Γράφει ο Κώστας Λάμπος
Αφιερώνεται στην Δανάη-Υπατία
και στη γενιά της για περισσότερο Φως
Μητριαρχία και ισοκατανομή
Η πλαστουργός Μάνα Γη και πιο συγκεκριμένα η Μάνα Βιόσφαιρα, ανάθεσε στη γυναίκα την επίπονη και δύσκολη αποστολή να γεννά, να τρέφει, να μεγαλώνει, να αγαπά, να εκπαιδεύει παιδιά, να προστατεύει και να κάνει ευτυχισμένα τα άτομα που την περιβάλλουν και να φέρει σε πέρας όλες τις ευθύνες λειτουργίας του κοινόβιου καταυλισμού που εξασφαλίζει την επιβίωση του ανθρώπινου είδους και την πρόοδο όλων των μελών του, αφήνοντας στον άντρα το συμπληρωματικό ρόλο του σποριά και την επικίνδυνη αποστολή του κυνηγού και προμηθευτή τροφής. Για εκατομμύρια χρόνια η ανθρωπότητα πορεύτηκε[1] με τις γυναίκες στο τιμόνι του κοινόβιου στη μορφή των κοινωνιών ισοκατανομής και γι αυτό το ανθρώπινο είδος κατάφερε να ξεχωρίσει από τα άλλα ζώα, να σηκωθεί στα δυό πόδια, να αναπτύξει τη γλώσσα, να καλλιεργήσει τη σκέψη, τη φαντασία, το νου και να επιβιώσει χάρη στην ενότητα, τη συνεργασία και την αλληλεγγύη στη βάση της κοινωνικής ισότητας.
Έτσι μπόρεσε το ανθρώπινο είδος να αποκτήσει εμπειρίες, γνώση και δεξιότητες που το οδήγησαν στην παραγωγή της τροφής του μέσω της καλλιέργειας της γης και της εξημέρωσης-εκτροφής ζώων, πράγματα που το οδήγησαν στον περιορισμό του κυνηγιού και στην μόνιμη εγκατάσταση, που έκαναν τη ζωή σχετικά καλύτερη, διαρκέστερη και τον πληθυσμό μεγαλύτερο.
Σε όλη αυτή την κρίσιμη περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας που πρέπει να κράτησε κάμποσα εκατομμύρια χρόνια, οι άνθρωποι είχαν λόγω άγνοιας και ανασφάλειας μεταφυσικές ανησυχίες και απέδιδαν υπερφυσικές ιδιότητες σε δυνάμεις που επηρέαζαν τη ζωή τους, αλλά δεν κατανοούσαν, τις οποίες ταξινομούσαν ανάλογα με τις εμπειρίες τους σε καλές και κακές και ανάλογα προσάρμοζαν τη συμπεριφορά τους απέναντί τους. Αυτό όμως δεν ήταν θεοποίηση ούτε λατρεία, αλλά διαρκής προσπάθεια κατανόησης αυτών των δυνάμεων για την προστασία τους, πράγμα που οδήγησε στην έρευνα και στη σταδιακή γνώση. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις οι άνθρωποι αυτής της περιόδου απέδιδαν, με διάφορες συλλογικές εκδηλώσεις, ευγνωμοσύνη στη ‘Μητέρα Γαία’ και στο ‘Δάσος οικογένεια’, γιατί από αυτές τις δυό πραγματικότητες εξαρτιόταν η ζωή τους. Σε δεύτερο πλάνο τοποθετούνταν άλλες επιμέρους δυνάμεις με τη μορφή των Φετίχ και ανάλογη με ρόλο που τους αναγνώριζαν ήταν και η συμπεριφορά των ανθρώπων απέναντί τους.
Στην ιστορική περίοδο της μητριαρχίας, της κοινωνίας της ισοκατανομής δεν υπήρχε ατομική ιδιοκτησία και συνεπώς δεν υπήρχε ανισότητα. Όπου δεν υπάρχει ανισότητα δεν χρειάζεται να υπάρχει και εξουσία, οπότε δεν χρειάζεται να υπάρχουν θεοί και θρησκείες. Οι ανθρωπολογικές έρευνες απόδειξαν ότι στις κοινωνίες ισοκατανομής που δεν υπάρχουν σχέσεις κυριαρχίας, αλλά σχέσεις αμοιβαιότητας, δεν παρατηρούνται σεξιστικές συμπεριφορές και οι σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ των δύο φύλλων δεν παρουσιάζουν καμιά ασυμμετρία και δεν υποκρύπτουν σχέσεις εξάρτησης, πράγμα που αποδίδεται ακριβώς στην έλλειψη σχέσεων κυριαρχίας τόσο σε επίπεδο οικογένειας όσο και σε επίπεδο κοινότητας[2].
Όταν, όμως, τη Μάνα Γη, την πραγματική μάνα, τροφό και παιδαγωγό όλων των ανθρώπων, οι κοινωνικοί αποστάτες την κομμάτιασαν και από κοινή την έκαναν ιδιωτική τους μάνα και για τους υπόλοιπους μητριά και παραμάνα τα πράγματα άλλαξαν και η ατομική ιδιοκτησία έφερε κοινωνική ανισότητα και η κοινωνική ανισότητα έφερε την εξουσία που στηρίχθηκε στην βία και στην θρησκεία, οπότε όλα ανατράπηκαν. Και αντίστροφα, ασυμμετρία υπάρχει όπου υπάρχουν θεοί και θρησκείες, θεοί και θρησκείες υπάρχουν επειδή υπάρχουν εξουσίες και εξουσίες υπάρχουν επειδή υπάρχει ανισότητα, η οποία πηγάζει από την ανισοκατανομή της γης και του πλούτου, δηλαδή από την ατομική ιδιοκτησία. Συνεπώς η αποκατάσταση της κοινωνικής ισότητας και συμμετρίας για την οποία αγωνίζονται διαχρονικά οι δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, απαιτεί την υπέρβαση όλων εκείνων των θεσμών που οδήγησαν στην κοινωνική ανισότητα με αποτέλεσμα τη σημερινή καπιταλιστική βαρβαρότητα.
