22.7 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΕΛΛΑΔΑΘέλεις Παπαδόπουλο μαλάκα;

Θέλεις Παπαδόπουλο μαλάκα;

Θέλεις Παπαδόπουλο μαλάκα;

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Εν έτει 2014, διαπιστώνεται πως ο Μαλάκας παραμένει διαχρονικά πιστός στις ιστορικές του συνήθειες: την εθελοδουλεία, την αναπαραγωγή της κυρίαρχης κουλτούρας, την «εθελοντική» στράτευση του στην πλευρά των καταπιεστών.

 Έτσι, µόλις 40 έτη µετά την πτώση της τελευταίας εν Ελλάδι δικτατορίας, συναντούμε ακόμη νοσταλγούς της δολοφονικής φάρσας που ακούει στο όνομα «δικτατορία των συνταγματαρχών». Ακούμε συχνά για τα «παραμύθια του Πολυτεχνείου» (ακόμη κι από θεσμικούς παράγοντες του Κράτους ,όπως ο πρώην υπουργός Υγείας,  Ά.Γεωργιάδης) που µάλιστα  βρίσκουν υποστηρικτές σε ένα διευρυμένο, αν και πιθανότατα μειοψηφικό, μέρος της ελληνικής κοινωνίας.

 Το κλισέ «ένας Παπαδόπουλος µας χρειάζεται» είχαµε συνηθίσει να το ακούµε από γραφικούς παππούδες που νοσταλγούσαν τις µέρες που ήταν είτε ρουφιάνοι, είτε βασανιστές, είτε ευνοούµενοι µε διάφορους τρόπους (όπως θα δούµε παρακάτω) από το στρατιωτικό καθεστώς. Κανείς δεν έδινε σηµασία, είτε διότι οι ιστορικές µνήµες της οδυνηρής επταετίας ήταν πρόσφατες, είτε διότι η µετέπειτα κοινοβουλευτική δηµοκρατία άνοιξε τον κρατικό µπουφέ για µεγάλο µέρος του πληθυσµού, δηµιουργώντας το ολοδικό της πελατειακό κράτος, διεφθαρµένων υπερκαταναλωτών και χειροκροτητών ψηφοφόρων.

Με την οικονοµικοπολιτική κρίση, όµως, η ελληνική κοινωνία ξεβρακώθηκε, αποκαλύπτοντας την πνευµατική και πολιτισµική της ασχήμια. Το προαναφερθέν κλισέ έγινε για κάποιους «Χρυσή Αυγή που σας χρειάζεται», ο άλλοτε γραφικός χριστιανικός όχλος αποκτά πλάτες με την βοήθεια της ναζιστικής αυτής γκρούπας, επιχειρώντας να λιντσάρει τους ηθοποιούς του Corpus Cristi για λόγους «βλασφημίας» πριν δύο χρόνια (όπως ακριβώς συμβαίνει και σε πολλές θεοκρατικές κοινωνίες). Η συγκέντρωση/ στοίβαξη µεγάλου αριθµού µεταναστών στα αστικά κέντρα, που προστίθεται στο ήδη διογκωμένο πλεονάζον για τον καπιταλισμό εργατικό δυναμικό, η αύξηση της εγκληµατικότητας ως συνέπειας της  ανέχειας και της ανισότητας, και η  ρατσιστική προπαγάνδα  των ΜΜΕ (που τη μία παριστάνουν τους θεσμικούς αντιφασίστες και την άλλη επιχειρούν να παρουσιάσουν το«ανθρώπινο» πρόσωπο νεοναζιστών) εδώ και αρκετά χρόνια,  συνέβαλαν ώστε ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού να οδηγηθεί, είτε με πλήρη συνείδηση της επιλογής του είτε διαμαρτυρόμενο, είτε  στη νεοναζιστική συμμορία της Χρυσής Αυγής, είτε στη συντηρητική ακροδεξιά (Νέα Δημοκρατία – ΛΑ.Ο.Σ).

