18.1 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΗ σκιαγράφηση του Αντρέα Καμιλέρι

Η σκιαγράφηση του Αντρέα Καμιλέρι [1925 – 2019]

Σπάνια περίπτωση ο σιτσιλιάνος συγγραφέας Αντρέα Καμιλέρι που πέθανε σήμερα σε ηλικία 93 ετών. 
Πασίγνωστος και παραγωγικότατος μέχρι τα τελευταία του, υπήρξε ο πιο πολυδιαβασμένος συγγραφέας της Ιταλίας. Δεν κύλησε έτσι, βέβαια, ολόκληρη η ζωή του. Η επιτυχία τον βρήκε στα κατοπινά χρόνια. 
Προτού ασχοληθεί με τη λογοτεχνία εργαζόταν ως σκηνοθέτης του θεάτρου και της τηλεόρασης. 
Περηφανευόταν που ήταν ένας από τους σημαντικότερους μελετητές του Λουίτζι Πιραντέλο στη γείτονα –του είχε αφιερώσει δε περισσότερες από σαράντα παραστάσεις– και μνημόνευε εκείνη την ημέρα του 1935 που εμφανίστηκε μπροστά του ο νομπελίστας με επίσημη στολή ναυάρχου ρωτώντας τον πιτσιρίκο «Νενέ Καμιλέρι» πού ήταν γιαγιά του που ετύγχανε πρώτη του εξαδέλφη.

Ο Αντρέα Καμιλέρι υπήρξε επίσης επιστήθιος φίλος του Λεονάρντο Σάσα και «όποτε νιώθω ότι τελειώνουν οι μπαταρίες μου, πιάνω ένα βιβλίο του, διαβάζω δυο σελίδες και επαναφορτίζομαι». 

Ο Καμιλέρι, απόγονος δυο οικογενειών που εμπορεύονταν θειάφι στη Σικελία, εξέδωσε το πρώτο του ιστορικό μυθιστόρημα το 1978, όταν ήταν 53 ετών. Πέρασε απαρατήρητο. Το ίδιο, λίγο-πολύ, συνέβη και με το δεύτερο. 

Οταν έγραφε το τρίτο, «Ο ζυθοποιός του Πρέστον», σκάλωσε, αντιμετώπισε ανυπέρβλητα προβλήματα με την πλοκή –δεν είχε καταφέρει ως τότε να γράψει ένα βιβλίο «κανονικά», με αρχή, μέση και τέλος, χωρίς λογικά ή χρονικά άλματα. 

Τότε έπεσε στα χέρια του «Ο πιανίστας», ένα βιβλίο του καταλανού συγγραφέα Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν στο οποίο δεν πρωταγωνιστεί ο ιδιόρρυθμος ιδιωτικός ντετέκτιβ Πέπε Καρβάλιο, δεν είναι δηλαδή μια αστυνομική ιστορία.

Εκείνη η ανάγνωση απεδείχθη σημαντικότατη για τον Αντρέα Καμιλέρι και εμμέσως τον βοήθησε τότε να ξεπεράσει την αμηχανία του. 

Καθοριστική όμως για να καταφέρει τελικώς να γράψει κι εκείνος μια ιστορία μυστηρίου ήταν μια τηλεοπτική εμπειρία, την περίοδο που δούλευε στη RAI και ως παραγωγός, μεταξύ άλλων, μιας σειράς βασισμένης στις περιπέτειες του επιθεωρητή Μεγκρέ που δημιούργησε ο βέλγος συγγραφέας Ζορζ Σιμενόν –ως «Ζορζ Σιμ» τον είχε πετύχει και πρώτη φορά διαβάσει ο Αντρέα Καμιλέρι στη μεγάλη βιβλιοθήκη του πατέρα του. 

Τότε, λοιπόν, ο ίδιος συνεργαζόταν σε εκείνο το εγχείρημα με τον Ντιέγκο Φάμπρι, πολύ σημαντικό σεναριογράφο. Τι έκανε ο τελευταίος; Αγόραζε τέσσερις-πέντε φορές το ίδιο βιβλίο του Σιμενόν, έσκιζε τις σελίδες τους, τις άπλωνε και κρατούσε σημειώσεις. 

Ο σκοπός του ήταν να αποσπάσει από μια ενιαία λογοτεχνική αφήγηση ξεχωριστά τηλεοπτικά επεισόδια! Ο Αντρέα Καμιλέρι βρέθηκε αίφνης μπροστά σε μια τεχνική αποκάλυψη. 

Δεν την ξέχασε ποτέ, ούτε έπειτα από τριάντα χρόνια, το 1994, που συνέθεσε το πρώτο του αστυνομικό μυθιστόρημα υπό τον τίτλο «Το σχήμα του νερού». Ετέθη τότε αμέσως το ζήτημα της ονομασίας του αστυνομικού. 

Είχε στο μυαλό δύο επιλογές, ένα τυπικό σικελικό όνομα, το Τζετζέ Κολούρα ας πούμε, και ένα όχι και τόσο τυπικό.