Η γέννηση της πατριαρχικής εξουσίας, της ατομικής ιδιοκτησίας, της κοινωνικής ανισότητας και της οργανωμένης θρησκείας
«Οι άνδρες δημιουργούν τους θεούς,
οι γυναίκες τους λατρεύουν»
James George Fraze[3]
Η καινούργια κατάσταση, που διαμορφώθηκε με την μόνιμη εγκατάσταση των γενών, οδήγησε αναγκαστικά και σχετικά γρήγορα στην αντικατάσταση του κυνηγιού αγριμιών από το κυνήγι ευφορότερων εδαφών, πράγμα που προκάλεσε συγκρούσεις μεταξύ των διεκδικητών τους με αποτέλεσμα νικητές και ηττημένους και συχνά αφεντικά και δούλους.
Σ’ αυτή την κρίσιμη καμπή της ανθρώπινης ιστορίας η ανθρωπότητα αφήνει πίσω της την μητριαρχία, την κοινωνία των κοινών αγαθών και της ισοκατανομής και εισέρχεται στην ανδροκρατία-πατριαρχία που εδράζεται πάνω στην ιδιοκτησία με άμεση συνέπεια την συγκρότηση της κρατικής εξουσίας και της οργανωμένης θρησκείας, ως εργαλείο στήριξης της πατριαρχικής εξουσίας. Επειδή όμως κάθε καινούργια εξουσία, για να εδραιωθεί, είναι αναγκασμένη να ξεθεμελιώσει την παλιά, η πατριαρχική εξουσία ενοχοποίησε την μητριαρχία και τους φυσικούς της φορείς, τις μάνες, τις αδερφές και τις κόρες, τις γυναίκες όλες που αγαπούν τη ζωή, τα παιδιά τους, τους συντρόφους τους, τους αδερφούς τους και τους πατεράδες τους και μισούν τις σφαγές, τις καταστροφές και τους πολέμους. Και κατασκεύασε την Εύα και το ‘προπατορικό αμάρτημα’.
Επειδή αυτή η αντίθεση μεταξύ της μητριαρχικής κοινωνίας των κοινών αγαθών και της ειρηνικής ισοκατανομής από τη μια μεριά και της πατριαρχικής ιδιοκτησιακής κοινωνίας της ανισοκατανομής, της σύγκρουσης και των καταστροφικών πολέμων από την άλλη δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί με τη Λογική των ανθρώπων, επιλέχθηκε να δικαιολογηθεί με τον παραλογισμό των θεών και των θρησκειών που κατασκεύασαν τα σκοταδιστικά και τα εξουσιαστικά πατριαρχικά ιερατεία, για να μετακυλήσουν τις ευθύνες των εγκλημάτων τους σε δυνάμεις ασύλληπτες, αόρατες, μισάνθρωπες, φοβερές και καταστροφικές. Είναι η φάση που οι σοφοί τρόφιμοι της εκάστοτε εξουσίας την ονόμασαν ‘πέρασμα στον πολιτισμό’. Την κατάληξη αυτής της εξέλιξης την γνωρίζουμε σήμερα ως δήθεν ‘σύγκρουση των πολιτισμών’, η οποία στην ουσία είναι σύγκρουση μεταξύ των εξουσιών των ανταγωνιζόμενων κεφαλαίων με τις ευλογίες των ιδιαίτερων ‘θεών’ τους και τα λάβαρα των επιμέρους θρησκειών και Εκκλησιών, γνωστότερη ως παγκοσμιοποιημένη καπιταλιστική βαρβαρότητα.
Εργαζόμενη γυναίκα και κοινωνία εναντίον των εξουσιών
Διαχρονικά, τραγικά θύματα αυτής της πατριαρχικής εξουσίας, με τη σύγχρονη μορφή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας δεν είναι μόνο οι γυναίκες, αλλά συνολικά οι δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού που αγωνίζονται για την κοινωνική ισότητα και τον οικουμενικό Ουμανισμό. Τραγικότερα όμως θύματα ήταν και παραμένουν οι γυναίκες που καταπιέζονται διπλά, καθ’ υπαγόρευση των υποτιθέμενων θεών και των σκοταδιστικών και εξουσιαστικών ιερατείων, τόσο από τις εκάστοτε εξουσίες ως εργαζόμενες, όσο και από τους καταπιεζόμενους άντρες συζύγους, πατέρες, αδέρφια και γιούς ως γυναίκες. Για του λόγου το αληθές, ας ανατρέξουμε στις λεγόμενες ‘ιερές γραφές’ των διάφορων επικρατέστερων θρησκειών, στην ιστορία και στους νόμους της πατριαρχικής εξουσίας.
