Ξαναφτιάχνοντας την κοινωνία
Του Μάρεϊ Μπούκτσιν
Πρόλογος / επιμέλεια δημοσίευσης : Γιώργος Μεριζιώτης
(πρώτη ψηφιακή δημοσίευση Αutonomi Drasi 17/8/2018)
Πρόλογος
Δεν είναι ο άνθρωπος καρκίνος πάνω στον πλανήτη
Σε αυτή τη δημοσίευση παρουσιάζω το βιβλίο του Μάρεϊ Μπούκτσιν (α) «Ξαναφτιάχνοντας την κοινωνία» Δημοσιεύοντας τον «πρόλογο» του συγγραφέα με τίτλο «ΓΙΑΤΙ ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ» που απαντάει στους προβληματισμούς που θέτω πιο κάτω. Ο τίτλος του πρόλογου είναι «αυθαίρετα» δικός μου.
Το βιβλίο (*) παρόλο που εκδόθηκε πριν 30 χρόνια, το 1989 στον Καναδά (από τις αναρχικές εκδόσεις Black Rose Books) και το 1993 στην Ελλάδα, παραμένει τρομερά επίκαιρο, γιατί τώρα που επιδεινώνεται το οικολογικό πρόβλημα και εντείνεται η «κλιματική αλλαγή» (βλέπε κλιματική κατάρρευση** ) πληθαίνουν οι φωνές από πάσης φύσεως επαΐοντες αναλυτές, περιβαλλοντολόγους, πολιτικάντηδες οικολόγους, πανεπιστημιακούς και λοιπούς ότι φταίει έτσι γενικά ο άνθρωπος για την οικολογική κρίση.
Δεν φταίει ο καπιταλισμός και η ακόρεστη δίψα του για κέρδος και κυριαρχία, δεν φταίνε οι πολιτικές των πολυεθνικών εταιριών άλλα και των ντόπιων κατά τόπους. Δεν φταίνε οι πολιτικές των κυβερνήσεων που μέσω του κράτους (νόμιμης βίας) έχουν επιβάλει και επιβάλουν οικονομικές πολιτικές ανάπτυξης – επέκτασης εναρμονισμένες με τις εταιρίες πάνω στις κοινωνίες και την φύση.
Οι επαΐοντες – ειδικοί – περιβαλλοντολόγοι και οι πολιτικές ελίτ – δεξιές και αριστερές – μας λένε μέσα από μια αφυδατωμένη γενικόλογη ρητορική ψεύδους ότι φταίει έτσι γενικά ο άνθρωπος, μας λένε έτσι γενικά ότι η κλιματική και περιβαλλοντική κρίση είναι ανθρωπογενής αποκρύβοντας τον συστημικό χαρακτήρα αυτής της κρίσης.
Άλλοι λένε ότι φταίει ο άνθρωπος λόγω της καταστροφικής του φύσης, για την μόλυνση και καταστροφή του περιβάλλοντος. Φταίει έτσι γενικά ο άνθρωπος και ο υπερπληθυσμός (β) ιδιαίτερα του λεγόμενου «τρίτου κόσμου» για την μόλυνση της γης, τη καταστροφή των δασών, τη ρύπανση του αέρα, των θαλασσών και τη διατάραξη της κλιματικής ισορροπίας. Φυσικά δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να αναπαράγουν την ναζιστική φαιδρότητα της συλλογικής ευθύνης. φταίμε όλοι, φταίω εγώ που γράφω, φταις εσύ που διαβάζεις, για τις αποφάσεις που πήραν – παίρνουν οι τεχνογραφειοκρατικές και πολιτικές ελίτ στην οικονομία που έχουν αντανάκλαση και επηρεάζουν την κοινωνική καθημερινή ζωή και το περιβάλλον του πλανήτη.
Φταίνε έτσι γενικά οι άνθρωποι που χειραγωγήθηκαν από τους μηχανισμούς πλύσης εγκεφάλων στον καταναλωτισμό για να δουλέψει ή τονωθεί η ελεύθερη οικονομία της αγοράς, η οικονομία της ζήτησης και της προσφοράς , αν και στην εποχή μας έχει ανατραπεί αυτή η κλασική καπιταλιστική κίνηση γιατί ο νέος καπιταλισμός, ο εμπορικός ολοκληρωτισμός έχει καταφέρει μέσω της προσφοράς να δημιουργεί ζήτηση, έτσι που γέμισε ο πλανήτης με σκουπίδια και πλαστικά, με συσκευές που σκόπιμα αχρηστεύονται μετά από μια μικρή χρήση και είτε είναι οικονομικά ασύμφορο να επισκευαστούν ή δεν παίρνουν επισκευή.
