Το καρναβάλι της Θεσσαλονίκης ήταν στις αρχές του 20ού αιώνα το μεγαλύτερο στα Βαλκάνια. Από την Τσικνοπέμπτη ως την Κυριακή της Αποκριάς έβγαιναν μασκαρεμένοι στους δρόμους άνδρες και γυναίκες, ενώ η πόλη κατακλύζονταν με επισκέπτες που έρχονταν από όλη τη Μακεδονία.
Ήταν ένα καρναβάλι αυθόρμητο, ενώ το κομφετί που πετούσαν μεταξύ τους ήταν μια παλιά συνήθεια στην πόλη. Παρά την οθωμανική διοίκηση, ως το 1912, το μασκάρεμα ήταν ελεύθερο.
Υπήρχε και η παράδοση, τα έξοδα για τις ενδυμασίες των αποκριάτικων ομάδων με πρόσωπα της ελληνικής ιστορίας να καταβάλουν οι εύπορες τάξεις της πόλης. Αρχαίες στολές, περικεφαλαίες και οπλισμός από χαρτόνι, χλαμύδες και άλλες φορεσιές. Πέρα από τις αρχαιοελληνικές αμφιέσεις, υπήρχαν και άλλοι θίασοι, οι κλασικοί παλιάτσοι, πιερότοι, κολομπίνες, αρλεκίνοι, ναύαρχοι, στρατηγοί, ναπολέοντες, μαχαραγιάδες, ανατολίτισσες με φερετζέδες, και μασκαρέματα από τα λαϊκά δρώμενα της εποχής.
Στην προπολεμική Θεσσαλονίκη, πριν το 1940, κέντρο του καρνάβαλου ήταν η πλατεία Ιπποδρομίου, το Ποδρόμι ή Προδρόμι, όπως το έλεγαν οι παλιοί Θεσσαλονικείς, μπροστά στην εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου. Εκεί γινόταν η παρέλαση όλων των μασκαρεμένων με τις «καμήλες», τα γαϊτανάκια, ολόκληρες μπάντες με χάλκινα και τύμπανα, παραδοσιακοί θίασοι με σύγχρονες μεταμφιέσεις του Νέου Κόσμου που χόρευαν φοξ τροτ, βαλς και άλλους «ευρωπαϊκούς» χορούς. Έφταναν στο Ποδρόμι από όλες τις συνοικίες της πόλης, από την Καμάρα, από το Κουλέ Καφέ, από τον Άγιο Αθανάσιο, από το Διοικητήριο.
Άλλοι θίασοι έρχονταν καβάλα σε άλογα και γαϊδούρια, άλλοι σε κάρα και παϊτόνια και άλλοι πεζοί. Οι μασκαρεμένοι τραγουδούσαν ευτράπελα και «απαγορευμένα» τραγούδια με σκωπτικό περιεχόμενο που προκαλούσαν μόνο γέλιο, έκαναν φραστικά πειράγματα προς τις γυναίκες που συνωστίζονταν στα πεζοδρόμια ή κατέκλυζαν τα μπαλκόνια. Αλληλοπειράζονταν και πετούσαν σοκολάτες, σερπαντίνες και κομφετί. Λατέρνες, ρομβίες, πάνω στις άμαξες, κιθάρες, ντουντούκες και ζουρνάδες, καραμούζες και ντέφια, ξεκούφαιναν τον κόσμο. Μετά την παρέλαση οι καρναβαλιστές κατέληγαν στο Λευκό Πύργο και την Καμάρα και συνέχιζαν το γλέντι στις ταβέρνες και τα καμπαρέ που ήταν στολισμένα αποκριάτικα. Το βράδυ της Κυριακής έκλεινε με τους περίφημους κανταδόρους της Θεσσαλονίκης που γύριζαν με κιθάρες και μαντολίνα τραγουδώντας διάφορα τραγούδια και κομμάτια από άριες στους δρόμους της πόλης.