17.3 C
Athens
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΗ ελληνική λέξη που δεν μπορεί να μεταφραστεί

Η ελληνική λέξη που δεν μπορεί να μεταφραστεί

Μία ελληνική λέξη είναι αδύνατο να μεταφραστεί. Ποια είναι αυτή; Η λέξη “φιλότιμο”. To αφιέρωμα του BBC ασχολείται με την ελληνική λέξη που μόνο  περιφραστικά μεταφράζεται ως “αγάπη για την τιμή” (love of honour) και σε καμία περίπτωση αυτή η μετάφραση δεν μπορεί να αποδώσει το βαθύτερο νόημα του “φιλότιμου”.
Το δεύτερο καλοκαίρι του στο ήσυχο ελληνικό χωριό Τολό στην ανατολική ακτή της Πελοποννήσου, ο γερμανός ανώτερος δημόσιος υπάλληλος και συγγραφέας Αντρέας Ντεφνέρ διέπραξε ένα πολιτισμικό… σφάλμα που ουσιαστικά τον έμαθε τι θα πει “φιλότιμο”.
“Καλησπέρα, πώς είσαι;” Η γιαγιά Βαγγελιώ, ιδιοκτήτρια της πανσιόν όπου διέμενε, μια μέρα τον χαιρέτησε θερμά.
“Έτσι και έτσι,” απάντησε ο Ντεφνέρ.
Μετά από λίγη ώρα ο γερμανός τουρίστας, έτρωγε ένα μπολ με νόστιμη, ζεστή κοτόσουπα, με τα μάτια της γιαγιάς Βαγγελιώς και της κόρης της Ειρήνης καρφωμένα πάνω του. “Τι έκανα;”, αναρωτήθηκε ο Ντεφνέρ.
Ο Περικλής, αδερφός της Ειρήνης που είχε φτάσει στο μεταξύ, απάντησε στον γερμανό: “Είπες στη Βαγγελιώ ότι δεν αισθάνεσαι καλά”. “Με συγχωρείτε; Είπα απλά ότι είμαι έτσι κι έτσι”, απάντησε ο Ντεφνέρ.
“Αν απαντήσεις “έτσι κι έτσι”, οι ντόπιοι σκέφτονται ότι είσαι άρρωστος και το φιλότιμό τους, τους αναγκάζει να σε περιποιηθούν για να γιατρευτείς, γι’ αυτό σου πρόσφερε κοτόσουπα”, του απάντησε γελώντας ο Περικλής.
Ο φιλοξενούμενος αναστέναξε με ανακούφιση. “Αυτή ήταν η πρώτη εμπειρία μου με το φιλότιμο και σίγουρα όχι η τελευταία”, λέει ο Ντεφνέρ στο BBC. Αργότερα, έγραψε ένα βιβλίο για το συγκεκριμένο θέμα.
Η ελληνική λέξη που δεν μπορεί να μεταφραστεί
Το βιβλίο του Ντεφνέρ
Η ακριβής έννοια του “φιλότιμου” συζητείται έντονα στο ρεπορτάζ του BBC, δεδομένου ότι ανήκει στο πάνθεον των ελληνικών λεξικών που δεν έχουν εύκολη εξήγηση. Η «αγάπη της τιμής», η επίσημη μετάφρασή της, είναι μια χρηστική αλλά ανεπαρκής προσπάθεια να αποδώσει τα νοήματα που κρύβουν αυτές οι τέσσερις συλλαβές. Όταν ο συντάκτης ρώτησε διάφορους Έλληνες για τη δική τους αντίληψη της λέξης “φιλότιμο”, έλαβε πολύ διαφορετικές απαντήσεις.
«Κάνοντας το σωστό», του είπε η γιατρός Πηνελόπη Καλαφάτη. «Να αγαπάς και να τιμάς τον Θεό και την κοινωνία όπου ζεις», του είπε ο ιερέας Νικόλας Παπανικολάου. “Πασχίζοντας για την τελειότητα”, απάντησε ο ηθοποιός Κωστής Θωμόπουλος: “Το να βγαίνεις από τη ζώνη της άνεσής σου για να βοηθήσεις κάποιον που έχει ανάγκη”, είπε η Τατιάνα Παπαδοπούλου, εθελόντρια στο κέντρο προσφύγων στην Μαλακάσα.
Φαίνεται ότι όχι μόνο η λέξη παραμένει αμετάβλητη, αλλά και οι ίδιοι οι Έλληνες δυσκολεύονται να συμφωνήσουν σε έναν ενιαίο ορισμό, σχολιάζει ο συντάκτης.
“Η μυθολογία που συνοδεύει αυτήν την αόριστη ιδέα δεν έχει προηγούμενο. Πράγματι, η λέξη δεν μπορεί να μεταφραστεί με ακρίβεια σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα”, αναφέρει ο Βασίλειος Π. Βερτουδάκης, λέκτορας της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. “Ωστόσο, το “φιλότιμο” έχει γίνει ένα από τα δομικά στοιχεία της ελληνικής διάθεσης λόγω της μοναδικής στάσης της Ελλάδας σε σχέση με αυτό που ονομάζουμε Δύση”.