Ακόμα και στην αρχαία Αθηναϊκή Δημοκρατία, την υψηλότερη στην ανθρώπινη ιστορία έκφανση της πολιτικής δημοκρατίας, οι γυναίκες δεν συμμετείχαν κατά κανένα τρόπο στην κοινωνική και πολιτική ζωή. Οι γυναίκες δε θεωρούνταν πολίτες. Δεν είχαν δικαίωμα εγγραφής στους καταλόγους των πολιτών. Επιπλέον δεν είχαν δικαίωμα κατοχής εγγείου ιδιοκτησίας, επομένως ούτε κληρονομιάς, το οποίο αποτελούσε βασικό κριτήριο για την ιδιότητα του πολίτη. Θα πρέπει όμως να τονιστεί ότι ο θρησκευτικός μισογυνισμός προήλθε από την ιδεαλιστική-μεταφυσική φιλοσοφία που διαχώρισε τη θέση της από την φυσική-υλιστική φιλοσοφία και τις κοινωνικές επιστήμες. Ο Πλάτωνας λ. χ., διδάσκει ότι «οι άντρες είναι προφανώς ανώτεροι από τις γυναίκες και τα παιδιά», (Νόμοι 917). Ο Αριστοτέλης καταγράφει ότι «ο άντρας έχει τη θέση του αφέντη και η γυναίκα τη θέση του εξαρτημένου», (Πολιτικά Α 13). Ο Πυθαγόρας, από τον οποίο επηρεάστηκαν ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης και πολλοί άλλοι ιδεαλιστές φιλόσοφοι, πήγαινε ακόμα παραπέρα και δίδασκε ότι δυο ήταν οι αρχές που δημιούργησαν τον κόσμο, η πρώτη το αγαθό στοιχείο από το οποίο προήλθε η τάξη, το φως και ο άντρας και η δεύτερη ήταν το κακό στοιχείο από το οποίο προήλθαν το χάος, το σκότος και η γυναίκα[4].
Στον θεοκρατικό μεσαίωνα οι γυναίκες ενοχοποιήθηκαν για όλα τα εγκλήματα των τοπικών και κεντρικών εξουσιών και, ως ‘όργανα του σατανά,’ κάηκαν εκατομμύρια ‘μάγισσες’ στη δημόσια πυρά, κύρια γιατί αντιπροσώπευαν την ομορφιά, την αγάπη, τη Λογική και την ανθρωπιά, αλλά και γιατί ‘σκανδάλιζαν τον κλήρο’ και δεν ενέδιδαν στις επιθυμίες των εκφραστών του ιερατείου και της εξουσίας.
Με την αστική μετεξέλιξη, και ιδιαίτερα μετά τη δεύτερη βιομηχανική επανάσταση που πυροδότησε την μεγάλη απογείωση του καπιταλισμού, η γυναίκα ‘απελευθερώθηκε’ και της επιτράπηκε να ενταχθεί στο βιομηχανικό στρατό για να μπορεί να παράγει υπεραξία με χαμηλότερο μεροκάματο από τον άνδρα, διατηρώντας στο ακέραιο την ευθύνη του νοικοκυριού και την υποχρέωση να γεννάει παιδιά για να αναπαράγει εργάτες για την καπιταλιστική οικονομία. Έτσι άρχισε και ο αγώνας για την απόκτηση δικαιώματος ψήφου των γυναικών στις εθνικές εκλογές και για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας αυτό συνέβη όχι στην πολιτισμένη Ευρώπη, αλλά σε κάποιες μακρινές αγγλικές αποικίες και μετά ακολούθησαν άλλες χώρες, αλλά σε πολλές ακόμα χώρες του πλανήτη, κύρια μουσουλμανικές, δεν έχει ακόμα αναγνωριστεί στις γυναίκες το δικαίωμα να ψηφίζουν και να ψηφίζονται στις εθνικές εκλογές των χωρών τους.
Η χρονολογική σειρά απόκτησης πλήρους δικαιώματος ψήφου από τις γυναίκες, σύμφωνα με σκόρπια στοιχεία[5], παρουσιάζει την παρακάτω ενδεικτική εικόνα: Αυστραλία 1874, (εκατό ολόκληρα χρόνια μετά τη Γαλλική επανάσταση), Καναδάς 1887, Νέα Ζηλανδία 1893[6], Φινλανδία 1906, Ισλανδία, Νορβηγία 1913, Δανία 1915, Ρωσία (ΕΣΣΔ), Ολλανδία 1917, Γερμανία, Αυστρία, Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία και Νότια Αφρική 1919, Ενωμένες Πολιτείες Αμερικής το 1920, Σουηδία 1921, Αγγλία, Παλαιστίνη 1928, Ινδίες 1929, Πορτογαλία, Ισπανία 1931, Βραζιλία 1933, Τουρκία 1934, Γαλλία 1945, Βέλγιο, Ιταλία 1946, Ελλάδα 1952, Κύπρος 1960, Ελβετία 1971, Κουβέιτ 2003, Μπουτάν, το 2008.
Πατριαρχικές θρησκείες εναντίον της γυναίκας, εναντίον της ισότητας
Για όλες τις θρησκείες η γυναίκα είναι υποδεέστερη του άνδρα. Στις μονοθεϊστικές θρησκείες μάλιστα οι γυναίκες δεν μπορούν να ιερουργούν, να μπαίνουν στο ιερό των εκκλησιών και να επισκέπτονται κάποιους ‘ιερούς τόπους’, όπως λ. χ. το λεγόμενο ‘άγιον όρος’ της λεγόμενης ορθοδοξίας, με το αιτιολογικό ότι είναι ‘βρώμικες’ και ‘όργανα του σατανά’.
Γιατί όμως και οι κοινωνίες αντιμετώπισαν και πολλές αντιμετωπίζουν ακόμα με εχθρότητα την παρουσία της γυναίκας στα κοινά; Προφανώς επειδή οι κοινωνίες κυριαρχούνται ακόμα από τις πατριαρχικές αντιλήψεις και εξουσίες που από καταβολής τους κρύβονται πίσω από ‘θεούς’ και θρησκείες. Ας δούμε ενδεικτικά μερικές από τις θέσεις των μεγαλύτερων θρησκειών για τη γυναίκα.
