγω της πολλαπλότητας των αυτόνομων κέντρων αποφάσεων και επομένως του πολλαπλώς προβαλλομένου κινδύνου ένοπλης σύγκρουσης, επιβάλλει την ανάγκη του υπολογισμού των διατιθέμενων μέσων. Δηλαδή, η άσκηση εξωτερικής πολιτικής, όχι μόνο χρησιμοποιεί αναλογίες στρατηγικής αλλά γίνεται αφ’εαυτής στρατηγική(!!) και με αυτό τον τρόπο διαμορφώνει και διαφορίζει την εναλλαγή του πολέμου και της ειρήνης. 

Στη δεκαετία του 1980 η παγκοσμιοποίηση υιοθετείται ευρέως και εισάγεται πλέον η έννοια της παγκόσμιας στρατηγικής που μέσα από διαφορετικό πρίσμα ερμηνεύει και θεωρεί τον Κόσμο, προωθεί συνεχιζόμενες και επιταχυνόμενες αλλαγές. Παρά ταύτα, υπάρχει –τουλάχιστον προς το παρόν- ισορροπία μεταξύ συνέχειας και αλλαγής στην παγκόσμια στρατηγική. Ο όρος παγκόσμιος έχει δύο βασικές ερμηνείες: με την πρώτη η παγκόσμια στρατηγική εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο και έχει πλανητική σημασία και με τη δεύτερη παγκόσμιος σημαίνει διεξοδικός-αναλυτικός και η παγκόσμια στρατηγική αναφέρεται σε όλα τα στοιχεία, όχι μόνο του συνόλου ενός συστήματος, αλλά κυρίως του εσωτερικού του. 

Η παγκόσμια στρατηγική ασκείται όχι μόνο σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά σε όλα τα επίπεδα (παγκόσμιο, περιφερειακό, εθνικό). Αυτή η «παγκοσμιοποίηση της στρατηγικής» αλλοίωσε το χαρακτήρα και τη φύση της. Έτσι, η κρατοκεντρική προσέγγιση των Διεθνών Σχέσεων είναι όλο και δυσκολότερο να υποστηριχθεί. Οι πολυεθνικοί όμιλοι, οι μη κρατικές οργανώσεις, συναποτελούν με τα κράτη και τους Διεθνείς Οργανισμούς μια ολότητα δρώντων παραγόντων και στοιχείων που έχει ως αποτέλεσμα την ευρύτητα, την ένταση και την επιτάχυνση της «διασύνδεσης». Μιας «διασύνδεσης» που αποτελεί στοιχείο της παγκόσμιας στρατηγικής. 


Παγκόσμια στρατηγική και διεθνείς σχέσεις | Του Παύλου Χρήστου
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!
echo ‘’ ;