Φταίνε οι άνθρωποι που παραπληροφορήθηκαν ή δεν πληροφορήθηκαν καθόλου για το περιβάλλον ώστε συλλογικά να πάρουν σωστές αποφάσεις. Εδώ ταιριάζει απόλυτα το απόφθεγμα που λέει, “αφού βγάλανε τα μάτια του ανθρώπου, τώρα τον κατηγορούν για τύφλωση”. Φυσικά όταν τους θέσουμε αυτά τα επιχειρήματα είναι τόσο συμφεροντολόγοι και ξεδιάντροποι υπερασπιστές των συμφερόντων των εργοδοτών – αφεντικών που τους χρηματοδοτούν, ώστε θα μας κατηγορήσουν συλλήβδην για λαϊκισμό. (γ)
Στην απανθρωπιά τους πρέπει να βροντοφωνάξουμε ότι:
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ Ο ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟΝ ΠΛΑΝΗΤΗ!
ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΚΑΙ ΣΤΗ ΦΥΣΗ!
Το πολλά υποσχόμενο οικολογικό κίνημα – τουλάχιστον στις αρχές της δημιουργίας του – αφομοιώθηκε τόσο γρήγορα από το σύστημα με έναν πρωτοφανή χρονικά ρυθμό σε σχέση με άλλα κινήματα στην ιστορία και έχει γίνει συνώνυμο του εκλογισμού, πολιτικαντισμού και των αχρείων μη κυβερνητικών οργανώσεων (Μ.Κ.Ο) που χρηματοδοτούνται από διάφορα ιδρύματα που έχουν δημιουργήσει οι οικονομικές ελίτ. Επιβεβαιώνοντας τον θεμελιωτή της κοινωνικής οικολογίας (δ) Μάρεϊ Μπούκτσιν που πολλά χρόνια πριν μέσα από μια ανοικτή επιστολή στο παγκόσμιο οικολογικό κίνημα έλεγε ότι η οικολογία αν δεν είναι κοινωνική και ανατρεπτική κινδυνεύει να καταντήσει περιβαλλοντολογία ή το καλλυντικό του καπιταλισμού. (ε)
Επίσης πολλοί/ες χλιαροί τύποι επικαλούνται τον Μάρεϊ Μπούκτσιν αφυδατώνοντας την ορμή της σκέψης του, εντάσσοντας την σε χλιαρά ρεφορμιστικά σχήματα και επιδιώξεις. Είναι φρέσκια, ορμητική και επαναστατική η σκέψη του θεμελιωτή της κοινωνικής οικολογίας ; Ας το διαπιστώσει ο καθένας/μια μελετώντας το έργο του.
Τι μπορεί να γίνει στο σήμερα και το τώρα; Δεν έχουμε να δώσουμε καμιά εναλλακτική πρόταση ως προς αυτό, δηλαδή να “αποκαθάρουμε” την έννοια της οικολογίας. Άλλωστε θα ήταν και χαμένος χρόνος. Όμως αυτοί που κινούνται αντισυστημικά και στην κατεύθυνση ανατροπής του καπιταλισμού και του κράτους χρειάζεται να εντάξουν την κοινωνική ανατρεπτική οικολογία στο καθημερινό τους λεξιλόγιο, χρειάζεται να επεξεργαστούν ένα τρίπτυχο κριτικής, δράσης και ανατροπής του υπάρχοντος αίσχους, μέσα από ένα πρόταγμα που αφορά το κοινωνικό ταξικό, το θεσμικό και το οικολογικό ως μια αδιαίρετη ενότητα.
Το σύστημα θα επιδιώξει – ήδη επιδιώκει – να «επιλύσει» το οικολογικό ζήτημα σε βάρος του κοινωνικού προωθώντας τον οικοκαπιταλισμό, (πράσινη ανάπτυξη κλπ) ή εκεί που θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο η οικολογική κρίση θα επιβάλει «οικολογική δικτατορία» με την έννοια ότι θα παρθούν μέτρα και απαγορεύσεις για τους πολλούς και ασυδοσία για τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ. Αυτό δεν πρέπει να το επιτρέψουμε κάνοντας γνωστό στον κόσμο, στην καταπιεσμένη – εκμεταλλευόμενη κοινωνία ότι:
Μια κοινωνία όπου κυριαρχείται από αλλοτριωμένες κοινωνικές – ταξικές σχέσεις που επιβάλει η εκάστοτε πολιτική-οικονομική ελίτ μέσω του κράτους (δηλαδή της «νομιμοποιημένης» δομικής βίας), μεταξύ εκμεταλλευτή και εκμεταλλευόμενου, διευθυντή και διευθυνόμενου, κυβερνήτη και κυβερνώμενου δεν θα είναι ποτέ αληθινά δίκαιη, ούτε θα είμαστε πραγματικά ελεύθεροι.
Μια κοινωνία διχαστικά πολωμένη μεταξύ φτώχειας και πλούτου, μεταξύ αυτών που δίνουν εντολές και αυτών που εκτελούν δεν θα είναι ποτέ οικολογικά ισορροπημένη, γιατί η κυριαρχία απέναντι στην φύση έχει τις ρίζες της στην κυριαρχία ανθρώπου από άνθρωπο. Η οικολογική ισορροπία προϋποθέτει την κοινωνική αρμονία.