Χριστιανικός μισογυνισμός
Όλο το κακό αρχίζει από την φανταστική ιστορία του εβραϊσμού, όπως αυτή περιγράφεται στην λεγόμενη ‘Παλαιά Διαθήκη’ και συγκεκριμένα στο ‘κεφάλαιο της Γένεσης’, το οποίο απαντάται σχεδόν σε όλες τις θρησκείες, σύμφωνα με την οποία αφού ο ‘θεός’ έπλασε ‘εκ του μηδενός’ τον άνδρα και είδε ότι κάτι του έλειπε, τότε έπλασε τη γυναίκα από ένα κομμάτι σάρκας από την πλάτη του άνδρα, όχι ως ισάξιά του αλλά ως βοήθημά του και ως αντικείμενο της εξουσίας του με την εντολή «θα εξαρτάσαι πάντοτε από τον άνδρα σου και αυτός θα είναι ο κύριός σου».
Η λεγόμενη ‘παλαιά διαθήκη’, το αρχαιότερο μανιφέστο της πατριαρχικής εξουσίας που έχτιζε επίμονα τις μονοκρατορικές φαντασιώσεις του εβραϊκού μεγαλοϊδεατισμού, ως κληρονομιά του εργαλείου-θεού του, του Γιαχβέ, μας αποκαλύπτει τη θέση του για τη γυναίκα με τα παρακάτω σαφή λόγια: «Ο Mωυσής θύμωσε εναντίον των αρχηγών του στρατεύματος, των χιλιάρχων, και των εκατοντάρχων, που ήρθαν από την παράταξη του πολέμου και τούς είπε: Aφήσατε ζωντανές όλες τις γυναίκες; Δεν βλέπετε ότι αυτές έγιναν αιτία στους γιους Iσραήλ, σύμφωνα με τη συμβουλή τού Bαλαάμ, να ανομήσουν ενάντια στον Kύριο, στην υπόθεση του Φεγώρ, και έγιναν η πληγή επάνω στη συναγωγή τού Kυρίου και τώρα, θανατώστε από τα παιδιά όλα τα αρσενικά, θανατώστε ακόμα και όλες τις γυναίκες, όσες γνώρισαν άνδρα, που κοιμήθηκαν μαζί του, όλα, όμως, τα μικρά κορίτσια, όσα δεν γνώρισαν κοίτη άνδρα, φυλάξτε τα για τον εαυτό σας ζωντανά»[7]. Στο Δευτερονόμιο (κβ΄ 21), προβλέπεται «Να λιθοβολείται η θυγατέρα του λαϊκού όταν πορνεύσει». Στο δε Λευϊτικό (κα΄ θ) «Θυγατέρα ανθρώπου ιερέως εάν βεβηλωθεί πορνεύοντας επί πυρός κατακαυθήσεται». Ο εβραϊκός, ο λεγόμενος και ‘μωσαϊκός νόμος’ όριζε ότι κάθε λεχώνα είναι ακάθαρτη. Γι’ αυτό το λόγο της απαγορευόταν να εισέρχεται στο Ναό για 40 μέρες αν γεννούσε αγόρι και για 80 μέρες αν γεννούσε κορίτσι. Η διαφορά αυτή υπήρχε ως ένδειξη κατωτερότητας της γυναίκας και ως υπενθύμιση, ότι η γυναίκα εξαπατήθηκε πρώτη από τον σατανά, που ήταν βεβαίως δημιούργημα κι αυτός του ‘καλού θεού’!
Με δεδομένο το γεγονός ότι ο ‘Κύριος’ δεν είναι παρά το φετίχ, η συμβολική μορφή της πατριαρχικής εξουσίας και επειδή οι γυναίκες αμφισβητούσαν την βαρβαρότητα της πατριαρχικής εξουσίας τις εμφανίζουν ως «ανομήσασες ενάντια στον Κύριον», δηλαδή εχθρικές ενάντια στην πατριαρχική εξουσία και γι αυτό έπρεπε να θανατωθούν οι ενήλικες και να κρατηθούν ως ‘σκεύη ηδονής’ των στρατιωτών οι ανήλικες και μάλιστα οι ‘παρθένες’. Η σκυτάλη του μισογυνισμού της ‘παλαιάς διαθήκης’ και του ραβινισμού πέρασε σταδιακά μέσω της ρωμαϊκής πατριαρχικής εξουσίας και της βούλησης του Caesar Flavius Valerius Constantinus Augustus, του λεγόμενου και ‘Μέγα Κωνσταντίνου’, με τη βοήθεια του αχυράνθρωπου Επισκόπου Καισαρείας Ευσέβιου στις ‘γραφές’, στο DNA της νέας αυτοκρατορικής θρησκείας.
Η λεγόμενη ‘αγία γραφή’, και δια στόματος του υποτιθέμενου Ρωμαίου στρατιώτη Σαούλ που έγινε κατά έναν εντελώς παράξενο τρόπο Παύλος και μάλιστα ‘απόστολος των εθνών’ με αποστολή να επιβάλλει τον ιουδαιοχριστιανισμό της Ρώμης σε όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, είναι σαφής αναφορικά με την αντίληψή του ιουδαιοχριστιανισμού για τη σχέση ανδρών και γυναικών: «να ξέρετε ότι σε κάθε άντρα η κεφαλή του είναι ο Χριστός και κεφαλή της γυναίκας ο άντρας της [..] ο άντρας, βέβαια, δεν οφείλει να κατακαλύπτεται στην κεφαλή του, επειδή είναι εικόνα και δόξα του Θεού. η γυναίκα όμως είναι δόξα του άντρα. Γιατί δεν προέρχεται ο άντρας από τη γυναίκα, αλλά η γυναίκα από τον άντρα. Και βέβαια, δε δημιουργήθηκε ο άντρας για τη γυναίκα, αλλά η γυναίκα για τον άντρα»[8]. Είναι προφανής η αντίληψη ότι για τον χριστιανισμό η γυναίκα είναι άνθρωπος δεύτερης κατηγορίας και άβουλο όργανο της εξουσίας του άντρα, σε βαθμό μάλιστα που δεν ορίζει ούτε το ίδιο το σώμα της, γιατί αυτό το ορίζει ο άνδρας της[9]. Βέβαια «οι δογματικές διακρίσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν περιορίζονται μόνο στις γυναίκες όπως δείχνουν μερικά ενδεικτικά παραδείγματα: Στην ουσία έχει καταργήσει το δικαίωμα ελεύθερης επιλογής θρησκεύματος με την επιβολή του νηπιοβαπτισμού και της υποχρεωτικής κατήχησης ανήλικων»[10].