Ο κ. Βερτουδάκης εξηγεί ότι το “φιλότιμο” προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη φιλοτιμία, της οποίας η πρώτη επιβεβαιωμένη γραπτή αναφορά χρονολογείται στην αρχή της ελληνικής κλασικής περιόδου (6ος και 7ος αιώνας π.Χ.) στα γραπτά του λυρικού ποιητή Πινδάρου. Για τον Πίνδαρο και άλλους συγγραφείς, η λέξη σήμαινε αγάπη για την τιμή ή την διάκριση ή την φιλοδοξία,  αλλά συχνά με αρνητικό τρόπο. Στη μυθολογία, για παράδειγμα, το φιλότιμο του Αχιλλέα πληγώθηκε όταν ο βασιλιάς Αγαμέμνονας του πήρε τη βασίλισσα Βρυσηίδα, το βραβείο του για την ανδρεία στο πεδίο της μάχης.
Μόνο μετά την εδραίωση της δημοκρατίας στην κλασική Αθήνα γύρω στο 4ο και 5ο αιώνα π.Χ., όταν ο ανταγωνισμός αντικαταστάθηκε από τη συνεργασία, η λέξη κέρδισε μια πιο θετική έννοια. Εκείνη την εποχή, «ένας άνθρωπος με φιλότιμο σήμαινε κάποιον που αγαπά να λαμβάνει επαίνους της πόλης του, αλλά εξυπηρετεί πρώτα την κοινότητα», αναφέρει ο κ. Βερτουδάκης.
Η ιδέα του φιλότιμου έφτασε στο απόγειό της γύρω στον 15ο αιώνα κατά τον Μεσαίωνα, όταν η Ελλάδα υποδουλώθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, γεγονός που εξανάγκασε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού στην καλλιέργεια γης για λόγους επιβίωσης. Επιπλέον, επιβλήθηκε στους Έλληνες βαριά φορολογία και περιορισμένη πρόσβαση στην εκπαίδευση αλλά και διακοπή των σχέσεων με τη Δυτική Ευρώπη.
«Ενώ η Δύση βιώνει τον Διαφωτισμό και αναπτύσσει σύγχρονα κράτη που συνδέουν τα άτομα με το κράτος δικαίου και την αφηρημένη αίσθηση της ευθύνης, οι υποταγμένοι Έλληνες δεσμεύονται από την υπερηφάνεια, την τοπικότητα και τις διαπροσωπικές σχέσεις», αναφέρει ο κ. Βερτουδάκης. “Αντί να αναπτύξουμε το είδος της θεσμικής συνείδησης που παρατηρήθηκε στη Δυτική Ευρώπη, οι ελληνικές κοινότητες γαλουχήθηκαν με το φιλότιμο, το οποίο δεν το πυροδοτούσε ο νόμος και η λογική αλλά το έντονο συναίσθημα και η οικειότητα”.
Και αυτή η συναισθηματική πλευρά του εθνικού χαρακτήρα μπορεί να φανεί σε όλη τη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Τον Μάιο του 1941, όταν οι δυνάμεις του Άξονα ξεκίνησαν αεροπορική επίθεση εναντίον της Κρήτης, οι ντόπιοι όχι μόνο άρπαξαν τα μαχαίρια της κουζίνας ή απλοϊκά όπλα για να βγουν έξω και να πολεμήσουν τον εχθρό, αλλά πέρασαν και μέσα από τα πανύψηλα, τραχιά βουνά και απότομα φαράγγια της Κρήτης για να βρουν τα καλύτερα κρησφύγετα για τους Βρετανούς και τους Αυστραλούς στρατιώτες. Ούτε το γεγονός ότι αργοπέθαιναν από την πείνα, ούτε η απειλή της θανατικής ποινής τους άγγιζε. Η αίσθηση του καθήκοντος, της τιμής και του θάρρους υπερίσχυε.
Σχεδόν 76 χρόνια αργότερα, οι ντόπιοι στα νησιά της Λέσβου, της Χίου και της Κω, στα χρόνια της βαθιάς ύφεσης – πηδάνε σε βάρκες για να διασώσουν τους πρόσφυγες που φτάνουν στις ακτές του Ανατολικού Αιγαίου.
«Γιατί με συγχαίρετε παιδιά μου;» αναρωτιόταν η 86χρονη Αιμιλία Καμβύση, όταν οι δημοσιογράφοι τη ρωτούσαν γιατί εκείνη και οι φίλες της, η 90χρονη Ευστρατία Μαυραπίδου και η 86χρονη Μαρίτσα Μαυραπίδου, πήγαιναν κάθε μέρα στις ακτές της Λέσβου για να βοηθήσουν τις γυναίκες πρόσφυγες και τα παιδιά τους.
Ο 41χρονος ψαράς Στρατής Βαλιάμος, που βγαίνει με την ξύλινη βάρκα του για να σώσει πρόσφυγες αναρωτιέται: “Είμαι έξω για ψάρεμα και βλέπω ανθρώπους να φωνάζουν βοήθεια. Τι μπορώ να κάνω; Να προσποιηθώ ότι δεν τους βλέπω; Ότι δεν τους ακούω; Αυτό είναι το σωστό, να τους βοηθήσω”…
Η ελληνική λέξη που δεν μπορεί να μεταφραστεί
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!
echo ‘’ ;