«Η οικολογία, κατά τη γνώμη μου, σήμαινε πάντα κοινωνική οικολογία: την πεποίθηση, δηλαδή, ότι αυτή καθαυτή η έννοια τής κυριαρχίας πάνω στη φύση πηγάζει από την κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο, πιο συγκεκριμένα: των γυναικών από τους άντρες, των νέων απ’ τους μεγάλους, της μιας φυλετικής ομάδας από μια άλλη, της κοινωνίας απ το κράτος, του ατόμου από τη γραφειοκρατία, καθώς και της μιας οικονομικής τάξης από μιαν άλλη ή ενός αποικιοκρατούμενου λαού από μιαν αποικιοκρατική δύναμη. Κατά τη γνώμη μου, η κοινωνική οικολογία πρέπει ν’ αρχίσει τον αγώνα της για την ελευθερία όχι μόνο στο εργοστάσιο αλλά και στην οικογένεια, όχι μόνο στην οικονομία αλλά και στην ανθρώπινη ψυχή, όχι μόνο στις υλικές αλλά και στις πνευματικές συνθήκες τής ζωής.» Μάρεϊ Μπούκτσιν
Τώρα που όλοι «πρασινίζουν», ακόμα και τ΄ αφεντικά, μένει πάντα επίκαιρο το σύνθημα που φωνάζουν οι αναρχικοί οικολόγοι από παλιά: Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΜΟΛΥΝΣΗΣ ΔΕΝ ΚΑΘΑΡΙΖΕΤΑΙ – ΑΝΑΤΡΕΠΕΤΑΙ, γι΄ αυτό … η αντίσταση στην εξαθλίωση και την εξόντωση της ζωής μας, η δημιουργία της «ουτοπικής» κοινωνίας, περνά μέσα από την εξέγερση και την ανατροπή της κεφαλαιο-κρατικής «κοινωνίας», διαφορετικά η οικολογία κινδυνεύει να γίνει (και έχει γίνει) επιστημονισμός και περιβαλλοντολογία ή αλλιώς το καλλυντικό του καπιταλισμού!
Σημ. του επιμελητή:
*) Πιο κάτω υπάρχει ολόκληρο το βιβλίο στα ελληνικά για κατέβασμα σε μορφή pdf
**) Είναι ουδέτερη και γαργαλιστικά ωραία η έννοια «κλιματική αλλαγή» όπως την έχουν ονομάσει οι επαΐοντες επιστήμονες περιβαλλοντολόγοι και μετεωρολόγοι. Αντίθετα πιστεύω ότι δεν είναι μια ουδέτερη έννοια είναι μια βαρύτατα πολιτική θέση που θέλει να αποκρύψει ότι δεν πρόκειται για αλλαγή αλλά για κατάρρευση των κλιματολογικών και περιβαλλοντικών ισορροπιών που είχαν δημιουργηθεί εδώ και χιλιάδες χρόνια στον πλανήτη γη.
Η έννοια της αλλαγής του κλίματος φαντάζει και ωραία , μέχρι που έχω διαβάσει ότι μερικοί Βρετανοί χαίρονται γιατί το νησί τους θα γίνει εύκρατο και θα φυτέψουν ελιές, το ίδιο και οι Κινέζοι !!!
Δείτε σχετικά: Κλιματική και Οικολογική Κατάρρευση: Το νησί του Πάσχα και η εντροπία
«Ξαναφτιάχνονταν την κοινωνία»
Του Μάρεϊ Μπούκτσιν
{…} ΓΙΑΤΙ ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Εδώ και αρκετό καιρό σκεφτόμουν να γράψω ένα σύντομο βιβλίο που θα συνόψιζε με σαφή τρόπο τις απόψεις μου για το ξαναφτιάξιμο της κοινωνίας από μια οικολογική σκοπιά. Είχα την αντίληψη (όπως επίσης και πολλοί φίλοι μου) ότι ήταν ίσως αναγκαίο να περιληφθούν οι ιδέες που είχα αναπτύξει σε διάφορα πολυσέλιδα βιβλία σε ένα έργο διακοσίων περίπου σελίδων. Ένα έργο που δεν θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολο για τους αναγνώστες που ενδιαφέρονται για την κοινωνική οικολογία.
Πήρα όμως την τελική απόφαση να γράψω αυτό το βιβλίο μετά από ένα μάλλον αποκαρδιωτικό περιστατικό. Στις αρχές Ιουνίου του 1987 είχα την τιμή να είμαι κύριος ομιλητής στην εξαήμερη Πανεθνική Συγκέντρωση των Αμερικανών Πράσινων στο Άμχερστ της Μασαχουσέτης. Το γεγονός, και δικαίως, έτυχε πρωτοφανούς κάλυψης από τον Τύπο σε εθνικό επίπεδο.
