17.7 C
Athens
Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΑΠΟΨΕΙΣΒρετανία και αναπηρία: Μια ανθρώπινη καταστροφή

Βρετανία και αναπηρία: Μια ανθρώπινη καταστροφή

του Δημήτρη Αναστασίου – Southern Illinois University, Carbondale

Aναδημοσίευση από selidodeiktis.edu.gr

Ενενήντα άνθρωποι με αναπηρία τον μήνα πεθαίνουν αφότου βρίσκονται «κατάλληλοι για εργασία» (fit for work) σύμφωνα με μια στατιστική του 2015.[1] Η περίπτωση του Stephen Smith είναι μια τελευταία χαρακτηριστική περίπτωση. 

Η Ιστορία του κ. Stephen Smith

Ο κ. Smith, 64 ετών από το Λίβερπουλ, θεωρήθηκε κατάλληλος για δουλειά παρά το γεγονός ότι είχε χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, οστεοαρθρίτιδα και προστάτη και ενώ το βάρος του είχε φτάσει στα 38 κιλά. Μια φωτογραφία που απεικονίζει το σκελετωμένο σώμα του στην εφημερίδα Liverpool Echo είναι πολύ δύσκολο να ξεχαστεί.[2]

Βρετανία και αναπηρία: Μια ανθρώπινη καταστροφή

Ο Stephen Smith – «κατάλληλος για εργασία»


Η αρμόδια υπηρεσία, το Τμήμα Εργασίας και Συντάξεων (Department for Work andPensions), που κάνει την αξιολόγηση της δυνατότητας των ανάπηρων για εργασία (work capability assessment), το 2017 τού έκοψε το επίδομα αναπηρίας, το οποίο χορηγείται ως αντικατάσταση του μισθού για άτομα που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξεύρεση εργασίας λόγω αναπηρίας ή μακροχρόνιας ιατρικής νόσου. Η υπηρεσία τον βρήκε κατάλληλο για εργασία και του είπε να ψάξει για δουλειά. Του έδωσαν 67 λίρες την εβδομάδα με την υποχρέωση να επισκέπτεται ένα κέντρο ανεύρεσης εργασίας μία φορά την εβδομάδα και να αποδεικνύει ότι ψάχνει για δουλειά.[3]«Μπορούσα να φτάσω στην κουζίνα για να φτιάξω φαγητό μία φορά την ημέρα. Δεν είχα μύες στο πίσω μέρος του ποδιού μου, πράγμα που σήμαινε ότι δεν μπορούσα να σταθώ καθόλου και έπρεπε να κλίνω ή να κάθομαι όλη την ώρα, αλλά μου έλεγαν ότι ήμουν ικανός για δουλειά» ανέφερε ο κ. Smith.[3]

Ο κ. Smith ήρθε σε επαφή με μια δομή κοινωνικής αλληλεγγύης και δύο γιατροί γνωμοδότησαν ότι αντιμετώπιζε ανυπέρβλητες δυσκολίες κατά την ολοκλήρωση των πιο απλών κινήσεων και καθημερινών δραστηριοτήτων. Στη γνωμοδότηση ένας γιατρός έγραψε: «Πιστεύω ότι ο κ. Smith δεν θα μπορούσε να περπατήσει 20 μέτρα χωρίς πόνο ή εξάντληση».[3]

Ο κ. Smith με τη βοήθεια συμβούλου από το κέντρο κοινωνικής αλληλεγγύης έκανε ένσταση, επισυνάπτοντας ως αποδεικτικά στοιχεία τις ιατρικές γνωματεύσεις, αλλά η ένστασή του απορρίφθηκε τον Ιανουάριο του 2018. Τον ενημέρωσαν ότι δεν είχε αποκτήσει τον απαιτούμενο αριθμό πόντων για να θεωρηθεί ότι έχει περιορισμένες δυνατότητες εργασίας. Ο κ. Smith συνέχισε να αγωνίζεται και 12 μήνες μετά την απόρριψη της προσφυγής του η υπόθεση έφτασε στα δικαστήρια. Εν τω μεταξύ η υγεία του κ. Smith επιδεινώθηκε περαιτέρω. Έπαθε πνευμονία και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Πήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο και το δικαστήριο τον δικαίωσε.[3]

