ΤΟ «ΤΡΥΠΙΟ ΒΑΡΕΛΙ» ΕΙΝΑΙ «Η ΣΙΩΠΗ ΤΩΝ ΑΜΝΩΝ» ΣΤΙΣ ΖΩΕΣ ΜΑΣ…
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ της Άννας Σωτρίνη στην Χαρί Λέκκα
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: Βασίλης Λαμπρίδης
Κυρία Σωτρίνη είναι η δεύτερη συνεργασία σας με τον κ. Πελεγρίνη θα θέλατε να μας μιλήσετε γι αυτό;
Με ρωτάνε συχνά γι αυτή την «δεύτερη συνεργασία». Υπάρχουν συνεργάτες χρόνων. Ένα πρόχειρο παράδειγμα είναι το Θέατρο Τέχνης. Επί σειρά ετών είχε μόνιμες συνεργασίες. Θέλω να πω ότι είναι λογικό. Όταν συναντάς έναν άνθρωπο-συγκεκριμένα τον κ. Πελεγρίνη- με τον οποίο από κοινού μπορείτε να μιλήσετε την «ίδια γλώσσα», δεν νομίζω ότι μια δεύτερη συνεργασία είναι «αξιοπερίεργη». Ο κ. Πελεγρίνης είναι κατά την κρίση μου ένας άνθρωπος με έντονο έσω κόσμο με βαθειά γνώση και αγάπη για το θέατρο.. Έχει ταλαιπωρηθεί ιδιαίτερα από κάποιους ανθρώπους, ανώριμους κατά τη γνώμη μου, που στην προσπάθειά τους να τον μειώσουν, προσέβαλαν και την τέχνη του θεάτρου ταυτόχρονα. Δεν ξέρω αν τους πέρασε ποτέ αυτός ο συσχετισμός από το μυαλό. Ήταν λοιπόν και ο αρχικός λόγος που θέλησα να τον γνωρίσω. Για την ικανότητά του να διαχωρίζει την σοβαρότητα, από τη σοβαροφάνεια. Η χώρα μου έχει υποφέρει πολύ από τη δεύτερη. Έπειτα ήρθε η επικοινωνία πάνω στο αντικείμενο του θεάτρου και η πραγματικά άψογη συνεργασία.
Το «Τρύπιο βαρέλι» στο θέατρο Αλκμήνη κάθε Πέμπτη για φέτος. Ποιες οι διαφορές του από την περσινή «Αυτοβιογραφία»;
Υπάρχουν και διαφορές και ομοιότητες. Ας ξεκινήσω από τις δεύτερες. Και τα δύο έργα έχουν μια ισχυρή φιλοσοφική ταυτότητα. Η « Αυτοβιογραφία» πραγματεύεται τη μνήμη σε όλες της τις εκφάνσεις και το «Τρύπιο βαρέλι» το νόημα της ζωής στην καθημερινότητα. Υπάρχει; Δεν υπάρχει; Μας αφορά; Τι κάνουμε ή τι δεν κάνουμε για αυτό. Έχουμε λοιπόν μια θεματική διαφορά ανάμεσα στα δύο έργα αλλά όμοια αντίληψη. Η φιλοσοφία στην σύγχρονη καθημερινότητά. Αυτή του δυτικού ανθρώπου και κυρίως νομίζω του έλληνα. Γραμμένο κατά τη γνώμη μου με τέτοια δεξιοτεχνία που το «αυτοί» γίνεται «όλοι εμείς» ανεξαιρέτως τάξης, εκπαίδευσης, παιδείας κλπ. Το «Τρύπιο βαρέλι» είναι η «Σιωπή των Αμνών» στις ζωές μας. Το πως κανιβαλίζουμε αλλήλοις. Εκεί που θα πίστευε κανείς ότι ένας καθηγητής φιλοσοφίας θα έγραφε ένα έργο για λίγους, έκπληκτος ανακαλύπτει ότι είναι ένα έργο για όλους.
