Μελάνωμα: Μείωση στη συχνότητα εμφάνισής του
Ελπίδες για μείωση της συχνότητας εμφάνισης μελανώματος και στην Ευρώπη φέρνει μια νέα σουηδική μελέτη, η οποία δείχνει ότι ο κίνδυνος αρχίζει να περιορίζεται στα άτομα κάτω των 50 ετών. Τα τελευταία 70 χρόνια και συγκεκριμένα από το 1960, υπήρχε σταθερή αύξηση τόσο στην Ευρώπη όσο και στη Βόρεια Αμερική και την Ωκεανία, ιδίως στους ηλικιωμένους.
Στην πορεία, αναστράφηκε αυτή η τάση στους νεότερους ενήλικες των ΗΠΑ και της Αυστραλίας, αλλά στην Ευρώπη λίγες μόνο χώρες παρουσίαζαν απλώς σταθεροποίηση των ποσοστών. Καμία, όμως, δεν είχε αναφέρει μέχρι τώρα μείωση της συχνότητας εμφάνισης σε κάποια ηλικιακή ομάδα.
Θετικές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν και οι εξελίξεις στο επίπεδο της θνησιμότητας από μελάνωμα, αφού σε αρκετές χώρες, έχει αναφερθεί μείωσή της μεταξύ των νεότερων ατόμων. Στους μεγαλύτερους εξακολουθεί να αυξάνεται, αλλά με πολύ βραδύτερους ρυθμούς.
«Το μελάνωμα είναι μια μορφή καρκίνου του δέρματος που παρουσιάζεται κάθε χρόνο σε πάνω από 330.000 άτομα παγκοσμίως, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Ξεκινά από τα μελανινοκύτταρα στο κάτω μέρος της επιδερμίδας και είναι σπάνιο σε άτομα με σκούρο δέρμα, καθώς η μελανίνη προστατεύει από τη νόσο.
Οι κύριοι παράγοντες που προδιαθέτουν στην ανάπτυξη του μελανώματος σχετίζονται με γενετικά και προσωπικά χαρακτηριστικά, αλλά και με το ιστορικό έκθεσης στην υπεριώδη ακτινοβολία, η οποία προκαλεί βλάβη στο γενετικό υλικό των κυττάρων. Ένας μεγάλος αριθμός άτυπων (δυσπλαστικών) σπίλων είναι ο ισχυρότερος παράγοντας κινδύνου σε άτομα με ανοιχτόχρωμο δέρμα», εξηγεί ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Η αύξηση των περιστατικών τις δεκαετίες που πέρασαν οφείλεται στην απώλεια του προστατευτικού φίλτρου της ατμόσφαιρας που επιτρέπει την είσοδο περισσότερης ηλιακής ακτινοβολίας στην επιφάνεια της Γης. Ενώ παλαιότερα η ηλιοθεραπεία ήταν πολύ διαδεδομένη και ασφαλέστερη, η τρύπα του όζοντος ανέτρεψε τα τελευταία 40 χρόνια τα δεδομένα.
Έκτοτε καταβάλλονται προσπάθειες από φορείς και γιατρούς να αλλάξει η συμπεριφορά των ανθρώπων, με περιορισμό της έκθεσης στην ηλιακή ακτινοβολία και χρήση αντηλιακών προϊόντων, προκειμένου να μειωθούν τα περιστατικά. Φαίνεται ότι κάποια από αυτά απέδωσαν.
Ερευνητές από το Ινστιτούτο Karolinska σε συνεργασία με συναδέλφους τους από άλλα Πανεπιστήμια ανέλυσαν περιστατικά μελανώματος στη χώρα από το 1990 έως το 2022. Τα δεδομένα τα έλαβαν από το Σουηδικό Μητρώο Μελανώματος και το Σουηδικό Μητρώο Καρκίνου που καλύπτουν περισσότερο από το 99% του συνόλου των περιστατικών. Παρακολούθησαν τη συχνότητα εμφάνισης του μελανώματος και τη θνησιμότητα σε διαφορετικές ηλικιακές ομάδες με την πάροδο του χρόνου.
Σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στο JAMA Dermatology αποτελέσματα, βρήκαν ότι είχαν καταγραφεί 34.800 μελανώματα (γυναίκες 56,3% και άνδρες 43,7%) και παρατήρησαν σταθερή αύξηση της συχνότητας εμφάνισης μελανώματος μεταξύ των ηλικιών 50 έως 59 ετών. Οι ηλικίες από 20 έως 49 ετών εμφάνισαν κορύφωση επίπτωσης το 2013 έως το 2015, ακολουθούμενη από σταθερά ή σημαντικά μειούμενα ποσοστά μέχρι το 2022. Στα άτομα ηλικίας κάτω των 20 ετών, δεν σημειώθηκε σημαντική αλλαγή.
Υπήρξε, επίσης, σημαντική μείωση στη θνησιμότητα από μελάνωμα μεταξύ των ατόμων ηλικίας 30 έως 59 ετών, αλλά όχι σε αυτά άνω των 60 ετών.
Παρότι απαιτούνται περαιτέρω μελέτες, οι ερευνητές πιστεύουν ότι η μείωση οφείλεται σε τρεις παράγοντες που μπορούν να γενικευθούν. Ο σημαντικότερος είναι η αυξημένη ευαισθητοποίηση για την αντηλιακή προστασία. Στη Σουηδία, η πρώτη εθνική εκστρατεία απευθυνόταν στους γονείς σχετικά με την προστασία των παιδιών τους, χρησιμοποιώντας αντηλιακά, ρούχα, σκιά και άλλες μεθόδους για τη μείωση της έκθεσης. Τα αποτελέσματα φάνηκαν μετά από περίπου 20 χρόνια και το κύριο κέρδος ήταν η μείωση των περιστατικών στα παιδιά και τους νέους.
Ένας άλλος παράγοντας που συνέβαλε στη μείωση ήταν ο σημαντικός περιορισμός της χρήσης σολάριουμ και η μετέπειτα απαγόρευσή τους στους ανηλίκους. Επίσης, τα κινητά τηλέφωνα και οι υπολογιστές κράτησαν τα παιδιά και τους νέους σε εσωτερικούς χώρους περισσότερο απ’ ότι στο παρελθόν, μειώνοντας την έκθεση στον ήλιο.
Όσον αφορά στη μείωση της θνησιμότητας στις νεότερες ομάδες που παρατηρήθηκε, οφείλεται τόσο στη μείωση της επίπτωσης της νόσου, όσο και στα νέα ογκολογικά φάρμακα. Το γεγονός ότι δεν μειώνεται στους ηλικιωμένους αποδίδεται στο ότι η συχνότητα της νόσου εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα υψηλή σε αυτή την ομάδα.
«Το μελάνωμα είναι η πιο επιθετική μορφή καρκίνου του δέρματος και όσοι ανήκουν στις ομάδες κινδύνου θα πρέπει αφενός να μειώσουν την έκθεση στην UVA και UVB ακτινοβολία και αφετέρου να χρησιμοποιούν αντηλιακά όλο τον χρόνο. Επίσης, θα πρέπει να ελέγχουν το δέρμα τους και να σιγουρεύονται για την υγεία του κάνοντας δερματοσκόπηση και χαρτογράφηση σπίλων ετησίως ή συχνότερα εάν είναι απαραίτητο.
Πρόκειται για μια απολύτως ανώδυνη απεικονιστική και διαγνωστική μέθοδο παθήσεων του δέρματος, η οποία προσφέρει τη δυνατότητα ελέγχου των δερματικών βλαβών και παρακολούθησης των τυχόν αλλαγών με ψηφιακά συστήματα χαρτογράφησης, έτσι ώστε να γίνεται συγκριτική απεικόνιση και έγκαιρη αναγνώριση των ύποπτων αλλοιώσεων», επισημαίνει ο δρ Στάμου και καταλήγει: «Επειδή ο Σεπτέμβριος εξακολουθεί να προσφέρεται για δραστηριότητες, για εξορμήσεις και για άθληση σε εξωτερικούς χώρους και ο ήλιος παραμένει δυνατός, τα μέτρα προστασίας πρέπει να ακολουθούνται με ευλάβεια ακόμα και τώρα».