Αφότου η Liverpool Echo δημοσίευσε την ιστορία του Smith, το Τμήμα Εργασίας και Συντάξεων ζήτησε συγγνώμη και είπε ότι θα πληρώσει αναδρομικά το ποσό που ο κ. Smith έχασε,[3] περίπου 4000 λίρες.[4] Αλλά ήταν ήδη πολύ αργά. Ο κ. Smith είχε χάσει τα επιδόματά του για περίπου δύο χρόνια. Ποιος-α θα μπορούσε να εκτιμήσει τις σωματικές και ψυχικές επιπτώσεις που είχε η στέρηση των επιδομάτων πάνω στο αδύναμο και ευάλωτο σώμα του; Ο κ. Smith πέθανε την Κυριακή στις 21 Απριλίου 2019.[5]

Η ιστορία του πέρασε τα σύνορα της Βρετανίας. Θα τον θυμόμαστε ως έναν γενναίο άνθρωπο που, με το θάρρος και την ψυχική δύναμη στην πιο αδύναμη στιγμή της ζωής του, έριξε φως στο πόσο άδικα λειτουργεί το βρετανικό σύστημα των αναπηρικών επιδομάτων στη βάση της λειτουργικής αξιολόγησης της αναπηρίας και στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης του κράτους πρόνοιας. Θα τον θυμόμαστε ως έναν πραγματικό Daniel Blake, τον κινηματογραφικό πρωταγωνιστή της εξαιρετικής ταινίας «Εγώ ο Ντανιελ Μπλεικ» του Ken Loach

Για την Πολιτική της Λειτουργικής Αναπηρίας

Η ιστορία του Smith δεν είναι η μόνη ιστορία γκροτέσκας νεοφιλελεύθερης γραφειοκρατίας. Το Τμήμα Εργασίας και Συντάξεων έστειλε σημείωμα σε μια γυναίκα σε κώμα ότι θα έπρεπε να συνεχίσει την «έντονη δραστηριότητα εστιασμένη στην εργασία». Ένα άτομο με σύνδρομο Down ρωτήθηκε «πώς το κόλλησε». Μια νεαρή γυναίκα με προβλήματα ψυχικής υγείας ρωτήθηκε γιατί δεν είχε «ακόμα διαπράξει φόνο».[5]
Πάνω από το 70% των απορρίψεων επιδομάτων και παροχών αναπηρίας ανατρέπονται στο δικαστήριο. Οι αξιολογήσεις για «καταλληλό
τητα για εργασία» έχουν συνδεθεί με μια αυξημένη χρήση αντικαταθλιπτικών και αυτοκτονιών μεταξύ των ατόμων με αναπηρία.[5]

Κάποιοι θα μιλούσαν για μισαναπηρισμό αναλύοντας τον λόγο της γραφειοκρατίας. Πέρα από τον λόγο (discourse) υπάρχει ένα δομικό πλαίσιο. Το πρόβλημα πάει πέρα από τις προκαταλήψεις, κοινωνικές στάσεις και τις σχέσεις μεταξύ πολιτών με τις υπηρεσίες του δημοσίου. Στην ουσία είναι ένα δομικό πρόβλημα, γιατί στο βάθος του πολιτικού ορίζοντα υπάρχει μια σαφέστατη δημοσιονομική στόχευση και εμφανής πολιτική βούληση. Και αυτό το ξέρουν τόσο οι υπάλληλοι της εν λόγω υπηρεσίας όσο και οι εξυπηρετούμενοι. Με λίγα λόγια οι παραπάνω ιστορίες εντάσσονται στα πλαίσια ενός νεοφιλελεύθερου κράτους που έχει έναν σαφή προσανατολισμό για λογιστικές εξοικονομήσεις. Σε αυτόν τον στόχο επιστρατεύεται κάθε εύκαιρη θεωρία, βολικό μοντέλο, μισαναπηρικό ή «αξιακό» επιχείρημα και σύνθημα. 