Περίπου δύο χιλιάδες άνθρωποι από τουλάχιστον σαράντα δύο πολιτείες ήρθαν στο Άμχερστ για να συζητήσουν τα θεωρητικά και πρακτικά προβλήματα του κινήματος των Πράσινων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ήταν η μεγαλύτερη συγκέντρωση ανεξάρτητων Αμερικανών ριζοσπαστών εδώ και πολλά χρόνια. Κυρίως αντικαπιταλιστές και ακτιβιστές, οι Πράσινοι αυτοί είχαν αναπτύξει αξιοσημείωτη δραστηριότητα στις γειτονιές, τις κοινότητες και τους χώρους εργασίας τους. Αντανακλούσαν ένα πλατύ φάσμα ριζοσπαστισμού στην Αμερική – εκφράζοντας τις υποσχέσεις και τα προβλήματά του, τις ελπίδες και τους περιορισμούς του.
Στη συγκέντρωση πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από δώδεκα συνεδριάσεις των πεντακοσίων με χιλίων ανθρώπων και ένας εκπληκτικός αριθμός σεμιναρίων, με θέματα τόσο εξωτικά (π.χ. οικολογική ηθική) όσο και επίκαιρα (φεμινισμός, ρατσισμός, ιμπεριαλισμός και οικονομική δημοκρατία), δηλαδή σχεδόν κάθε πρακτικό κοινωνικό πρόβλημα που θα μπορούσε να ενδιαφέρει το ταχύτατα αναπτυσσόμενο κίνημα των Πράσινων στην Αμερική. Υπήρξαν παθιασμένες διαμάχες περί εκλογικής και μη εκλογικής πολιτικής, ανεξάρτητης πολιτικής και πολιτικής συνασπισμών, επαναστατικής και ρεφορμιστικής πολιτικής, με δυο λόγια συζητήθηκαν όλα τα ζητήματα που απασχόλησαν κατ’ επανάληψη στο παρελθόν τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις ριζοσπαστών.
Κάτι όμως σχετικά καινούργιο προέκυψε από τις συζητήσεις αυτές. Εμφανίστηκαν μια σειρά τάσεις, τρόποι σκέψης στην πραγματικότητα, που, αν και φαίνονται εξαιρετικά αμερικανικές, νομίζω ότι έχουν ήδη αναφανεί ή θα αναφανούν στα Πράσινα κινήματα, και ίσως στα ριζοσπαστικά κινήματα γενικότερα, έξω από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μπορώ καλύτερα να περιγράψω τουλάχιστον μία από τις τάσεις αυτές, εξιστορώντας το περιστατικό που με προβλημάτισε. Συνέβη στη διάρκεια μιας συνομιλίας μετά το βραδινό φαγητό, ενώ οι συμμετέχοντες είχαν σχηματίσει «πηγαδάκια» στον κήπο του κτιρίου συζητώντας τα γεγονότα της ημέρας. Ένας νέος, ψηλός και μάλλον σωματώδης άντρας από την Καλιφόρνια άρχισε να μιλά με αόριστο τρόπο για την αναγκαιότητα «υπακοής» στους «νόμους της φύσης», «ταπεινής υποταγής των εαυτών μας» (αν θυμάμαι σωστά τα λόγια του) «στις επιταγές της φύσης». Μολονότι τα λόγια του φαίνονταν αρχικά σαν απλές ρητορείες, άρχισα να βρίσκω τον όλο και πιο διαπεραστικό του μονόλογο πολύ ενοχλητικό.
Η χρήση λέξεων όπως «υπακούω», «νόμοι της φύσης», «υποτάσσω» και «επιταγές» μου θύμισε τη γλώσσα που χρησιμοποιούν οι αντιοικολόγοι, οι οποίοι πιστεύουν ότι η φύση πρέπει να «υπακούει» στις δικές μας εντολές και όχι τους δικούς της «νόμους» πρέπει να χρησιμοποιήσουμε για να «υποτάξουμε» το φυσικό κόσμο. Είτε σκεφτόμουν τον νεαρό Πράσινο από την Καλιφόρνια, που με βομβάρδιζε με τη δήθεν «οικολογική» του πολυλογία, είτε τα σύγχρονα τσιράκια των ψυχρών θεών της επιστήμης, τα οποία πιστεύουν ότι ο «άνθρωπος» πρέπει να ελέγχει αδίστακτα τη φύση για το δικό του συμφέρον, ήταν για μένα σαφές ότι οι δύο αυτές φαινομενικά αντίθετες απόψεις είχαν ένα βασικό κοινό σημείο. Μοιράζονταν από κοινού το λεξιλόγιο της κυριαρχίας και της υποταγής. Ακριβώς όπως ο νεαρός Πράσινος από την Καλιφόρνια πιστεύει ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να κυριαρχούνται από τη φύση, έτσι και τα τσιράκια του επιστημονισμού πιστεύουν ότι η φύση πρέπει να κυριαρχείται από τον άνθρωπο.