Όπως για τον Ιησού[11] των λεγόμενων ‘ευαγγελίων’, έτσι και για τον Παύλο[12] των λεγόμενων ‘πράξεων των αποστόλων’ δεν υπάρχει καμιά ιστορική μαρτυρία που να επιβεβαιώνει την ιστορική τους ύπαρξη και παρ’ όλα αυτά ο χριστιανικός μύθος αποδίδει σε αυτούς την ίδρυση του χριστιανισμού, της υποτιθέμενης θρησκείας της αγάπης, η οποία όμως αποστρέφεται τη ζωή και διδάσκει την υποταγή στην εξουσία[13] και την προτίμηση στο θάνατο που τάχα οδηγεί στην μεταθανάτια «αιώνια ζωή και το μέγα έλεος».
Όταν το 325 της νέας χρονολογίας τα ιερατεία όλων των τοπικών σκοταδιστικών μύθων και δοξασιών αναγκάστηκαν, με τη λεγόμενη ‘πρώτη σύνοδο της Νικαίας’, κάτω από την πίεση του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου να υποταχθούν στη νέα ενοποιητική θρησκεία, και στην ουσία τη νέα ιδεολογία της αυτοκρατορίας, τότε συντελέστηκε η μεγαλύτερη πλαστογραφία της ανθρώπινης ιστορίας, γιατί ένας κατασκευασμένος θρησκευτικός μύθος που λειτουργούσε ως εξουσιαστική ιδεολογία καταγράφτηκε και μάλιστα ετεροχρονισμένα με τη βία και την πλαστογραφία, χωρίς ωστόσο να γίνει από την επιστημονική ιστοριογραφία ποτέ αποδεκτό, ως ‘ιστορικό γεγονός’ και έκτοτε ως τέτοιο εκλαμβάνεται από αμαθείς και φοβισμένους με την βοήθεια της διδασκαλίας των λεγόμενων ‘πατέρων του χριστιανισμού’ και των ατέλειωτων στρατιών επαγγελματιών της θρησκείας.
Ας δούμε το μισογυνισμό που αποπνέουν οι απόψεις και η ‘διδασκαλία’ μερικών από αυτούς, αναφορικά με τη γυναίκα, στην οποία χρεώνουν όλες τις ευθύνες της πατριαρχικής εξουσίας για τα δεινά της ανθρωπότητας, ακόμα και τον θάνατο του υποτιθέμενου Χριστού:
· Ιησούς: «Κι εγώ σας λέγω ότι αυτός που βλέπει μια γυναίκα και την επιθυμεί, ήδη εμοίχευσε μέσα στην καρδιά του» (Κατά Ματθαίον, 5. 28).
· Παύλος: «Ο άνδρας… επλάσθη εξ αρχής ως ο κύριος εκπρόσωπος της κυριαρχίας του Θεού επί της Γης και είναι διά τούτο περισσότερον από την γυναίκα εικών και δόξα του Θεού. Η γυναίκα δε ως το εξαιρετικότερον από τα άλλα κτίσματα, που έχει υπό την εξουσίαν του ο άνδρας, είναι δόξα του ανδρός. Πράγματι δε ο άνδρας είναι υπεροχότερος από την γυναίκα, διότι δεν έγινε ο άνδρας από την γυναίκα, αλλ’ η γυναίκα έγινεν από τον άνδρα. Και επί πλέον δεν εκτίσθη ο άνδρας διά να βοηθή την γυναίκα, αλλ’ η γυναίκα επλάσθη προς χάριν και βοήθειαν του ανδρός» (προς Κορινθίους επιστολές).
· Παύλος: Πρώτη Επιστολή προς Κορινθίους: «Διότι εγώ θέλω να είναι όλοι οι άνθρωποι όπως είμαι και εγώ, δηλαδή άγαμος και αφωσιωμένος στον Θεόν […] Ο άγαμος φροντίζει και ενδιαφέρεται δι’ όσα παραγγέλλει και θέλει ο Κυριος. Φροντίζει πως να αρέση στον Κυριον.[…] Η μείνασα παρθένος φροντίζει με όλην της την ψυχήν και επιδιώκει εκείνα που αρέσουν στον Κυριον, δια να είναι αγία και καθαρά κατά το σώμα και την ψυχήν. Λέγω δε αυτό περί της παρθενικής ζωής αποκλειστικά και μόνον προς το συμφέρον σας, όχι δια να σας βάλω θηλειά στον λαιμόν και να σας τραβήξω, χωρίς να το θέλετε, στον άγαμον βίον, αλλά δια να σας δείξω και να σας οδηγήσω εις μίαν σεμνήν ζωήν και διακεκριμένην θέσιν πλησίον του Κυρίου, χωρίς βιωτικούς περισπασμούς και φροντίδας», (Προς Κορινθίους πρώτη επιστολή Κεφάλαιο 7). Η αναγωγή της λεγόμενης σεξουαλικής εγκράτειας, αποχής και καταπίεσης σε χριστιανική αρετή δεν έρχεται μόνο σε αντίθεση με την ζωή, την πνευματικότητα και την ευτυχία του ανθρώπου, με τη Λογική και την επιστήμη, αλλά ως στέρηση και καταπίεση ζωτικών αναγκών του ανθρώπου καταλήγει σε νευρώσεις, συνειδησιακές διαταραχές και σε σοβαρές ασθένειες που δεν οδηγούν μόνο τα νευρωτικά άτομα στη δυστυχία και στις σκοταδιστικές θρησκείες, αλλά αποτελούν και μεγάλη πληγή του ανθρώπινου πολιτισμού, γιατί καταστρέφουν ζωτικούς κώδικες επικοινωνίας, συμβίωσης και κοινωνικότητας[14].