Δεν είναι τυχαίο ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στις διαπραγματεύσεις με την ελληνική κυβέρνηση απαιτούσε να εφαρμοστεί η πολιτική της «λειτουργικής αναπηρίας». Η μεταρρύθμιση των παροχών αναπηρίας και ένα πιλοτικό πρόγραμμα αξιολόγησης της λειτουργικής αναπηρίας ήταν μια από τις απαιτήσεις των δανειστών το καλοκαίρι του 2017.[6] Στη βάση ενός κατ’ όνομα «λειτουργικού μοντέλου της αναπηρίας» προσέβλεπαν σε μια πολιτική γενικευμένων εξαιρέσεων από τα αναπηρικά επιδόματα, όπως και γενικότερα εξαίρεσης από την πρόσβαση σε δωρεάν δημόσια υγεία. Μια πολιτική που θα άρχιζε από όσους ανάπηρους είχαν μία εργασία ή μια κάποια οικονομική δυνατότητα. 

Η πολιτική της «λειτουργικής αναπηρίας» δεν έχει απασχολήσει μόνο την εργασία αλλά και την εκπαίδευση. Τον Απρίλιο του 2014 όταν κυκλοφόρησε το προσχέδιο νόμου της ειδικής αγωγής, στο Άρθρο 4, παρ.4, Ιβ υπήρχε αναφορά στο International Classification of Functioning, Disability and Health (ICF) για τις προϋποθέσεις χρήσης του ICF στα ιατροπαιδαγωγικά κέντρα και στα ΚΕ.Δ.Δ.Υ.[7] Η χρήση του ICF είναι ανοιχτή σε μια λογική της «λειτουργικής αναπηρίας». Θα ήταν ίσως λάθος να απορριφθεί το ICF, που γεννήθηκε στη λογική ενός ξεπεράσματος της κλασικής ταξινόμησης των αναπηριών και δυσικανοτήτων, ως ένα εργαλείο που εγγενώς από τη φύση του είναι κακό. Ουσιαστικά το ICF χρησιμοποιήθηκε από το ΔΝΤ γιατί ήταν πιο επιρρεπές στη ρευστοποίηση και κατάργηση των συνόρων μεταξύ αναπηρίας και μη αναπηρίας και έτσι βόλευε δημοσιονομικούς στόχους. Στην τότε κοινωνικοοικονομική συγκυρία μπορούσε να νομιμοποιήσει επιστημονικά μια νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική. 

Είναι μεγάλη αυταπάτη να πιστεύει κανείς ότι τα μοντέλα για την αναπηρία είναι απρόσβλητα στην πολιτική τους αξιοποίηση από την κυρίαρχη λογική του νεοφιλελευθερισμού. Αυτό που μάλλον ισχύει είναι ότι η δογματική εμμονή σε μοντέλα αναπηρίας, δηλαδή ένας μονοκόμματος τρόπος σκέψης για κάθε ζήτημα και κάθε μορφή αναπηρίας, οδηγούν στο καπέλωμα από τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις. Τα μοντέλα, ιδιαίτερα στην πολιτισμική σφαίρα, μπορεί να κουρσεύονται εύκολα από νεοφιλελεύθερους πειρατές. Και αυτό σε μεγάλο βαθμό συμβαίνει σήμερα και με το λεγόμενο «κοινωνικό μοντέλο για την αναπηρία» όπως έχουμε αναλύσει αλλού.[7] Αυτό εξηγεί γιατί το «κοινωνικό μοντέλο» έχει υιοθετηθεί από θεωρητικούς όπως ο Giddens, που συνέβαλλε στην πολιτική του Τόνι Μπλερ, δηλ. τον «έξυπνο» νεοφιλελευθερισμό του «Τρίτου Δρόμου»[8] και προωθείται ενεργητικά από διεθνείς οργανισμούς όπως η Παγκόσμια Τράπεζα.[9][10]

Περί Ισότητας και Ίσων Ευκαιριών 

Ο λόγος περί (α) ίσων ευκαιριών, (β) ισότητας ή και (γ) προσχηματικής ισότητας συχνά εντάσσεται σε ένα είδος επιφανειακού δικαιωματισμού, που συγκλίνει με ή συνοδεύει συχνά τη νεοφιλελεύθερη πολιτική σκοπιμότητα. Ας εξετάσουμε και τις τρεις αυτές πλευρές. 