Στην ουσία, ο νεαρός Πράσινος από την Καλιφόρνια είχε απλώς αναστρέψει αυτή τη βρόμικη σχέση μεταξύ των ανθρώπων και της φύσης, μετατρέποντας τους ανθρώπους σε αντικείμενα υποταγής, ακριβώς όπως οι επιστημονίζοντες αντίπαλοί του (συνήθως μεγάλοι βιομήχανοι, κεφαλαιούχοι και επιχειρηματίες της σύγχρονης κοινωνίας μας των ανώνυμων εταιρειών) μετατρέπουν το ζωντανό κόσμο, συμπεριλαμβανομένων και των ανθρώπων, σε αντικείμενα υποταγής. Το γεγονός ότι η ανθρωπότητα και η φύση έχουν εγκλωβιστεί σε μια κοινή μοίρα, βασισμένη στην ιεραρχική νοοτροπία και κοινωνία, μάλλον διέφευγε από τον Πράσινο Καλιφορνέζο με το απλουστευμένο του μήνυμα για «παράδοση» στη φύση και τους «νόμους» της.
Ήδη βαθύτατα ενοχλημένος από το γεγονός ότι κάποιος αυτοαποκαλούμένος Πράσινος μπορούσε να έχει τόσο παρόμοιες αντιλήψεις με τους εχθρούς της οικολογίας, αποφάσισα να τον ρωτήσω χωρίς περιστροφές: «Ποια είναι κατά τη γνώμη σας η αιτία της παρούσας οικολογικής κρίσης;». Η απάντησή του ήταν κατηγορηματική: «Τα ανθρώπινα όντα! Οι άνθρωποι είναι υπεύθυνοι για την οικολογική κρίση».
«Εννοείς ότι άνθρωποι όπως οι μαύροι, οι γυναίκες και οι καταπιεσμένοι προκαλούν οικολογική ανισορροπία – όχι οι εταιρείες, η αγροτική βιομηχανία, οι κυρίαρχες τάξεις και το κράτος;» ρώτησα κατάπληκτος.
«Ναι, οι άνθρωποι!» απάντησε με ακόμη μεγαλύτερο πάθος.
«Όλοι, Υπερπληθαίνουν τη Γη, ρυπαίνουν τον πλανήτη, ρημάζουν τους φυσικούς πόρους του, είναι άπληστοι. Γι’ αυτό υπάρχουν οι εταιρείες· για να εφοδιάζουν τους ανθρώπους με τα πράγματα που θέλουν.»
Υποψιάζομαι ότι η συζήτησή μας θα είχε πάρει εκρηκτικό χαρακτήρα αν δεν έσπευδε να πάρει μέρος σε ένα παιχνίδι βόλεϊ λίγο παραπέρα που του είχε τραβήξει την προσοχή. Δεν μπορούσα να ξεχάσω αυτή τη συζήτηση. Στην πραγματικότητα με καταδιώκει μέχρι σήμερα γιατί, όπως έχω διαπιστώσει από τότε, αντανακλά σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο σκέψης πολλών περιβαλλοντολόγων, μερικοί από τους οποίους αυτοαποκαλούνται μαχητικά «ριζοσπάστες».
Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο αυτού του τρόπου σκέψης δεν είναι μόνο ότι μοιάζει πολύ με τον τρόπο σκέψης που συναντάται στον κόσμο των μεγάλων εταιρειών. Πολύ πιο σοβαρό είναι το γεγονός ότι αποσπά την προσοχή μας από το ρόλο που διαδραματίζει η ίδια η κοινωνία στην πρόκληση οικολογικής καταστροφής. Εάν οι «άνθρωποι» ως είδος είναι υπεύθυνοι για περιβαλλοντικές αποδιαρθρώσεις, οι αποδιαρθρώσεις αυτές παύουν να είναι το αποτέλεσμα κοινωνικών αποδιαρθρώσεων. Δημιουργείται μια εντελώς φανταστική «Ανθρωπότητα» (ανεξάρτητα από το αν μιλάμε για καταπιεσμένες εθνικές μειονότητες, γυναίκες, λαούς του Τρίτου Κόσμου ή ανθρώπου: που ζουν στον Πρώτο Κόσμο), όλα τα μέλη της οποίας φέρονται ως συνεργοί της πανίσχυρης ελίτ των μεγάλων εταιρειών στην πρόκληση περιβαλλοντικών καταστροφών. Μ’ αυτό τον τρόπο συγκαλύπτονται έντεχνα οι κοινωνικές ρίζες των οικολογικών προβλημάτων. Δημιουργείται ένα νέο είδος βιολογικού «προπατορικού αμαρτήματος», όπου μια απροσδόκητη ομάδα ζώων που ονομάζεται «Ανθρωπότητα» μεταμορφώνεται σε καταστρεπτική δύναμη που απειλεί την επιβίωση του πλανήτη.