Έτσι, ο Μαλάκας της ιστορίας μας, κρύβεται πίσω απ΄την εθνική του σημαία, κουνώντας το δάχτυλο σ’ όλους όσους θεωρεί πως φταίνε για την κατάντια του: οι απεργοί, οι καταληψίες, οι διαδηλωτές, οι φοιτητές, οι μετανάστες, ΟΙ «αλήτες – προδότες – πολιτικοί». Αφού ανακαλυψε λοιπόν τους εχθρούς του, αναζητά και ένα…επιτυχημένο ιστορικό αντιπαράδειγμα. Έτσι, γίνεται ταυτόχρονα και νοσταλγός  της δικτατορίας  του Παπαδόπουλου, ή του Μεταξά (χωρίς, ωστόσο, κανείς να τον εμποδίζει να μεταναστεύσει σε μια χώρα που ένα τέτοιο καθεστώς έχει εδραιωθεί), αναπαράγοντας τις μπούρδες των φασιστολογίων που έχουν κατακλύσει το διαδικτυακό χώρο, χωρίς να αναζητήσει φυσικά πηγές και χωρίς να αναπτύξει έστω στο ελάχιστο την κριτική ιστορική γνώση, εξαργυρώνοντας µε χουντολαγνεία τη χρόνια αποπολιτικοποίηση του. Το κείμενο, λοιπόν, αυτό απευθύνεται κυρίως στον Μαλάκα, και έχει ως βασικό του στόχο να αποτελέσει σηµείο προβληµατισµού γι’ αυτόν, και όχι προϊόν εκ νέου αναπαραγωγής και παπαγαλισµού επιχειρηµάτων.

Θέλεις Παπαδόπουλο μαλάκα;

Ο ΜΑΖΑΝΘΡΩΠΟΣ

Τα απολυταρχικά καθεστώτα δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς την κοινωνία αυτή που θα στηρίξει τον ολοκληρωτισμό. Ο Χίτλερ, σε ομιλία του προς τα S.A είπε: «Ό,τι είσαστε, το είσαστε χάρη σ’ εμένα. Ό,τι είμαι, το είμαι χάρη σ’εσάς και μόνο». Ο ανθρωπολογικός τύπος που συμβάλει περισσότερο στην κυριαρχία και διαιώνιση των ολοκληρωτικών καθεστώτων, δεν είναι τόσο αυτός του κτήνους του βασανιστή ή του χαφιέ, αλλά ο μαζάνθρωπος, βασικό χαρακτηριστικό του οποίου είναι ο εθισμός στο lifestyle, στην εύκολη και ανέμελη ζωή, στο θέαμα και η απομόνωση ή έλλειψη φυσιολογικών κοινωνικών σχέσεων.

 Οι φασιστική δικτατορία του Μουσολίνι, τα στρατιωτικά καθεστώτα του Σαλαζάρ, του Πινοσέτ και του Παπαδόπουλου βάσιζαν την κυριαρχία τους όχι μόνο στις διώξεις των πολιτικών τους αντιπάλων, αλλά στην καλλιέργεια ενός ξένιαστου lifestyle, μιας συνεχόμενης και επαναλαμβανόμενης εικόνας μιας ατέλειωτου πανηγυριού, σαν να πρόκειται για το ακριβό περιτύλιγμα ενός  χαλασμένου προϊόντος, μια βιτρίνα που κρύβει τις πληγές μιας κοινωνίας  που αιμορραγεί αλλά όντας υπνωτισμένη από τα καταναλωτικά ναρκωτικά. Προκειμένου να καταλάβουμε καλύτερα, θα πρέπει να θυμηθούμε αρχικά την ταινία Roma  του Φεντερίκο Φελίνι, που απεικονίζει την ζωή των Ιταλών κάτω από το  φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο Φελίνι περιγράφει με απόλυτη ακρίβεια το πρώτο βασικό στοιχείο που  συναντά κανείς στον φασισμό: η υλιστική ζωή, η πληθώρα των απολαύσεων  και οι θεατρικές επιθεωρήσεις μας δίνουν την εντύπωση ότι οι άνθρωποι κάτω από ένα τέτοιο καθεστώς ζουν ευχάριστα. Η κρατική βία και οι  διώξεις έρχονται σε δεύτερη μοίρα και συχνά δεν αγγίζουν τον όχλο ο οποίος έχει κυριολεκτικά παραλύσει (γι’ αυτό και άλλωστε είναι όχλος και  όχι πια πολίτες) μέσα σ’ ένα βαθύ κλίμα απο-πολιτικοποίησης, απάθειας ή  στείρας αναπαραγωγής κρατικής προπαγάνδας. (Η απο-πολιτικοποίηση  αποτελεί βασικό στοιχείο που οδηγεί στον ολοκληρωτισμό για την Hannah  Arendt).