· Αυγουστίνος: «Οι γυναίκες δεν πρέπει να έχουν απολύτως καμιά διαφώτιση ή παιδεία. Αλλά πραγματικά πρέπει να απομονώνονται γιατί είναι η αιτία των μισητών και ακουσίων στύσεων στους αγίους άνδρες».
· Άγιος Βασίλειος: «Η γυναίκα δεν έχει την άδεια να αφήνει τον άνδρα της, αλλά, κι αν δέρνει αυτήν εκείνος, πρέπει να υπομένει κι όχι να χωρίζεται, κι αν την προίκα της ξοδεύει, κι αν σε άλλες γυναίκες πορνεύει, αυτή πρέπει να καρτερεί. Ώστε η μεν γυναίκα που άφησε τον άνδρα της μοιχαλίς είναι αν πάρει άλλον, ο δε αφεθείς αυτός άνδρας, αν πάρει άλλη, συγχωρείται» (Πηδάλιο, Κανών Θ).
· Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος[15]: «Γενικά η γυναίκα είναι ένα σκουλήκι που σέρνεται, η κόρη του ψεύδους, σκεύος ακαθαρσιών, ο εχθρός της ειρήνης. Ο κατάλογος των αμαρτημάτων και των αδυναμιών της είναι ατελείωτος. Είναι ελαφρόμυαλη, φλύαρη και ακόλαστη. Πάνω απ’ όλα είναι παθιασμένη με την πολυτέλεια και τις δαπάνες. Φορτώνεται με κοσμήματα, πουδράρει το πρόσωπό της, βάφει τα μάγουλά της με κοκκινάδια, βάζει μυρωδικά στα ρούχα της, και έτσι γίνεται θανάσιμη παγίδα για τον εκμαυλισμό των νέων μέσω όλων των αισθήσεων. Όσος και αν είναι ο πλούτος, δεν επαρκεί για να ικανοποιήσει την γυναικεία επιθυμία. Μέρα και νύχτα η γυναίκα δεν σκέφτεται τίποτε άλλο παρά το χρυσάφι και τα πολύτιμα πετράδια, τα υφάσματα και τα κεντήματα, τις κρέμες και τα αρώματα. Αν δεν υπήρχε η σεξουαλική επιθυμία, κανένας άντρας με τα σωστά του δεν θα ήθελε να μοιράζεται το σπίτι του με μια γυναίκα και να υφίσταται τις επακόλουθες ζημιές, παρά τις οικιακές εργασίες που εκτελεί. Γι’ αυτό το λόγο ο Θεός, γνωρίζοντας την ελεεινή της φύση, την προίκισε με το όπλο της σεξουαλικότητας». Η τόση εχθρότητα εναντίον της σεξουαλικότητας και ιδιαίτερα της γυναικείας σεξουαλικότητας αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα θεοκρατικών κοινωνιών που καλύπτουν κραυγαλέες κοινωνικές ανισότητες και αυταρχικές εξουσίες και συνεπώς «η σεξουαλικότητα αντικατόπτριζε πάντα τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία και σηματοδοτούσε το βαθμό της κοινωνικής εκτίμησης που απολάμβανε» [16], αλλά και το επίπεδο του πολιτισμού.
· Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Από όλα τα άγρια θηρία το πιο βλαβερό είναι η γυναίκα».
· Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Τι άλλο είναι η γυναίκα παρά ένας εχθρός της φιλίας, μια αναπόφευκτη τιμωρία, ένα αναγκαίο κακό, ένας φυσικός πειρασμός, ένας επιθυμητός όλεθρος, ένας οικιακός κίνδυνος, μια ευχάριστη καταστροφή, ένα κακό της φύσεως ζωγραφισμένο με όμορφα χρώματα;»
· Θωμάς ο Ακινάτης: «Η γυναίκα είναι ατελής άνδρας».
· Αμβρόσιος: «Ο Αδάμ οδηγήθηκε στην αμαρτία από την Εύα και όχι η Εύα από τον Αδάμ. Το δίκαιο είναι να δεχθεί σαν αφέντη της, εκείνον που οδήγησε στην αμαρτία».
· Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (ο δολοφόνος της Υπατίας[17]): «Η γυναίκα πρέπει να αισχύνεται που είναι γυναίκα».
· Ισαάκ ο Σύρος: «Είναι καλύτερο να φας δηλητήριο, παρά να συμφάγεις με μια γυναίκα, και αν ακόμη είναι μητέρα σου ή αδελφή σου».
· Κοσμάς ο Αιτωλός: «Αν σ’ ένα σταυροδρόμι συναντήσεις το διάβολο και μια γυναίκα, πήγαινε προς τα εκεί που είναι ο διάβολος και όχι προς τα εκεί που είναι η γυναίκα».
· Μέγας Αθανάσιος: «Με τις γυναίκες δεν είναι ασφαλές ούτε από κοινού ν’ αποφασίζει κανείς».