Ονομάσατε το «Τρύπιο Βαρέλι» «γκρίζα κωμωδία», θα λέγαμε ότι είναι νεολογισμός. Τι εννοείτε ακριβώς;
Είναι πράγματι νεολογισμός. Δεν είναι ούτε κλασσική κωμωδία, ούτε μαύρη. Είναι γνωστό το πως ορίζονται οι προηγούμενες. Η «γκρίζα κωμωδία» είναι το παράλογο αστείο που ξεπηδά μέσα από τις ζωές των μεγαλουπόλεων. Μέσα από τους αυτεγκλεισμούς μας στους τέσσερεις τοίχους των διαμερισμάτων μας. Στην τιποτολαγνεία μας, στην έλλειψη ουσιαστικών ενδιαφερόντων, στην απάθειά μας και στα γελοία παιχνίδια εξουσίας που εναλλάσσουμε με χάρη και υποκρισία μεταξύ μας . Δύο είναι οι λύσεις σε αυτό τον αντικατοπτρισμό. Ή να ουρλιάξεις ή να γελάσεις με τα χάλια μας. Προτιμώ το δεύτερο. Το «Τρύπιο βαρέλι» είναι πραγματικά ένα κείμενο που μπορείς . σκηνοθετικά, να το πλάσεις όπως θέλεις. Και στις δύο περιπτώσεις δεν αλλάζει ο στόχος του, ο οποίος είναι να σε βάλει σε διαδικασία προβληματισμού. Το πόσο ανούσια ζούμε τέλος πάντων. Στο ερώτημα προς τον εαυτό μου, πως θα ήθελα εγώ να το δω ως θεατής κυρίως, είπα ότι θα προτιμούσα να το παρακολουθήσω και στη συνέχεια να σκεφτώ χαμογελώντας. Έστω και «γκρίζα»…
Σχεδιάσατε και τους φωτισμούς στην παράσταση εκτός από τη σκηνοθεσία. Είναι κάτι που κάνετε πολύ συχνά. Τι ρόλο παίζει στην σκηνοθεσία σας το φως;
Είναι η μισή μου σκηνοθεσία. Με το φως προσπαθώ να πω όσα δεν λένε οι ηθοποιοί. Στην πραγματικότητα είναι ένας άλλος τρόπος να εκφράσω βαθύτερα συναισθήματα.
Είναι η ζωή σας ένα «Τρύπιο βαρέλι»;
Όποιος πει πως δεν είναι, λέει ψέματα. Συνήθως, κι αυτό μόνο επειδή είμαι ένας αισιόδοξος άνθρωπος, η ζωή μου είναι ένα μισογεμάτο μπουκάλι.
Ποιες οι αναφορές σας, στην σκηνοθεσία σας στο «Τρύπιο βαρέλι» Υπάρχουν;
Φυσικά και είναι και πάρα πολλές μάλιστα. Δεν υπάρχει παρθενογένεση στην τέχνη. Μόνο διαρκείς ζυμώσεις. Από αυτές προκύπτουν τα καινούρια πράγματα. Το έργο μου θύμισε πολλά και διάφορα , αλλά ταυτόχρονα αναδύει την δική του μοναδικότητα. Από τον μηδενισμό του «Εκκλησιαστή», τη διγλωσσία του Πίντερ την παραδοξολογία του Μπέκετ, τους ιδιόρρυθμους διαλόγους του Μουρσελά, τους χαρακτήρες στους «Τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας» του Παναγιωτόπουλου μέχρι το «Αντίο κι ευχαριστώ για τα ψάρια» του Ντάγκλας Άνταμς, τα κόμικς με τους χάρτινους ήρωές τους και το φλεγματικό χιούμορ των Μόντυ Πάϊθονς. Όλα αυτά μαζί και κάτι εντελώς διαφορετικό , την ταυτότητα του συγγραφέα του.
Σας βλέπω σκεπτική. Θα θέλατε να μας πείτε τι σκέπτεστε τώρα;
Πόσο δύσκολο είναι να δημιουργείς μέσα από την τέχνη σε αυτή τη χώρα και πόσο ακόμα ποιο δύσκολο να το επικοινωνήσεις. Το δεύτερο για μένα είναι εξίσου σημαντικό όσο και η δημιουργία. Κάθε νέα συνάντηση με ανθρώπους που μιλώ την ίδια γλώσσα, είναι το αντίδοτο στην πνευματική μοναξιά μου.