ΑρχικήΑΠΟΨΕΙΣΤο δίλημμα είναι Grexit ή διαγραφή χρέους. Του Άντριου Φέλοου στον Guardian
Το δίλημμα είναι Grexit ή διαγραφή χρέους. Του Άντριου Φέλοου στον Guardian
Το δίλημμα είναι Grexit ή διαγραφή χρέους. Του Άντριου Φέλοου στον Guardian – ερευνητής στο Oriel College της Οξφόρδης.
Είναι απολύτως καθαρό σε όλες τις πλευρές πλέον – εάν και σπάνια το παραδέχονται – ότι η Ελλάδα δεν θα αποπληρώσει ποτέ τα δάνεια διάσωσης.
Η σημερινή προσέγγιση αξιώνει από την Ελλάδα να επιτυγχάνει μεγάλο και παρατεταμένο πρωτογενές πλεόνασμα για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των πιστωτών. Αυτή η προσέγγιση θα την υποχρεώσει να αποστραγγίσει τουλάχιστον μια γενιά για να μεταφέρει σε άλλες χώρες τεράστια ποσά απ’ ό,τι παράγει ο ελληνικός λαός.
Η ιστορία και οι οικονομικές αρχές μας διδάσκουν ότι το να προσπαθείς να επιβάλεις τέτοιου τύπου λογικές σε μια βαθιά τραυματισμένη οικονομία, το μόνο που θα καταφέρεις είναι να την καταστρέψεις και να πλήξεις και όσους προσδοκούν έσοδα από εκείνη.
Είναι πια η ώρα να σταματήσει η υποκρισία και να ανσδειχθεί η διαγραφή χρέους της Ελλάδας να αποτελεί στο κεντρικο κίνητρο για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα.
Σίγουρα ήταν λάθος που η Ελλάδα εισήλθε στη ζώνη του ευρώ με τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ άνω του 100%, όμως η τιμωρία της πάει πέρα από κάθε νομιμοποίηση που θα έδινε αυτή η αιτία. Στην πραγματικότητα, ίσως, το μισό από το χρέος που βαρύνει την Ελλάδα σήμερα να είναι συνέπεια των σφαλμάτων σχεδιασμού του ευρώ.
Μετά την είσοδό της στην νομισματική ένωση, η Ελλάδα πλημμύρισε με πολύ φθηνά δάνεια. Τα πλεονάσματα της Γερμανίας διογκώθηκαν από τα περίπου 50 δισ. ευρώ που ήταν όταν υιοθετήθηκε το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, στα 200 δισ. ευρώ το 2007 και ανακυκλώθηκαν από τις ορμητικές τράπεζες ως τεράστιες ροές κεφαλαίου στην ευρωπαϊκή περιφέρεια.
Η Γερμανία δημιούργησε ένα τεράστιο απόθεμα απαιτήσεων έναντι χωρών όπως η Ελλάδα, που κάποια μέρα θα αναγκαζόταν να χάσει, με τις μόνες άγνωστες παραμέτρους να είναι το πότε και το πόσο άσχημα θα γίνονταν τα πράγματα.
Όταν όλες αυτές οι ροές κεφαλαίων αντιστράφηκαν, η Ελλάδα εξαιτίας του ευρώ, δεν μπορούσε να εκτυπώνει τα δικά της χρήματα, ούτε να υποτιμήσει το νόμισμά της για να ενισχύσει τις εξαγωγές της, ούτε να μειώσει τα επιτόκιά της, ούτε να ακολουθήσει τη δική της πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης, ούτε να δημιουργήσει υψηλότερο πληθωρισμό για να μειώσει την πραγματική αξία του χρέους της.
Πολλές άλλες χώρες μετατόπισαν τα βάρη των χρεοκοπημένων τραπεζών τους στους ισολογισμούς των κυβερνήσεών της.
Στην Ελλάδα, αυτό θα αύξανε τους κινδύνους μιας χρεοκοπίας και έτσι Γερμανία, Βρετανία, ευρωζώνη και άλλοι, προχώρησαν σε έμμεση διάσωση των τραπεζών τους μέσω δανείων βασισμένων στο σχέδιο διάσωσης της Ελλάδας, μεταθέτοντας τα προβλήματά τους στην ΕΚΤ και το ΔΝΤ.
Η προσωρινή αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος σε μια ύφεση είναι απολύτως φυσιολογική.