Υποβαθμισμένα σε απλό βιολογικό είδος, τα ανθρώπινα όντα μπορούν τώρα να θεωρηθούν ως απλό ζωολογικό φαινόμενο, υποκείμενο στους «βιολογικούς νόμους» που υποτίθεται ότι καθορίζουν τον «αγώνα για την επιβίωση» στο φυσικό κορμό. Εάν υπάρξει πείνα, για παράδειγμα, μπορεί να «εξηγηθεί» με απλές βιολογικές έννοιες όπως «έλλειψη τροφής», πιθανώς προκληθείσα από «υπερπληθυσμό». Εάν ξεσπάσει πόλεμος, μπορεί να αποδοθεί στην «ένταση» που προκαλείται από «υπερπληθυσμό» ή στην ανάγκη για «ζωτικό χώρο».
Με παρόμοιο τρόπο, μπορούμε να αγνοήσουμε ή ακόμη και να δικαιολογήσουμε την πείνα, την εξαθλίωση ή την αρρώστια ως «φυσικά εμπόδια» που επιβάλλονται στους ανθρώπους για να διατηρηθεί η «ισορροπία της φύσης». Μπορούμε άνετα να ξεχάσουμε ότι το μεγαλύτερο μέρος της φτώχειας και της πείνας που βασανίζουν τον κόσμο έχει τις ρίζες του στην εκμετάλλευση του ανθρώπου και της φύσης από τις μεγάλες εταιρείες και στην κοινωνική καταπίεση. Τα ανθρώπινα όντα, όπως αντιλαμβάνεστε, δεν είναι παρά ένα βιολογικό είδος όπως τα κουνέλια, τα ποντίκια κ.ά. που υπόκεινται ανελέητα σε αμείλικτους «φυσικούς νόμους».
Αν εξετάσει κανείς την ανθρώπινη κατάσταση υπ’ αυτό το πρίσμα, ότι δηλαδή όλες οι μορφές ζωής μπορούν να εναλλαχθούν «βιοκεντρικά» παρά τα μοναδικά τους χαρακτηριστικά, τότε και οι άνθρωποι μπορούν να εναλλαχθούν με τις ακρίδες ή, εν προκειμένω, με τους ιούς -όπως έχει σοβαρά προταθεί σε μια συζήτηση από υποστηρικτές αυτής της άποψης- και επομένως μπορούν εξίσου να θυσιαστούν κατά τις αλληλεπιδράσεις των λεγάμενων φυσικών νόμων. (1)
Ο νεαρός από την Καλιφόρνια, παρουσιάζοντας τις απόψεις αυτές, εξέφρασε μόνο τις γενικότερες έννοιες που συγκροτούν αυτή την αναπτυσσόμενη ιδεολογία. Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένας απ’ αυτούς τους ανθρώπους που συνάντησα τελευταία στις Ηνωμένες Πολιτείες που πιστεύουν ότι τα παιδιά στην Αφρική -όπως και άλλα «ζώα» ενδεχομένως- θα πρέπει να αφεθούν να πεθάνουν από την πείνα διότι «υπερπληθαίνουν» την ήπειρο και επιβαρύνουν τη βιολογική χωρητικότητα των αντίστοιχων χωρών. Ή, κάτι εξίσου διεστραμμένο, ότι θα πρέπει να καλωσορίσουμε την επιδημία του AIDS ως τρόπο συγκράτησης του «υπερπληθυσμού». Ή, πιο σοβινιστικά, ότι θα πρέπει να μην επιτρέπεται στους «μετανάστες» από τη Λατινική Αμερική (συνήθως Ινδιάνους, οι πρόγονοι των οποίων ήρθαν στην Αμερική πριν από χιλιάδες χρόνια) να εισέρχονται στις Ηνωμένες Πολιτείες διότι απειλούν τους «δικούς μας» φυσικούς πόρους.
Παρουσιασμένη σε τόσο ακατέργαστη και ρατσιστική μορφή, με τη χρήση λέξεων όπως «δική μας» για την περιγραφή μιας Αμερικής της οποίας οι φυσικοί πόροι ανήκουν ουσιαστικά σε μια χούφτα γιγαντιαίων εταιρειών, η αντίληψη αυτή πιθανώς είναι απεχθής στους περισσότερους Αμερικανούς. Παρ’ όλα αυτά, όπως οι αφελείς, καθαρά ζωολογικές απαντήσεις σε σύνθετα κοινωνικά ερωτήματα, η άποψη αυτή τείνει να κερδίσει ολοένα μεγαλύτερη υποστήριξη, ιδιαίτερα μεταξύ των περισσότερο «μάτσο», των πιο αυταρχικών και αντιδραστικών ανθρώπων, οι οποίοι χρησιμοποιούν πάντοτε τη «φύση» και τους «φυσικούς νόμους» ως υποκατάστατα της μελέτης των πραγματικών κοινωνικών ζητημάτων και ανησυχιών.
