Τι έκανες, γιε μου, εσύ κακό;
Και χύμηξαν απάνου σου τα σμουλωχτά κοράκια
και σούπιαν το αίμα, γιόκα μου, σου κλείσαν τα χειλάκια.
Τώρα οι παλάμες σου οι αχνές, μονάκριβέ μου κρίνε,
σα δυο πουλάκια ανήμπορα και πληγωμένα μου είνε.
Που τα φτερά τους δίπλωσαν και πια δε φτερουγούνε
και τα κρατώ στα χέρια μου και δε μου κελαϊδούνε.
………
Γ.Ρ