25.8 C
Athens
Τρίτη, 7 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΑΠΟΨΕΙΣΨευτοδιάλογος: Μιλώντας στο κινητό παράλληλα δυο ξένοι κι άσχετοι μεταξύ τους επιβάτες...

Ψευτοδιάλογος: Μιλώντας στο κινητό παράλληλα δυο ξένοι κι άσχετοι μεταξύ τους επιβάτες στο λεωφορείο | Του Κωνσταντίνου Μπούρα

ΨΕΥΤΟΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΔΥΟ ΞΕΝΟΙ ΚΙ ΆΣΧΕΤΟΙ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ ΕΠΙΒΑΤΕΣ ΣΤΟ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ

Από τον ποιητή, θεατρολόγο και κριτικό Κωνσταντίνο Μπούρα

Η ιδέα αυτού του θεατρικού ψευδοδιαλόγου μού κατέβηκε στην κεφάλα (στην ξυρισμένη κουρούπα, ήθελα να πω – κάθε πρωί, τεράστια φασαρία, πρώτα το τριπλό ξυραφάκι με τις κινούμενες λεπίδες, μετά η ηλεκτρική ξυριστική μηχανή με τις τρεις ανεξάρτητες κεφαλές και τέλος το …φινίρισμα, γυάλισμα κι έξω από την πόρτα – η καθημερινή παράσταση αρχίζει)…

Εκείνο το πρωί όμως θα πρέπει να σύμπαν να είχε κέφια (μα τρελά κέφια, σου λέω!) κι έτυχε να παρακολουθήσω δύο ξένους μεταξύ τους επιβάτες του λεωφορείου, που δεν είχαν καμία οπτική επαφή μεταξύ τους, αλλά εγώ τους έβλεπα και τους άκουγα αμφότερους (νάάάά, ένα αυτί είχα στήσει) κι εξεπλάγην με τον ενθουσιασμό του ενός και την ψυχρότητα της άλλης, τόσο που θέλησα να τους βάλω να μιλάνε δήθεν μεταξύ τους, ενώ μετά από λίγο κατάλαβα (πέραν πάσης αμφιβολίας) ότι μιλούσαν με άλλους, μακρινούς ανθρώπους. Απλώς εκμεταλλεύτηκα το τυποποιημένο της σύγχρονης έκφρασης και τη φτώχεια του σημερινού λεξιλογίου (600 λέξεις με το ζόρι – κάνε τες 300 για να είσαι μέσα).

Ακούστε τους λοιπόν:

Εκείνος (ενθουσιώδης): Έλλλααα!!!

Εκείνη (Ψυχρή κι απόμακρη, σα να βγαίνει μέσα από ένα μεγάλο πένθος): Δεν ακούω. Ποιος είναι; Είμαι λεωφορείο. Πάω δουλειά.

Εκείνος: Πού είσαι;

Εκείνη: Αθήνα πάω.

Εκείνος: Πού;

Εκείνη: Ψυχικό είμαι τώρα.

Εκείνος: Ααα, ναι…

Εκείνη: Και…

Εκείνος: Τι και;

Εκείνη: Γιατί με πήρες;

Εκείνος: Ήθελα να δω αν είσαι καλά.

Εκείνη: Σώπα. Τώρα σε πήρε ο πόνος;

Εκείνος: Μα μην το λες αυτό. Με πληγώνεις.

Εκείνη: Αλλά έτσι είναι. 

Εκείνος: «Μάτια που δεν βλέπονται γρήγορα λησμονιούνται»; Αυτό θέλεις να πεις;

Εκείνη: Ε, ναι…

Εκείνος: Δεν έχεις και άδικο. Εννοώ… δίκιο έχεις… όπως και να το πάρει κανείς.

Εκείνη: Κλείσε. Έχω αναμονή. Σε παίρνω πίσω.

Εκείνος: Από πού παίρνεις; Ατιμούλα! Σου αρέσουν τα υπονοούμενα.

Εκείνη: Κλείσε σου λέω. Ταξιδεύω τώρα. Είμαι σε λεωφορείο.

Εκείνος: Κι εγώ που νόμιζα πως είσαι στη λιμουζίνα του άντρα σου!

