Τα Τάγματα Ορεινών Μεταφορών (ΤΟΜ), άγνωστα για τους περισσότερους στην εποχή τους και παντελώς αγνοημένα σήμερα, υπήρξαν ο αγωγός που μετέφερε το μετεμφυλιακό κλίμα από την ταραγμένη πολιτικά δεκαετία του 1960 στα χρόνια της κοινοβουλευτικής εκτροπής και της χούντας των συνταγματαρχών. Τύποις τα ΤΟΜ ήταν στρατιωτική υπηρεσία τροφοδοσίας μέσω μουλαριών των δυσπρόσιτων συνοριακών φυλακίων.
Επί της ουσίας, ωστόσο, επρόκειτο για τόπους συγκέντρωσης στη Βόρεια Ελλάδα, όπου απομονώνονταν οι στρατευμένοι αριστεροί πολίτες: ένας μηχανισμός τιμωρίας και πειθάρχησης όσων εθεωρείτο ότι απειλούσαν το καθεστώς με τις ανατρεπτικές τους ιδέες.
Το θέμα ανέδειξε στη λογοτεχνία για πρώτη φορά ο Γιάννης Ατζακάς με τα πεζά του «Κάτω από τις οπλές»(2010), όπου κατέθεσε την προσωπική του εμπειρία από τον παράξενο κόσμο των ΤΟΜ. Ένας άλλος αυτόπτης μάρτυρας της περιόδου, ο επίσης κυνηγημένος αριστερός Ναπολέων Περγαλίδης, έρχεται τώρα να ρίξει περισσότερο φως στην υπόθεση με τη συλλογή διηγημάτων του «ΤΟΜ. Διηγήσεις από τα Τάγματα Ορεινών Μεταφορών», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Στερέωμα.
Ο αφηγητής των ιστοριών του Περγαλίδη, που εξιστορεί πάντοτε σε πρώτο πρόσωπο τα γεγονότα, νιώθει διπλά αποκλεισμένος στην άτυπη εξορία του. Από τη μια πλευρά είναι η ούτως ή άλλως δύσκολη στράτευση επί δικτατορίας και το αίσθημα αυτόματης δυσφορίας που προκαλεί.
Από την άλλη μεριά είναι ο εγκλεισμός μέσα στον εγκλεισμό: τα καταναγκαστικά έργα με τα οποία επιβαρύνονται καθημερινά οι οπλίτες, υποχρεωμένοι να καθαρίζουν, να πλένουν και να ταΐζουν με άκρα επιμέλεια τα μουλάρια και πληρώνοντας ακριβά το αντίτιμο της πολιτικής τους ένταξης. Η ζωή βέβαια δεν αποτελεί ποτέ μονόδρομο και οι αθέλητοι μουλαράδες δεν θα αργήσουν να βρουν τρόπο να απαλύνουν το κακό το οποίο τους έχει χτυπήσει. Κι αυτό με τη βοήθεια και την ανοχή κάποιων αξιωματικών, που κατανοούν εμμέσως πλην σαφώς την κατάσταση και τείνουν να γίνουν ένα με τους στρατιώτες – στη γενική χαλάρωση, στο φαγητό και τα ποτό, στις μικρές νυχτερινές διασκεδάσεις, καθώς και στις αναδρομές ή τις αναπολήσεις που είναι ικανές να θρέψουν την απαντοχή τους.
Ο Περγαλίδης αναπλάθει με έντονα και ιδιαιτέρως πυκνά χρώματα την ατμόσφαιρα του στρατοπέδου. βρίσκει την ευκαιρία να σκιτσάρει πειστικά τους πρωταγωνιστές του, ενισχύει την αφήγησή του με ρεαλιστικές εικόνες. που εγγυώνται έτσι ένα πιο αδρό και άμεσο αποτέλεσμα, και διαθέτει άφθονο χιούμορ: χιούμορ που ξορκίζει τη δυσανεξία και τη δυσαρέσκεια, χωρίς την ίδια ώρα να κρύβει ή να υποτιμά τη μελαγχολία και την εσωτερική περιδίνηση του αφηγητή του για τον οποίο συχνά τα πάντα μοιάζουν απλώς ανυπόφορα.
Στις «Διηγήσεις από τα Τάγματα Ορεινών Μεταφορών» διακρίνουμε ακόμα την ευαισθησία για τους τροφίμους του στρατοπέδου (παιδιά ή μουσουλμάνους) που δεν έχουν καμιά σχέση με την πολιτική και κλείστηκαν εκεί μόνο εξαιτίας της κακής τους τύχης. Και υπάρχουν επίσης τα αγαθά ζώα, τα μουλάρια, τα οποία φορτώθηκαν αίφνης το άχθος της εθνικής ιδεολογίας, αναλαμβάνοντας μιαν αποστολή που μόνο οι στρατοκράτες θα μπορούσαν να σκαρφιστούν. Ασφαλώς, ένα βιβλίο με ξεχωριστό χαρακτήρα.
Βιβλιοκριτική, του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου, ΑΠΕ-ΜΠΕ