 Τα θεάματα που τα καθεστώτα αυτά προσφέρουν είναι είτε αστείες παρωδίες δίχως πολιτικό περιεχόμενο, είτε προπαγανδιστικά show, με σκοπό να προσελκύσουν τον όχλο στο πανηγύρι του lifestyle. Οι μάζες αυτές προέρχονται από μια διάτρητη κοινωνία, στις οποίες έρχεται το εθνικιστικό συναίσθημα (ο εθνικισμός αποτελεί πάντοτε πεμπτουσία των περισσότερων στρατιωτικών καθεστώτων) να συγκολλήσει.

Η χρόνια αποπολιτικοποίηση, ο ζαμανφουτισμός, το κλείσιμο του καθενός στην ιδιωτική του σφαίρα, και η αποξένωση συνθέτουν το παζλ της κρίσης της δυτικής κοινωνίας, και της ελληνικής συμπεριλαμβανομένης. Τόση απο-πολιτικοποίηση και εθισμό στην κουλτούρα του κιτς και της ξενοιασιάς, πραγματικά θα τη ζήλευαν ακόμα και οι στρατιωτικοί δικτάτορες.

Σε μια σύγχρονη Δυτική κοινωνία δεν χρειάζεται κάποιο καθεστώς να ασκήσει σωματική βία από τη στιγμή που τα ελέγχει τα Μέσα Ενημέρωσης και Ψυχαγωγίας, τα οποία έχουν πετύχει ν’ απομακρύνουν τον καθένα μας από την πολιτική σφαίρα, βομβαρδίζοντάς μας καθημερινά με εικόνες lifestyle, δημιουργώντας ψεύτικες ανάγκες, χτυπώντας την πιο κεντρική δομή του ανθρώπινου ενστίκτου, την ψυχή, όπως θα έλεγε και ο Φρόιντ, και ελέγχοντας τα συναισθήματα μέσα από προβαλλόμενες εικόνες, καλλιεργώντας το φαντασιακό της υπερκατανάλωσης.

Έτσι το πολιτικό όν ο άνθρωπος μετατρέπεται σε μαζάνθρωπος, εθίζεται στον καταναλωτισμό και την απάθεια, αναζητώντας διεξόδους μέσα από τις διάφορες φετιχιστικές εικόνες και διαφημίσεις. Είχε άδικο, συνεπώς, ο Ουμπέρτο Έκο, όταν έλεγε πως σήμερα μόνο οι ηλίθιοι κάνουν πραξικοπήματα με τανκς, όταν υπάρχει τηλεόραση; Μιλάμε, συνεπώς, για την κρίση σαν να πρόκειται για ένα φαινόμενο των τελευταίων δύο-τριών ετών, αποφεύγοντας να εξετάσουμε τα μικρές φυσαλίδες της φούσκας που μόλις έσκασε.

 Η συστηματική διαστρέβλωση των ιστορικών γεγονότων, η δημιουργία εθνικών μύθων, οι κατά καιρούς «μεγάλες ιδέες» (οι οποίες ξεκινούν από τη«πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικιά μας θα ναι» και φτάνουν στην Ευρωζώνη και τους Ολυμπιακούς Αγώνες), η διαχρονική ανευθυνότητα και υποκειμενικότητα στη διαχείριση και μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, η καλλιέργεια του πολιτισμού του σκυλάδικου, η συνολική απαξίωση της πολιτικής και η μετάλλαξη της σ’ ένα σόου τηλεκαρναβάλων, καθώς και πολλές άλλες φυσαλίδες αιωρούνται γύρω μας, καθώς εμείς συνεχίζουμε να βυθιζόμαστε όλο και πιο βαθιά στην ιδιωτική μας ζωή, αποστρεφόμενοι την συμμετοχή, την κοινωνικοποίηση και συνεχίζοντας την διαίρεση της κοινωνίας σε εκατομμύρια μικροσκοπικά «εγώ».