(α) Οι ίσες ευκαιρίες μπορεί να δίνουν έναν τόνο δικαιοσύνης αλλά δεν είναι εύκολο να μετουσιωθούν σε πολιτικές και συγκεκριμένες παρεμβάσεις που παράγουν αποτελέσματα για τους μαθητές των οποίων οι δυσικανότητες σχετίζονται με τους γνωστικούς μηχανισμούς της μάθησης. Ακόμα και καλοπροαίρετες πολιτικές ίσων ευκαιριών (π.χ. καθολικός σχεδιασμός για τη μάθηση, διαφοροποιημένη διδασκαλία), αν και μπορούν να λειτουργούν για μια μερίδα μαθητών που βρίσκονται σε κίνδυνο να παρουσιάσουν μια μαθησιακή δυσκολία, πολλές φορές αδυνατούν να κατανοήσουν τη σοβαρότητα και ποικιλότητα καταστάσεων που πάνε πέρα από τις σωματικές αναπηρίες ή μια ήπια μαθησιακή δυσκολία. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για ένα μέρος σοβαρών γνωσιακών-νοητικών ή ψυχοκοινωνικών δυσικανοτήτων (disabilities), όπου η διαφοροποίηση και η προσαρμογή του αναλυτικού προγράμματος μπορεί να μην είναι αρκετή, αλλά να χρειάζεται ρητή, χρονικά εντατική και ειδικά σχεδιασμένη διδασκαλία, η βοήθεια ειδικού εκπαιδευτικού και πρόσθετοι πόροι. 

Υψηλή ποιότητα εκπαίδευσης για όλους απαιτεί να μην αγνοήσουμε τις άτυπες ανάγκες κανενός ανθρώπου. Εάν μεγάλα τμήματα του αναπηρικού και εκπαιδευτικού κόσμου αγοράσουν μαζικά τη ρητορική επιφανειακής ισότητας και την εκπαιδευτική μόδα, εάν δεν διακρίνουν τον ευσεβή πόθο από το γεγονός, τη γνώμη της αυθεντίας από τα πραγματικά ευρήματα των παρεμβάσεων και των καινοτομιών, εάν δεν γειώσουν τις επιχειρούμενες πολιτικές σε συσσωρευμένα και έγκυρα ερευνητικά δεδομένα, εάν δεν απαιτήσουν την εφαρμογή πιλοτικών προγραμμάτων πριν επιχειρήσουν μια καινοτομία των διαφημιστών τους, τότε διαβρώνεται η ικανότητα για συλλογικά αιτήματα ουσιαστικών κοινωνικών δικαιωμάτων.[11]

(β) Σε ένα πλαίσιο τυπικής ισότητας, που ουσιαστικά μεταφράζεται σε ανισοτιμία για πολλά άτομα με αναπηρίες, γίνονται διάφορες αφαιρέσεις σχετικές με την τεράστια ποικιλομορφία της ανθρώπινης κατάστασης. Καταρχήν παραλείπεται κάτι εξόφθαλμα βασικό, όπως το μειονέκτημα μετατροπής. Για παράδειγμα, ένα άτομο με σωματική αναπηρία, ακόμα και όταν έχει εργασία, ενδέχεται να χρειάζεται μεγαλύτερο εισόδημα από ένα άτομο χωρίς αναπηρία. Για να κινείται, με ευχέρεια (ή όχι), είναι πιθανόν να χρειάζεται ένα αναπηρικό αμαξίδιο, πιθανή αρωγή, προσθετικά μέλη ή έναν συνδυασμό τους. Με λίγα λόγια, το μειονέκτημα μετατροπής αναφέρεται στο μειονέκτημα που έχει ένα άτομο με αναπηρία ή δυσικανότητα να μετατρέψει ίδιους κατά τα άλλα εισοδηματικούς πόρους σε ένα παρόμοιο ή ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης.[12]