Ο πειρασμός εξομοίωσης των ανθρώπων που ζουν σε σύνθετες, θεσμικά διαπλεγμένες και πικρά διαιρεμένες κοινωνίες με τα κοινά ζώα εκφράζεται με φαινομενικά εξεζητημένα επιχειρήματα, που συχνά παρουσιάζονται ως ριζοσπαστικές οικολογικές φιλοσοφίες. Η αναβίωση ενός νέου μαλθουσιενισμού που διατείνεται ότι ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού υπερβαίνει το ρυθμό αύξησης της παραγωγής τροφίμων είναι η πιο αποκρουστική ιδεολογική ανάπτυξη από όλες.
Ο μύθος ότι οι αυξήσεις πληθυσμού σε χώρες όπως π.χ. το Σουδάν έχουν αποτέλεσμα την πείνα (και όχι το γεγονός ότι οι Σουδανοί θα μπορούσαν εύκολα να θρέψουν τους εαυτούς τους, εάν δεν εξαναγκάζονταν από την, υπό αμερικανικό έλεγχο, Διεθνή Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να καλλιεργούν βαμβάκι αντί για σιτηρά) είναι τυπικό παράδειγμα αυτού του είδους των επιχειρημάτων που έχουν γίνει αρκετά δημοφιλή μεταξύ πολλών περιβαλλοντολόγων. «Πρέπει να επιτρέψουμε στη φύση» μας λένε με έπαρση οι προνομιούχοι Ευρωαμερικανοί που εμφανίζονται ως θεωρητικοί του «φυσικού νόμου» «να ακολουθήσει την πορεία της», λες και τα κέρδη των εταιρειών, των τραπεζών και των επιχειρήσεων που εκμεταλλεύονται την αγροτική παραγωγή έχουν σχέση με την «πορεία» της φύσης.
Αυτό που καθιστά τόσο ύπουλο αυτό το νέο «βιοκεντρισμό», με την αντιανθρωπιστική του αντίληψη ότι τα ανθρώπινα όντα μπορούν να εναλλαχθούν με τους αρουραίους και τα μυρμήγκια, είναι ότι αποτελεί τη βάση ενός αναπτυσσόμενου κινήματος που ονομάζεται «βαθιά οικολογία» (2) Η «βαθιά οικολογία» δημιουργήθηκε από ευκατάστατα άτομα που έχουν ανατραφεί με ένα μείγμα πνευματιστικών ανατολικών λατρειών και φαντασιώσεων του Χόλιγουντ και της Ντίσνεϊλαντ. Ο αμερικανικός νους είναι ήδη αρκετά ασχημάτιστος και χωρίς να χρειαστεί να τον επιβαρύνουμε με «βιοκεντρικούς» μύθους βουδιστικών και ταοιστικών δοξασιών περί μιας παγκόσμιας «ενότητας», η οποία είναι τόσο καθολική ώστε τα ανθρώπινα όντα, παρά τα τόσο ευκρινή, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, χάνονται μέσα σε μια «βιοκεντρική ισότητα» που περιλαμβάνει τα πάντα. Υποβαθμιζόμενοι απλώς σε μία ακόμη μορφή ζωής ανάμεσα στις πολλές, οι φτωχοί και οι αδύναμοι είτε υφίστανται άμεση εξόντωση, αν είναι κοινωνικά αναλώσιμοι, είτε γίνονται αντικείμενο στυγνής εκμετάλλευσης, αν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την επέκταση των μεγάλων εταιρειών. Συνεπώς, φράσεις όπως «είμαστε όλοι ένα» και «βιοκεντρική δημοκρατία» βαδίζουν χέρι χέρι με μια ευσεβή φόρμουλα ανθρώπινης καταπίεσης, εξαθλίωσης, ακόμη και εξόντωσης.
Τέλος, η οικολογική σκέψη δεν εμπλουτίζεται με την αλόγιστη συγχώνευση τόσο ανόμοιων θρησκειών όπως ο Βουδισμός και ο Ταοϊσμός με τον Χριστιανισμό ή, ακόμη χειρότερα, με το συνδυασμό φιλοσοφικών απόψεων όπως αυτές του Εβραίου Σπινόζα μ’ αυτές του απολογητή του ναζισμού Χάιντεγκερ. Δηλώσεις όπως αυτή του Άρνε Νάες, ποντίφικα της «βαθιάς οικολογίας», ότι «οι βασικές αρχές της βαθιάς οικολογίας βρίσκονται στη θρησκεία ή τη φιλοσοφία» κάνουν περισσότερο αισθητή την απουσία αναφοράς στην κοινωνική θεωρία».