· Τερτυλλιανός: «Γυναίκα! Είσαι η πύλη του διαβόλου. Εξαιτίας σου αναγκάστηκε να πεθάνει ο γιος του θεού. Θα έπρεπε να κυκλοφορείς πάντα με μαύρα ρούχα και κουρελιασμένα».
Για να κατανοήσουμε τον μισογυνισμό του χριστιανισμού αξίζει να συνυπολογίσουμε την πλήρη απουσία κεντρικής γυναικείας φιγούρας στο μύθο και την απόλυτη περιφρόνηση της ανθρώπινης υπόστασης των γυναικών που τις ταύτιζε με άψυχα όντα:
1. Αφού καμιά ιστορική πηγή δεν αναφέρει την ύπαρξη του Ιησού Χριστού, φυσικό είναι να μην υπάρχει καμιά ιστορική πηγή για την ύπαρξη της μητέρας του, της λεγόμενης ‘παναγίας Θεοτόκου’. Ούτε και στις λεγόμενες ‘ιερές γραφές’, οι οποίες όπως είναι γνωστό γράφτηκαν, πλαστογραφήθηκαν και ξαναγράφτηκαν πολύ αργότερα, δεν γίνεται σαφής λόγος περί ‘Θεοτόκου’. Στο ‘κατά Ματθαίον’, (κεφάλαιο Α. 18 και 19), αναφέρεται ότι: «Του Ιησού Χριστού η γέννηση λοιπόν έγινε ως εξής, δηλαδή όταν μνηστεύτηκε η μητέρα του Μαρία με τον Ιωσήφ, πριν να έχουν συζυγικές σχέσεις, βρέθηκε έγκυος από το Άγιον Πνεύμα. Και ο Ιωσήφ ο μνηστήρας της, επειδή ήταν δίκαιος και δεν ήθελε να την ντροπιάσει δημοσία, θέλησε να την χωρίσει κρυφά…»!. Τώρα ποιος ήταν το ‘άγιο πνεύμα’ και γιατί τελικά δεν την χώρισε ο Ιωσήφ τη Μαρία είναι μια άλλη ιστορία και δεν έχει σχέση με το παραμύθι των κατασκευαστών του χριστιανισμού. Στο κατά Λουκάν (Κεφάλαιο ΚΔ. 10) αναφέρεται συγκεκριμένα στις γυναίκες που υποτίθεται ότι βρίσκονταν στον υποτιθέμενο τάφο του υποτιθέμενου Ιησού, πριν από την υποτιθέμενη ‘ανάστασή’ του: «Ήταν λοιπόν η Μαρία Μαγδαληνή και η Ιωάννα και η Μαρία του Ιακώβου και άλλες που βρίσκονταν μαζί τους…». Κάποιοι προσπαθούν να υποστηρίξουν ότι η Μαρία του Ιακώβου ήταν η μητέρα του Ιησού, αλλά χωρίς πειστικότητα γιατί αφ’ ενός η υποτιθέμενη ‘Μαρία η Θεοτόκος’ ήταν του Ιωσήφ και αφ’ ετέρου δεν μπορεί ένας υποτιθέμενος ευαγγελιστής να αναφέρει την υποτιθέμενη Θεοτόκο με λάθος όνομα και μετά από κάποιες άλλες υποτιθέμενες μαθήτριες του Ιησού, και μάλιστα όχι ως Θεοτόκο, αλλά ως Μαρία του Ιακώβου.
Η απουσία όμως κάποιας κεντρικής γυναικείας φιγούρας στον χριστιανικό μύθο αποδυνάμωνε τόσο τον ίδιο το μύθο, όσο και τον κεντρικό του ήρωα, πέρα από το σημαντικότερο γεγονός ότι δεν πρόσφερε πρότυπο, δηλαδή, κεντρική ηρωίδα για τις γυναίκες με την οποία θα ταυτίζονταν. Περί ‘Θεοτόκου παρθένου Μαρίας’, αποφάσισε τελικά, και παρά τις πολλές αμφισβητήσεις και αντιρρήσεις, η Σύνοδος της Εφέσου το 431[18], δηλαδή περίπου τεσσερισήμισι αιώνες μετά την υποτιθέμενη γέννηση του Χριστού και εκατό και πλέον χρόνια μετά τη συνωμοσία του Κωνσταντίνου και του Ευσέβιου, περί Χριστού και χριστιανισμού. Μέχρι τότε κανείς δεν γνώριζε την ύπαρξή της υποτιθέμενης Θεοτόκου.