Όταν, όμως, έσκασε η μεγάλη φούσκα της κατανάλωσης, ο μαζάνθρωπος αυτός, ο άγνωστος μεταξύ αγνώστων, αναζητά μια νέα φούσκα για να κουρνιάσει μέσα της, να βρει την ασφάλεια που έχει χάσει, να πατήσει στη γη που έφυγε από τα πόδια του. Πώς, λοιπόν, θα αποφύγει ο μαζάνθρωπος το αυτομαστίγωμα στον οποίο καθημερινά τον καλούν η πολιτική τάξη, oι διεθνείς κι εγχώριες οικονομικές ελίτ, τα ΜΜΕ;

΄Πως θα ξεπεράσει και την ίδια του τη φυσική του ροπή προς την ιδιοτέλεια, την αδράνεια, τον φετιχισμό και την ασημαντότητα; Πώς θα απαλύνει τον πόνο της υπευθυνότητας, της αυτοκριτικής, πώς θ’ απομακρυνθεί και πάλι απ΄ τον δύσβατο δρόμο της κοινωνικής δημιουργίας που απλώνεται ανοιχτός μπροστά του; O εθνικιστικός ναρκισσισμός, και πάλι, θα του προσφέρει χείρα βοηθείας… έτσι ώστε να τον διαχωρίσει απ΄το γείτονα του, να του προσφέρει το βάθρο της (τάχα μου) φυλετικής ανωτερότητας, να δικαιολογήσει τα λάθη του παρελθόντος ρίχνοντας τις ευθύνες σε Εβραίους, ιλλουμινάτι, ψεκασμούς αεροπλάνων, μετανάστες και αριστερούς ή αναρχικούς.

Ο μαζάνθρωπος, λοιπόν, είναι εδώ. Είναι ο γείτονας με τον οποίο δεν έχουμε ανταλλάξει καλημέρα, είναι ο συνάδελφος στη δουλειά με τον οποίο δεν έχουμε πιει ποτέ ένα καφεδάκι, είναι η φουρνάρισσα την οποία δεν ρωτήσαμε ποτέ αν είναι καλά. Είναι μέσα σε σπίτι με κλειστά παντζούρια, σε αγέλαστο τραπέζι στο καφενείο, σε οθόνη υπολογιστή που μένει ανοιχτή εικοσιτετράωρα ολόκληρα. Κι όσο δεν κοινωνικοποιείται, όσο δεν ψάχνει για ζωή, τόσο η νέα φούσκα του εθνικού παραληρήματος τον παρασύρει εντός της. Ο μαζάνθρωπος δεν είναι πάντα ο Μαλάκας της ιστορίας μας. Ο Μαλάκας όμως είναι πάντα μαζάνθρωπος.

ΠΟΥΛΑ ΜΟΥ ΛΙΓΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ

Ο Μαλάκας της ιστορίας μας είναι ένας άνθρωπος που δεν έχει ακόμη απογαλακτιστεί. Όπως στα πρώτα χρόνια της ζωής του, περίμενε το παραμύθι της μητέρας για να γλυκοκοιμηθεί, έτσι και στην ενήλικη ζωή του αναζητά το παραμύθι αυτό που θα τον κοιμίσει για τα καλά και θα τον ξεκουράσει στις αγκάλες, όχι του Μορφέα, αλλά του εκάστοτε εξουσιομανή. Τα απλοϊκά επιχειρήματα που θέτει ο Μαλάκας μας, κινούνται από το «τουλάχιστον τότε κοιμόμουν ήσυχα» και το «επί χούντας φτιάχτηκαν δρόμοι» έως το «δεν υπήρξαν νεκροί στο Πολυτεχνείο». Θα επιχειρήσουμε παρακάτω, όσο πιο σύντομα γίνεται, να εκθέσουμε τα χιλιοειπωμένα παραμύθια των χουντολάγνων.