Εκείνη: Μα τι λες τώρα; Με κοροϊδεύεις; Μήπως με ειρωνεύεσαι. Πρόσεξε, γιατί αν υποψιαστώ κάτι τέτοιο…

Εκείνος: …Τι; Θα μου κάνεις ντα-ντά; Θα μου κόψεις την καλημέρα; Μα αφού το έχεις ήδη κάνει;

Εκείνη: Αφού δεν ταιριάζουμε. Στο έχω πει χίλιες φορές. Γιατί δεν παίρνεις απόφαση;

Εκείνος: Εσύ δεν παίρνεις είδηση πως σε έχω ανάγκη.

Εκείνη: Σιγά τα λάχανα. Θα βρεις αλλού ν’ απαγκιάσεις.

Εκείνος: Μα γιατί δεν χαμπαριάζεις από λόγια; Είμαι καψούρης μαζί σου!

(Την προηγούμενη ατάκη την λέει τόσο δυνατά, που ακόμα κι εκείνη που είναι πιο πέρα, δείχνει να ενοχλείται και λέει στον αόρατο συνομιλητή της):

Εκείνη: Κατάλαβες τώρα; Είμαι λεωφορείο και μιλάνε όλοι στα κινητά. Δεν είναι ευγενικό.

Εκείνος: Μη σε νοιάζει. Στα αρχίδια σου. Συγγνώμη. Δηλαδή…

Εκείνη: Δεν θα κάτσω εδώ όλη την ημέρα να σε ακούω. Κατεβαίνω στην επόμενη στάση. Εσύ πληρώνεις. Και σταμάτα να με παίρνεις. Με κουράζεις δεν σε αντέχω…

(Η γυναίκα κινείται προς την πίσω πόρτα, ενώ εκείνος κάθεται προς τη μεσαία. Εκείνος κοιτάζει μπροστά, κατά τη φορά κινήσεως του λεωφορείου κι εκείνη καθόταν μέχρι τώρα ανάποδα, ακόμα όμως και τώρα δεν έχουν οπτική επαφή μεταξύ τους. Τα μάτια τους δεν συναντιούνται. Εγώ κινούμαι πέρα δώθε στο διάδρομο προσπαθώντας να πιάσω τις εκφράσεις του προσώπου και των δύο).

Εκείνος: Τελικά όλοι μιλάνε στα τηλέφωνα και κανείς δεν γαμάει!

Εκείνη: Μα τι λες τώρα;

Εκείνος: Κι άμα τους το πεις, προσβάλλονται κι από πάνω.

Εκείνη: Κανείς δεν θέλει να του φτύνεις την αλήθεια κατάμουτρα!

Εκείνος: Ναι, έχεις δίκιο.

Εκείνη: Κατεβαίνω τώρα. Και μην με ξαναπάρεις. Δεν είναι μια βδομάδα που θάψαμε τον μακαρίτη.

Εκείνος: Σιγά τα λάχανα!

Εκείνη: Άντε στο καλό σου! Για να μην σου πω καμιά βαριά κουβέντα και μ’ ακούει τόσος κόσμος.

Εκείνος: Εγώ θα συνεχίσω να σου μιλώ.

Εκείνη: Μίλα μόνος σου. (Κατεβαίνει).

Εκείνος: Σε πόση ώρα θα έρθει το αεροπλάνο;… Τι λες; Τόσο μεγάλη καθυστέρηση έχει; Ευτυχώς που έχεις και μένα και σου κάνω συντροφιά. Από το τηλέφωνο, έστω…

Εκεί κατάλαβα πως δεν μιλούσαν μεταξύ του κι έκανα τον σταυρό μου. Θυμήθηκα μια μεγαλοκοπέλλα στο βουνό που πηγαίναμε διακοπές που τσακωνόταν με τις γάτες τόσον αληθοφανώς πού ψάχναμε να δούμε από πού τον είχε μπάσει τον εραστή κι αντιδικούσε μαζί του. Όσο όμως κι αν ψάχναμε και καραδοκούσαμε νυχθημερόν ποτέ δεν είδαμε τσοπάνο ή χωριάτη να διαβαίνει το κατώφλι της. Και δεν είχε εκείνο το πετρόχτιστο σπίτι μήτε κατώι μήτε υπόγειες σήραγγες προς διαφυγήν. Αυτό το διαπιστώσαμε μια μέρα που έλειπε και παίζαμε κρυφτό. Ξέρετε, τότε οι άνθρωποι, δεν κλείδωναν τα σπίτια τους… Αλλά ας είναι. Αυτό είναι ένα θέμα για άλλο διήγημα. Καλημέρα σας!!!

Κωνσταντίνος Μπούρας

www.konstantinosbouras.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!
echo ‘’ ;