2. Μόλις το 1545 στη Σύνοδο του Τρέντο η Καθολική Εκκλησία, αναγκάστηκε, κάτω από την πίεση του, μετά την Λουθηριανή επανάσταση, ανερχόμενου καπιταλισμού που ξανασυνέδεε τον μύθο για την ‘αθάνατη ατομική ψυχή’ με το ‘ιερό και αιώνιο δικαίωμα στην ατομική ιδιοκτησία’ να αποδεχτεί ότι όχι μόνο οι άντρες, αλλά και οι γυναίκες έχουν ψυχή[19]. Αξίζει σε αυτό το σημείο να επαναφέρουμε στη μνήμη μας τον αρχαιοελληνικό μύθο «Έρως και Ψυχή» για να κατανοήσουμε τις πραγματικές πηγές του χριστιανικού μύθου και τη στρεβλωτική παράφραση και παραποίηση της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας και Γραμματείας. Με δυό λόγια ο μύθος λέει ότι η Ψυχή ήταν η νεότερη από τις τρεις όμορφες κόρες του βασιλιά της Σικελίας. Η ομορφιά της επισκίαζε αυτήν της Αφροδίτης και από ζήλεια η Αφροδίτη την έστειλε να παντρευτεί στον κάτω κόσμο με έναν φτερωτό δράκο. Φαίνεται όμως πως με παρέμβαση κάποιων άλλων θεών το σχέδιο της Αφροδίτης ναυάγησε, γιατί στο μεταξύ την Ψυχή την ερωτεύτηκε ο γιός της ο Έρως. Η Αφροδίτη όμως δεν παραιτήθηκε από το σχέδιό της πράγμα που οδήγησε στην εξοντωτική ταλαιπωρία των δυό ερωτευμένων και τελικά στην αρρώστια του Έρωτα και της Ψυχής, με αποτέλεσμα την παρέμβαση άλλων θεών στον Δία. Ο μύθος θέλει τον Δία να φέρνει το θέμα στο συμβούλιο των θεών και να αποσπά την πλειοψηφία υπέρ του γάμου των δυό νέων ερωτευμένων χαρίζοντας την αθανασία στην θνητή Ψυχή για να μπορεί να παντρευτεί τον θεό Έρωτα[20]. Η κατασκευή του μύθου φαίνεται να συμπίπτει με την εμφάνιση της πατριαρχίας και της ατομικής ιδιοκτησίας και πολλοί τότε ταύτισαν την Ψυχή με την υποτιθέμενη ‘αθάνατη ψυχή’ και αυτήν με την ατομική ιδιοκτησία, την δύναμη, την εξουσία χάρη της οποίας αποκτούσε κάποιος την ιδιότητα του Πολίτη, την οποία ιδιότητα στερούνταν όσοι δεν είχαν ατομική ιδιοκτησία, μεταξύ των οποίων και οι γυναίκες, και ως τέτοιοι θεωρούνταν και αντιμετωπίζονταν ως ‘άψυχοι’, αδύναμοι, δούλοι. Οι κατασκευαστές του χριστιανικού μύθου υιοθέτησαν τον αρχαιοελληνικό μύθο και διαστρεβλώνοντάς τον έχτισαν πάνω του ολόκληρη θρησκεία του μίσους και της υποκρισίας που αποπροσανατολίζει την ανθρωπότητα και υπηρετεί τις πιο απάνθρωπες και καταστροφικές εξουσίες.
Η θέση της γυναίκας στις άλλες μεγάλες θρησκείες
ΙΣΛΑΜ. Σύμφωνα με το Κοράνι ο Μωάμεθ λέει: «Οι άνδρες είναι οι συντηρητές των γυναικών, επειδή ο Αλλάχ έκανε ορισμένους να υπερέχουν των άλλων, και επειδή εκείνοι ξοδεύουν από την περιουσία τους. Οι καλές γυναίκες συνεπώς είναι υπάκουες, φυλάγοντας τα κρυφά πράγματα όπως τα έχει φυλάξει ο Αλλάχ, και όσο για εκείνες εκ μέρους των οποίων φοβόσαστε την εγκατάλειψη, να τις επιπλήττετε, και να τις αφήνετε μόνες μέσα στους χώρους του ύπνου, και να τις δέρνετε. Και τότε, αν σας υπακούνε, μην ζητάτε κάτι εναντίον τους. Είναι βέβαιο πως ο Αλλάχ είναι ύψιστος, είναι μεγάλος», Κοράνι 4:34, δηλαδή είναι βέβαιο πως ο Αλλάχ είναι ο θεός των ανδρών και της πατριαρχικής εξουσίας που τον δημιούργησαν.
«Οι γυναίκες-σας είναι σαν ένα κομμάτι καλλιεργημένης γης για σας, έτσι, πλησιάστε τη γη-σας όποτε και όπως θέλετε». Κοράνι 2:223.
«Στον Παράδεισο υπάρχει ένα περίπτερο φτιαγμένο από ένα τεράστιο κούφιο μαργαριτάρι εξήντα μίλια σε πλάτος, σε κάθε γωνία του οποίου υπάρχουν εταίρες που δεν θα βλέπουν εκείνους που είναι στις άλλες γωνίες, και που οι πιστοί θα τις επισκέπτονται και θα τις απολαμβάνουν». Sahih Al-Bukhari 4879 (Το Sahih Al-Bukhari, είναι το δεύτερο σημαντικό ιερό βιβλίο του Ισλάμ μετά το Κοράνι). Οι γυναίκες όμως δεν δικαιούνται να απολαμβάνουν τον έρωτα και γι αυτό υποβάλλονται στον βάρβαρο γενετήσιο ακρωτηριασμό, τη γνωστή κλειτοριδεκτομή[21], που είναι ευρέως διαδεδομένος κυρίως μεταξύ των μουσουλμανικών πληθυσμών των χωρών της Αφρικής και της Ασίας, αλλά σε πολλές περιπτώσεις είναι διαδεδομένος και μεταξύ χριστιανών και οπαδών ανιμιστικών θρησκειών και αποσκοπεί στην εξαφάνιση της γυναικείας προσωπικότητας ως προϋπόθεση για την απόλυτη υποταγή της.
Το Κοράνιο επιτρέπει στον άνδρα να παντρευτεί τέσσερις γυναίκες. Μια γυναίκα δεν επιτρέπεται να παντρευτεί τέσσερις άντρες. Η γυναίκα δεν μπορεί να μπει σε ένα τζαμί, πρέπει να προσευχηθεί έξω. Θεωρείται βρώμικη, μόνο και μόνο γιατί είναι γυναίκα.
Το ιερατείο της θρησκείας του Ισλάμ, εκπρόσωπος της πιο ακραίας μορφής της πατριαρχικής εξουσίας, στην ιδιαίτερα ακραία του μορφή, τον φοντα