Ο Αντρέα Καμιλέρι δεν ξέχασε ποτέ το παλιό του χρέος προς τον Μανόλο Μονταλμπάν και βάφτισε, ύστερα από πολλά χρόνια, τον δικό του ήρωα Μονταλμπάνο, για να τιμήσει τον ισπανό ομότεχνο και φίλο. 

Οι δυο τους, μαζί φυσικά με τον Ζαν-Κλοντ Ιζό και τον δικό μας Πέτρο Μάρκαρη, είναι υπεύθυνοι για ό,τι αποκαλείται και μελετάται σήμερα ως «αστυνομικό μεσογειακό μυθιστόρημα», ένα είδος που, πέραν των συγκεκριμένων μοτίβων και αρμών που υπάρχουν πάνω-κάτω σε κάθε νουάρ αφήγημα, χαρακτηρίζεται από μια έντονη κοινωνικοπολιτική ανησυχία. 

Για την ακρίβεια αυτό που, εν προκειμένω, έχει τη μεγαλύτερη σημασία δεν είναι τόσο το ποιος σκότωσε ή με ποιον ακριβώς τρόπο σκότωσε αλλά περισσότερο σε ποιο περιβάλλον διαπράχθηκε το έγκλημα. 

Η αστυνομική πλοκή, κοντολογίς, λειτουργεί περισσότερο ως πρόφαση, ως όχημα γι’ αυτούς τους συγγραφείς, και για τον Αντρέα Καμιλέρι προφανώς, να θίξουν τα κακώς κείμενα της εποχής τους.

Το 2014 ήταν μια σημαδιακή επέτειος, συμπληρώθηκαν τότε είκοσι χρόνια από τη δημιουργία του Σάλβο Μονταλμπάνο, γεγονός που εορτάστηκε με ποικίλους τρόπους τόσο στην Ιταλία όσο και στην ιδιαίτερη πατρίδα του Αντρέα Καμιλέρι, το χωριό Πόρτο Εμπέντοκλε, το επίνειο του Αγκριτζέντο με την αρχαιοελληνική ονομασία. 

Μια φορά, το 1990, γλίτωσε εκεί ο συγγραφέας από ένα άγριο πιστολίδι, βρέθηκε στη μέση ενός ξεκαθαρίσματος λογαριασμών, οι σφαίρες περνούσαν ξυστά πάνω από το κεφάλι του. 

Εδώ και μερικά χρόνια δίπλα στο όνομα της γενέτειράς του στη Νότια Σικελία υπάρχει το όνομα της Βιγκάτα, της φανταστικής πόλης που ο συγγραφέας επινόησε, εμπνευσμένος από τον πραγματικό του τόπο και τοποθετεί έκτοτε τις υποθέσεις του ήρωά του. 

Ο Αντρέα Καμιλέρι πίστεψε, μετά την κυκλοφορία και του δεύτερου βιβλίου «Σκύλος από τερακότα» (1996), ότι είχε ξεμπερδέψει με τον επιθεωρητή. Ο εκδότης όμως είχε διαφορετική άποψη. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία, μια ιστορία επιτυχίας.

Ο Σάλβο Μονταλμπάνο, τον οποίο ενσάρκωσε επιτυχημένα στην ομώνυμη σειρά της ιταλικής τηλεόρασης ο ηθοποιός Λούκα Τζινγκαρέτι, είναι ένας αντιήρωας που κινείται στον αντίποδα των κλασικών επιτυχιών του ρεπερτορίου του, τόσο του αγγλικού «επιστημονισμού» όσο και του αμερικανικού εντυπωσιασμού, είναι ένα ηθικό στοιχείο που κινείται μέσα σε έναν ανήθικο κόσμο, με μαφιόζους, κλέφτες, λαθρεμπόρους και πόρνες, προσπαθώντας να προασπίσει ορισμένες ανθρώπινες αξίες και κάποιες ταπεινές ψυχές από το διογκούμενο ρημαδιό. 

Είναι λίγο μελαγχολικός και κάτι τέτοιες στιγμές θυμάται στίχους του Μοντάλε ή του Ουνγκαρέτι. Εχει πάντως το χιούμορ και, όποτε χρειαστεί, την ειρωνεία του Αντρέα Καμιλέρι απέναντι στην ανοησία του εγκλήματος. 

Εχει και μια μακροχρόνια σχέση, τη Λίβια, που δεν λέει να την αποκαταστήσει, η Ιταλία πέρασε από τη λιρέτα στο ευρώ, σαρώθηκε από τόσα χρόνια μαφίας και μπερλουσκονισμού – τον σιχαίνεται τον «Καβαλιέρε» ο Σάλβο Μονταλμπάνο – κι εκείνος ακόμη να αποφασίσει τι θα κάνει με τη ζωή του. Κάνει, βέβαια, τη δουλειά του όσο πιο καλά μπορεί. 

Δεν τον ενδιαφέρουν τα λεφτά, δεν τον ενδιαφέρουν τα παράσημα, τον ενδιαφέρει μόνο να μην πνίγεται το δίκιο όταν μπορεί να αναπνεύσει.