Πέρα από τις σωματικές αναπηρίες (κινητικές και αισθητηριακές) υπάρχουν οι νοητικές και ψυχοκοινωνικές δυσλειτουργίες. Με λίγα λόγια εδώ δεν υπάρχει τίποτα πιο άνισο από την ίδια και απαράλλακτη εκπαιδευτική αντιμετώπιση ατόμων με άνισες δυνατότητες μάθησης, για να παραφράσουμε τον Αριστοτέλη.[13]

(γ) Σε ένα πιο επιθετικό είδος προσχηματικής νεοφιλελεύθερης ισότητας, η πραγματικότητα πίσω από τα λεκτικά σχήματα αντιστρέφεται. Οι κοινωνικές ανάγκες γίνονται χάρες. Τα δικαιώματα παρουσιάζονται ως προνόμια, μέσα από μια προπαγάνδα πολλαπλασιαστικής επανάληψης που στοχεύει στη σκοτεινή πλευρά του θυμικού και τον κοινωνικό αυτοματισμό. Ωστόσο μια θεώρηση των άνισων αναγκών, ικανοτήτων και αφετηριών είναι βασική σε κάθε νομική θεώρηση αναλογικής ισότητας, όπως αυτή που προβλέπεται στο ελληνικό Σύνταγμα (άρθρο 21 παρ. 3 και 6) που είναι συστατικό στοιχείο (αν και όχι το μόνο) στην έννοια της κοινωνικής δικαιοσύνης.[22]

Τέλος πρέπει να σημειωθεί ότι όταν ανοίγει ο δρόμος της εξαίρεσης από ένα δικαίωμα, δηλαδή της παραβίασης των καθολικών παροχών για μεγάλες ομάδες πληθυσμού με μια παρόμοια ειδική ανάγκη, η ιστορία αναδιάρθρωσης του κοινωνικού κράτους σε διάφορες χώρες δείχνει ότι αυτό γίνεται ο επόμενος σταθμός στον ολισθηρό κατήφορο των παραπέρα περικοπών. 

Η Ιστορία της Cariad Howat

Η ιστορία του κ. Smith δεν είναι η μόνη ιστορία γραφειοκρατικής τρέλας στα πλαίσια ενός κυνικού νεοφιλελεύθερου κράτους.[14] Η παροχή ή η αντικατάσταση αναπηρικών αμαξιδίων έχει γίνει πλέον λαχειοφόρος αγορά μετά την εξωτερική ανάθεση σε ιδιωτικές εταιρείες. Είναι χαρακτηριστική η πρόσφατη ιστορία της Cariad Howat 15 ετών με Νωτιαία Μυϊκή Ατροφία (SMA) Τύπου 1, μια γνωστή μαθήτρια και από το ότι έχει υπερβεί τις στατιστικές πιθανότητες του προσδόκιμου ζωής για την πάθησή της (SMA Τύπος 1). Παρά την κρισιμότητα της κατάστασης, η Cariad έμεινε σχεδόν δύο χρόνια χωρίς κατάλληλο αναπηρικό αμαξίδιο. Όλα άρχισαν τον Ιούνιο του 2017 όταν έσπασε ένα μέρος του. Η εταιρεία Millbrook Healthcare απλώς συγκόλλησε την καρέκλα, στο σπασμένο τμήμα του αμαξιδίου, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό. Το τμήμα αυτό ξαναέσπασε και η Cariad έχασε 8 βδομάδες από το σχολείο της, καθηλωμένη στο σπίτι. Η εταιρεία-πάροχος την άφησε χωρίς αμαξίδιο για περίπου δύο χρόνια.[15]

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!
echo ‘’ ;