Για την Ελλάδα, εγκλωβισμένη μέσα στο ευρώ, αυτή η αύξηση ενίσχυσε και τον κίνδυνο αθέτησης των υποχρεώσεών της, γεγονός που με τη σειρά του ώθησε το κόστος δανεισμού της χώρας υψηλότερα και είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί ακόμη περισσότερο ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ.
Η πρόληψη τέτοιων καταστροφικών βρόχων απαιτούσε έναν μηχανισμό δημοσιονομικών μεταβιβάσεων στο εσωτερικό της ευρωζώνης προς κράτη – μέλη που αντιμετωπίζουν μεγάλο αρνητικό σοκ ή αναλαμβάνουν τα οικονομικά βάρη των τραπεζών τους. Αντ’ αυτού, η Ελλάδα εξαναγκάστηκε να προχωρήσει σε εσωτερική υποτίμηση.
Ωστόσο, εξαλείφοντας την εγχώρια ζήτηση και εισάγοντας τεράστια οικονομική αβεβαιότητα, το μόνο στο οποίο χρησίμευσε ήταν για να πιέσεις τις επενδύσεις τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.
Κατέστρεψε τεράστιο μέρος του παραγωγικού ανθρώπινου κεφαλαίου (σκεφτείτε τι κάνει στην ανάπτυξη το 25% ανεργία και πάνω από το 50% ανεργίας των νέων). Δημιούργησε ακόμη υψηλότερο λόγο δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ και τροφοδότησε περαιτέρω αποπληθωρισμό στην Ελλάδα και την ευρωζώνη στο σύνολό της.
Στην αρχή, οι γερμανοί εξέφρασαν την ικανοποίησή τους για την τεχνητή άνοδο του ευρώ και πέρασαν τους κινδύνους του συστημικού κινδύνου σε χώρες όπως η Ελλάδα.
Πλέον, καθώς οι προοπτικές για την Ελλάδα επιδεινώνονται και το ευρώ πιέζεται ολοένα και περισσότερο, οι γερμανικές εξαγωγές παίρνουν ώθηση και οι Γερμανοί εκφράζουν λιγότερο τη συμπάθειά τους.
Εν τω μεταξύ, οι πανικόβλητες εκροές κεφαλαίου από το 3% στις αρχές του 2011 στο σχεδόν μηδέν σήμερα, διευκολύνουν τη Γερμανία στο δημοσιονομικό μέτωπο.
Η σκληρή πραγματικότητα είναι ότι οι πιστωτές στην Ελλάδα πρέπει να διαλέξουν μεταξύ δύο δυσάρεστων σεναρίων. Το ένα είναι η Ελλάδα να εγκαταλείψει το ευρώ και να κηρύξει στάση πληρωμών στο χρέος της που είναι κυρίως σε ευρώ.
Οι πιστωτές της δεν θα αποπληρωθούν και κοστοβόρες κερδοσκοπικές πιέσεις θα συσσωρεύονται σε Πορτογαλία, Ισπανία και Ιταλία, ενώ η ίδια η Ελλάδα θα γίνει περισσότερο πολιτικά και οικονομικά ασταθής.
Η εναλλακτική είναι η Ελλάδα να παραμείνει στη ζώνη του ευρώ και οι πιστωτές της θα πρέπει να προχωρήσουν σε περαιτέρω διαγραφή του ελληνικού χρέους.Το τελευταίο σενάριο είναι σαφώς και το λιγότερο επώδυνο.
Οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα πρέπει να πάνε χέρι-χέρι με τις διαγραφές χρέους, όχι λόγω κάποιων ιδιαίτερων αρετών της Ελλάδας, αλλά διότι η λογική του ευρώ είναι η μόνη υγιής διέξοδος.
Εκείνοι που οδήγησαν τη χώρα στο χάος έχουν απαξιωθεί σε μεγάλο βαθμό στην Ελλάδα. Η Ελλάδα έχει κάνει τεράστια βήματα προόδου στη μετατόπιση του πρωτογενούς δημοσιονομικού ισοζυγίου (προ φόρων) και του διαρθρωτικού δημοσιονομικού ελλείμματος σε πλεόνασμα.
Περαιτέρω μεταρρυθμίσεις χρειάζονται πλέον ανάπτυξη και αυτό θα συμβεί μόνο εάν το οικονομικό παρελθόν αντιμετωπστεί ακριβώς ως παρελθόν.