Ο Αντρέα Καμιλέρι δεν επινοούσε και πολλά πράγματα, απλώς αποδελτίωνε τις αστυνομικές ειδήσεις και όταν του ερχόταν μια πρωτότυπη ιδέα τροποποιούσε αναλόγως τα γεγονότα και καθόταν να γράψει, πάντοτε ξυρισμένος και ντυμένος στην τρίχα, πάντοτε με ένα τσιγάρο στα χείλη. 

Είχε, ωστόσο, επινοήσει το βασικό εργαλείο με το οποίο έγραφε τα βιβλία του, ένα μείγμα της σικελικής διαλέκτου με την ιταλική γλώσσα, ένα κράμα που περιέχει την «οικειότητα» της πρώτης και την «επισημότητα» της δεύτερης –έχουν κυκλοφορήσει μάλιστα και λεξικά για τους φανατικούς αναγνώστες του! 

Κατά τα λοιπά, ο Σάλβο Μονταλμπάνο έχει μεγάλη αδυναμία στο καλό φαγητό, είναι καλοφαγάς ο επιθεωρητής, γεγονός φαινομενικά ακίνδυνο. Κι όμως! 

Το 2012, μια θαυμάστρια του Αντρέα Καμιλέρι, η επίτροπος Θαλασσίων Υποθέσεων και Αλιείας της Ευρωπαϊκής Ενωσης Μαρία Δαμανάκη, απέστειλε επιστολή στον ιταλό συγγραφέα ζητώντας του να σταματήσει να βάζει στο στόμα του Σάλβο Μονταλμπάνο γόνους καλαμαριών επειδή το απαγορεύει η σχετική κοινοτική νομοθεσία και επειδή «είναι ανήθικο»!

Ο συγγραφέας –τι να έκανε;– αντιμετώπισε το περιστατικό με τη δέουσα ελαφρότητα υπογραμμίζοντας ότι στον ήρωά του αρέσουν και τα μπαρμπούνια που δεν απαγορεύονται ενώ τρώει πού και πού και καμιά αθερίνα… 

Το περιστατικό, ωστόσο, είναι απολύτως ενδεικτικό της μεγάλης απήχησης του ίδιου και της αναγνωρισιμότητάς του πλέον σε ολόκληρη την Ευρώπη. 

Ο Αντρέα Καμιλέρι, αταλάντευτο και ενεργό μέλος της ιταλικής Αριστεράς, είχε λάβει παλαιότερα και άλλου είδους γράμματα από τους αναγνώστες του. 

Μερικοί τον προέτρεψαν, μάλλον ευγενικά, να μην αποδίδει τις πολιτικές του απόψεις στον ήρωα «επειδή ο Μονταλμπάνο ανήκει σε όλους» ενώ άλλοι τον κατηγόρησαν ευθέως (τον Μονταλμπάνο) ότι είναι «κομμουνιστής».

Ο Αντρέα Καμιλέρι πίστευε ότι ο ήρωάς του ξεχώριζε για την ποιότητα του χαρακτήρα του, ότι είναι απλώς έντιμος και δίκαιος. Ο Αντρέα Καμιλέρι παραμένει αγαπητός στην Ελλάδα και ειδικά τα καλοκαίρια διαβάζεται πάρα πολύ. 

Αυτό είναι κάτι που τον χαροποιούσε, ο συγγραφέας είχε πει πολλές φορές και σε διάφορους τόνους ότι η λογοτεχνία πρέπει να ψυχαγωγεί τον αναγνώστη. Είχε παρομοιάσει μάλιστα τον εαυτό του με τους «τροβαδούρους» που αλώνιζαν μια φορά κι έναν καιρό την Ιταλία. 

Στα καθ’ ημάς συνέβη ό,τι και στις περισσότερες χώρες που μεταφράζεται το έργο του. Η σειρά με τον επιθεωρητή Μονταλμπάνο, την οποία ανέκαθεν έγραφε εναλλάξ με τα ιστορικά του μυθιστορήματα, είχε ως αποτέλεσμα οι πλέον πιστοί αναγνώστες του να τον ακολουθήσουν μοιραία και στα νοσταλγικά ταξίδια που έκανε στην Ιστορία και τον αρχαίο πολιτισμό της Σικελίας.

Ο Αντρέα Καμιλέρι είχε ήδη γράψει το τέλος του Μονταλμπάνο, το έγραψε το 2005 φοβούμενος ότι μπορεί και να πεθάνει χωρίς να έχει αυτός τον τελευταίο λόγο για την τύχη του. 

Δεν πεθαίνει ακριβώς ο επιθεωρητής, τον εξαφανίζει με έναν παράξενο τρόπο ο συγγραφέας. Το χειρόγραφο βρίσκεται σε ένα συρτάρι του εκδοτικού οίκου Sellerio…

Η σκιαγράφηση του Αντρέα Καμιλέρι [1925 - 2019]

Από το προσωπικό προφίλ του Gregory Bekos στο Facebook

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!
echo ‘’ ;