Υπάρχουν αρκετά στοιχεία σ’ αυτό το μείγμα «βιοκεντρισμού», αντιανθρωπισμού, μυστικισμού και θρησκείας με την ηθική της περί «φυσικού νόμου» ικανά να τροφοδοτήσουν εξαιρετικά αντιδραστικές και αταβιστικές απόψεις, παρά τις καλοπροαίρετες αναφορές της βαθιάς οικολογίας στην «αποκέντρωση» και την «έλλειψη ιεραρχίας». Αυτό ανακινεί το ζήτημα μιας ακόμη εξωτικής τάσης που διαποτίζει τα οικολογικά κινήματα. Αναφέρομαι στην παράδοξη ανάγκη για μια νέα θειστική οικολογική «πνευματικότητα». Το ότι η λέξη «πνευματικότητα» μπορεί συχνά να σημαίνει μια σεμνή και πραγματικά υγιή ευαισθησία προς τη φύση και τις λεπτές αλληλοσυνδέσεις της είναι ένας πολύ σημαντικός λόγος για να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας από τον εκφυλισμό της σε μια αταβιστική, αφελή μορφή θρησκείας της φύσης, κατοικούμενης από θεούς και θεές, και τελικά σε μια νέα ιεραρχία ιερέων και ιερειών. Οι μυστικιστικές παραλλαγές του φεμινισμού, καθώς επίσης και το οικολογικό κίνημα ως σύνολο έχουν, αλίμονο, αποδειχθεί αρκετές φορές πολύ ευάλωτα σ’ αυτή την τάση. Ο οξυδερκής νατουραλισμός, που βασίζεται άλλωστε κατά πολύ και στην οικολογία, αντιμετωπίζει τώρα τον κίνδυνο να εκτοπιστεί από μια υπερφυσική προοπτική, που είναι εκ φύσεως ξένη προς τη γονιμότητα και την αυτοδημιουργικότητα της ίδιας της φύσης.
Δεν είναι λογικό να αναρωτηθούμε γιατί ο φυσικός κόσμος χρειάζεται να εποικιστεί με γήινους θεούς και θεές όταν η φυσική εξέλιξη διαθέτει μια θαυμάσια δική της δύναμη που δημιουργεί μια τόσο πλούσια και θαυμαστή ποικιλία έμβιων όντων; Δεν αρκεί αυτό από μόνο του για να γεμίσει τον ανθρώπινο νου με θαυμασμό και σέβας; Η εισαγωγή στο φυσικό κόσμο θεοποιημένων μορφών που έχουν δημιουργηθεί από την ανθρώπινη φαντασία, εν ονόματι της οικολογικής «πνευματικότητας», δεν είναι άραγε η πιο χοντροκομμένη μορφή «ανθρωποκεντρισμού» (για να χρησιμοποιήσουμε μια λέξη για την προβολή του ανθρώπινου στο φυσικό που προκαλεί τόσο αποτροπιασμό στα οικολογικά κινήματα);
Η λατρεία ή απόδοση τιμών σε οποιοδήποτε ον, είτε φυσικό είτε υπερφυσικό, θα αποτελεί πάντα μια μορφή αυτο-υποταγής και δουλείας που τελικά καταλήγει στην κοινωνική κυριαρχία, ανεξάρτητα από το αν αυτό γίνεται στο όνομα της φύσης, της κοινωνίας, του γένους ή της θρησκείας. Πολλοί είναι οι πολιτισμοί που κατακλύστηκαν από «θεότητες της φύσης», οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν κατά κυνικό τρόπο από τις κυβερνήσεις ελίτ για να στηρίξουν τις πλέον αυστηρές, καταπιεστικές και απάνθρωπες κοινωνικές ιεραρχίες. Τη στιγμή που τα ανθρώπινα όντα θα γονατίζουν μπροστά σε οτιδήποτε «ανώτερο» απ’ αυτά, η ιεραρχία θα καταγράφει τον πρώτο θρίαμβό της επί της ελευθερίας και οι άνθρωποι θα είναι έτοιμοι να σηκώσουν όλα τα βάρη που μπορεί να τους επιβάλει η κοινωνική κυριαρχία.
Δεν επισήμανα αυτά τα προβλήματα που τίθενται από τις μισάνθρωπες και αντιανθρωπιστικές τάσεις στο οικολογικό κίνημα για να δυσφημίσω το κίνημα συνολικά. Ακριβώς το αντίθετο: η επισκόπηση αυτών των τάσεων έχει στόχο να καθαρίσει τη «μούχλα» που έχει πιάσει το κίνημα και να αποκαλύψει τον πολλά υποσχόμενο καρπό που μπορεί να μας δώσει η οικολογία στο μέλλον. Αυτό το βιβλίο γράφτηκε για να δείξει όσο το δυνατόν σαφέστερα ότι μόνο η οικολογία που έχει στέρεες ρίζες στην κοινωνική κριτική και ένα όραμα κοινωνικής ανασυγκρότησης μπορεί να μας παράσχει τα μέσα για να ξαναφτιάξουμε την κοινωνία με τρόπο επωφελή τόσο για τη φύση όσο και για την ανθρωπότητα.
Εν τούτοις, μια τέτοια κριτική και ένα τέτοιο όραμα δεν μπορούν να επιτευχθούν με το άλογο πέρασμα από το